Elder – Omens

Sorry, this entry is only available in Greek.

[Armageddon, 2020]

Intro: Thomas Sarakintsis

Elder is probably the brightest exception to the stoner metal / rock scene. In order not to restrict and wrong them, Elder did not exhaust their musical limits within the stoner genre. If we exclude the interesting experimental EP The Gold & Silver Sessions, they are categorized as doom / heavy rock / stoner with sludgy coating and progressive perception, since Dead Roots Stirring, their second album. This apparent tendency to differentiate had attracted the interest of a particular audience, which perceived stoner as graphic and devoid of modern rock expression. The multi-styled compositions ranked them far from the simplistic norms of stoner rock. The personality of the huge music lover and band leader Nicholas DiSalvo was the one that removed his band from becoming just another stoner band. This resulted in three albums worthy of in-depth listens, culminating in Reflections of a Floating World, an album that was widely acclaimed by audience and critics alike.

[bandcamp width=100% height=120 album=3479912273 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]


 

When high expectations have the opposite effect

The prophecies of Nostradamus are a first-class opportunity for artists and musicians to discover the hidden conspirator within themselves, in order to converse with him and to deal with issues related to the present. Although Omens, the fifth album of the Americans, was released in the middle of a global lockdown, we assume that the band did not have such intentions, since the recordings lasted a long time and started months before the slightest suspicion of a global pandemic.

Elder’s new venture was demanding in advance. The great songwriting in Reflections of a Floating World had set the bar even higher, prompting DiSalvo to reshape the band’s lineup. As a result, it turns out that this decision has indeed contributed to the renewal and the prog ambition of a different sound direction. For the first time in their career, Elder are re-introduced as a quartet, since along with regular members Nicholas DiSalvo (guitars, vocals, keyboards) and Jack Donovan (bass), another guitarist (Michael Risberg) has been added with Georg Edert replacing co-founder Matt Couto on drums. The presence of the Italian guest keyboardist Fabio Cuomo, a well-known musician in the wider contemporary music scene, is also considered particularly beneficial.

The album consists of five long compositions, a condition established by DiSalvo. Omens, however, in terms of quality, does not continue from where its predecessor had stopped. This is Elder’s most progressive album, in terms of mentality, technical and compositional sophistication. It’s the structure of the songs as well as the very intelligent breaks which highlight the technical prowess of the musicians. It’s the 70s sound in the keys, as heard in the proggy intro of the title track, in the middle of which the most hallucinatory and interesting moment of the album emerges, as also in the equally imaginative keyboard interventions in In Procession. They also had keyboards before, but here they are more diffused, perhaps because of the sound of Cuomo’s playing.

In Halkyon, they are embarking on an efficient jamming until DiSalvo’s vocals are introduced and the final result is altered. This is the Achilles’ heel of the album. DiSalvo’s vocals are leniently weak and do not support the new, more enriched style of the band. Their purely instrumental side is very interesting, but it stumbles on the weakness of the vocals. In the last two tracks, while musically there is this adventurous expansion and executive precision, the combination of voice and weaker songwriting, in contrast to the inspiration that pervaded the first three compositions, spoils the overall picture much more.

In short, if the vocals were absent and the band had found an exclusively suitable field of expression through its music, the result would be different. If Elder remain faithful to the prog direction, dedicate themselves to essential improvisation and not just to a combination of ideas, as in the last two tracks, they will succeed.

6 / 10

Thomas Sarakintsis

 

2nd opinion

 

Elder from Boston continue from where they left us in their previous two works, i.e. very high quality material with long but not very complex compositions. The difference here is located in three axes. The first change is in the vocal placement of Nick DiSalvo which now sounds more mature and improved. The second is the full membership of Mike Risberg on guitar and keys leading to the third and main change, the keys which now play a very important role in the compositions, both in coloring with celestial 70s melodies and in building and developing songs. The Black Sabbath-jams-with-Tim Blake (Gong) aesthetics, the dominant 70s mood on the keyboards, the guitar fuzz and the influences from Motorpsycho of the last decade are now well-grafted in Elder and the recipe is successful. The excellent production and the balanced mix flatter the material, while the melodies, although simple, seem to have been worked in depth. The 70s element is now prevalent, while the long durations may be an obstacle for some, but the compositions themselves compensate to the fullest. I think with their three latest studio records, Elder will be remembered in the future as at least a remarkable band.

8.5 / 10

Tasos Poimenidis

[Armageddon, 2020]

Εισαγωγή: Θωμάς Σαρακίντσης

Από την πληκτική σκηνή του stoner metal / rock οι Αμερικανοί Elder αποτελούν ίσως την φωτεινότερη εξαίρεση. Για να μην τους περιορίσουμε και τους αδικήσουμε, οι Elder δεν εξαντλούσαν τα μουσικά τους όρια εντός του stoner περιβλήματος. Αν εξαιρέσουμε το ενδιαφέρον πείραμα του EP The Gold & Silver Sessions, κατηγοριοποιούνται ως doom / heavy rock / stoner με sludgy επικάλυψη και progressive αντίληψη, ήδη από το Dead Roots Stirring, τον δεύτερό τους δίσκο. Αυτή η έκδηλη τάση για διαφοροποίηση είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον ενός συγκεκριμένου ακροατηρίου, που αντιλαμβανόταν το stoner ως μία γραφική και στερούμενη οίστρου νεωτερική rock έκφραση. Οι πολυσχιδείς για το στυλ που υπηρετούσαν συνθέσεις τούς κατέτασσε μακριά από τις απλοϊκές νόρμες του προβληθέντος stoner. Η προσωπικότητα του ευρυμαθούς μουσικόφιλου και ηγέτη της μπάντας Nicholas DiSalvo ήταν αυτή που απομάκρυνε το σχήμα του από το να καταστεί μία ακόμη νερόβραστη μπάντα. Έτσι προέκυψαν τρεις δίσκοι άξιοι εμβριθούς ακρόασης, με αποκορύφωμα το Reflections of a Floating World, ένα album που γνώρισε ευρεία αποδοχή από κοινό και κριτικούς.

[bandcamp width=100% height=120 album=3479912273 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]


 

Όταν οι υψηλές προσδοκίες φέρνουν αντίθετα αποτελέσματα

Οι προφητείες του Νοστράδαμου αποτελούν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για καλλιτέχνες και μουσικούς να ανακαλύψουν εντός τους τον κρυμμένο συνωμότη, ώστε να συνδιαλεχθούν με αυτόν και να πραγματευθούν θέματα που συσχετίζονται με το παρόν. Παρόλο που το πέμπτο άλμπουμ των Αμερικανών κυκλοφόρησε εν μέσω παγκόσμιου lockdown φέροντας τον τίτλο Omens, υποθέτουμε πως το σχήμα δεν είχε ανάλογες προθέσεις, μιας και η ηχογράφηση διήρκεσε αρκετά και εκκίνησε μήνες προτού την παραμικρή υπόνοια για παγκόσμια πανδημία.

Το νέο εγχείρημα των Elder ήταν εκ των προτέρων απαιτητικό. Το συνθετικό εκτόπισμα του Reflections of a Floating World έθεσε ακόμη ψηλότερα τον πήχυ, με αποτέλεσμα ο ιθύνων νους DiSalvo να αναμορφώσει τη σύνθεση της μπάντας. Εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται πως η κίνηση αυτή πράγματι συνετέλεσε σε ανανέωση και στην φιλοπρόοδη φιλοδοξία μίας διαφορετικής ηχητικής κατεύθυνσης. Για πρώτη φορά στην καριέρα τους οι Αμερικανοί μας συστήνονται εκ νέου ως κουαρτέτο, αφού μαζί με τα σταθερά μέλη Nicholas DiSalvo (κιθάρες, φωνητικά, πλήκτρα) και Jack Donovan (μπάσο), προστέθηκε ακόμη ένας κιθαρίστας (Michael Risberg) με τον Georg Edert να αντικαθιστά τον συνιδρυτή Matt Couto στα τύμπανα. Ιδιαίτερα επωφελής κρίνεται και η παρουσία του Ιταλού guest πληκτρά Fabio Cuomo, ενός σπουδαγμένου μουσικού ιδιαίτερα γνωστού στην ευρύτερη τρέχουσα μουσική σκηνή.

Ο δίσκος αποτελείται από πέντε μακροσκελείς συνθέσεις, συνθήκη την οποία έχει καθιερώσει εξ υπαρχής ο DiSalvo. Το Omens, όμως, σε επίπεδο ποιότητας, δεν συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε ο προκάτοχός του. Στα θετικά αποτιμάται ότι πρόκειται για το πιο progressive, σε νοοτροπία, τεχνική και συνθετική εκλέπτυνση, album τους. Η δομή των τραγουδιών το καθιστά ως τέτοιο, όπως και τα ευφυέστατα κατά τόπους breaks τα οποία αναδεικνύουν και την πολύ καλή τεχνική κατάρτιση των μουσικών. Το ειδοποιό πρόσημο είναι τα 70s εκδοχής πλήκτρα, έτσι όπως ακούγονται στο proggy προοίμιο του ομώνυμου εναρκτήριου, στο μεσαίο τμήμα του οποίου ανακύπτει η πιο παραισθητική και ενδιαφέρουσα στιγμή του δίσκου και στις εξίσου ευφάνταστες πληκτροφόρες παρεμβάσεις στο In Procession. Keyboards είχαν και πρωτύτερα, αλλά εδώ διαχέονται εντονότερα, ίσως και εξαιτίας του ηχοχρώματος που προσδίδει το παίξιμο του Cuomo.

Στο Halkyon αποδύονται σε ένα αποδοτικό jamming, μέχρι τη στιγμή που θα εισαχθούν τα φωνητικά του DiSalvo και αλλοιώσουν το τελικό αποτέλεσμα. Αυτή είναι και η αχίλλειος πτέρνα του δίσκου, και αθροιστικά πλέον της μπάντας. Τα φωνητικά του DiSalvo κρίνονται επιεικώς ως αδύναμα να συνδράμουν στο νέο εγκεφαλικότερο και πιο εμπλουτισμένο ύφος. Η καθαρά ορχηστρική τους πλευρά είναι εξόχως ενδιαφέρουσα αλλά προσκρούει στην αδυναμία των φωνητικών. Στα δε δύο τελευταία κομμάτια, ενώ μουσικά υπάρχει αυτή η περιπετειώδης επέκταση και εκτελεστικά ένα άψογο παίξιμο, ο συγκερασμός φωνής και μίας συνθετικής φλυαρίας, στον αντίποδα της έμπνευσης στις τρεις πρώτες συνθέσεις, χαλάει αρκετά παραπάνω τη γενική εικόνα.

Εν ολίγοις, αν εξέλειπαν τα φωνητικά και η μπάντα έβρισκε αποκλειστικά πρόσφορο πεδίο έκφρασης μέσω της μουσικής της, το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό και το πρόσημο πολύ πιο θετικό. Αρκεί, τηρουμένης της prog κατεύθυνσης και την πλήρους αποκοπής από τις χαμηλής αισθητικής stoner καταβολές, να αφοσιωθούν στον ουσιώδη αυτοσχεδιασμό και όχι απλώς σε συμπίλημα ιδεών, με τον τρόπο που συμβαίνει στα δύο τελευταία κομμάτια.

6 / 10

Θωμάς Σαρακίντσης

 

2η γνώμη

 

Οι Βοστωνέζοι Elder συνεχίζουν από εκεί που μας άφησαν στους δύο προηγούμενες δουλειές τους, σε ποιοτικότατο δηλαδή υλικό με μακροσκελείς αλλά όχι ιδιαίτερα πολύπλοκες συνθέσεις. Η διαφοροποίηση εδώ βρίσκεται σε τρεις τομείς. Η πρώτη αλλαγή είναι στη φωνητική τοποθέτηση του Nick DiSalvo που ακούγεται πλέον πιο μεστός και βελτιωμένος. Η δεύτερη είναι η μονιμοποίηση του Mike Risberg σε κιθάρα και πλήκτρα που οδηγούν στην τρίτη και κυριότερη αλλαγή. Τα πλήκτρα έχουν πλέον σημαντικότατο ρόλο στις συνθέσεις, τόσο στο χρωματισμό με ουράνιες 70s μελωδίες όσο και στο χτίσιμο και στην ανάπτυξη των συνθέσεων. Η Black Sabbath jams with Tim Blake (Gong) αισθητική, η διάχυτη 70s διάθεση στα πλήκτρα, το κιθαριστικό fuzz και οι επιρροές από τους Motorpsycho της τελευταίας δεκαετίας είναι πλέον για τα καλά μπολιασμένα στους Elder και η συνταγή κρίνεται πετυχημένη. H εξαιρετική παραγωγή και η ισορροπημένη μίξη κολακεύουν το υλικό ενώ οι μελωδίες, παρότι απλές σε σύλληψη, δείχνουν να έχουν δουλευτεί σε βάθος. Το 70s στοιχείο πλέον είναι επικρατές, ενώ οι διάρκειες μπορεί μεν να αποτελούν τροχοπέδη για το υλικό, αλλά οι συνθέσεις καθαυτές αποζημιώνουν στο έπακρο. Φρονώ ότι με την πρόσφατη τριάδα studio δίσκων τους οι Elder θα μνημονεύονται στο μέλλον ως τουλάχιστον αξιόλογη μπάντα.

8.5 / 10

Τάσος Ποιμενίδης

Be the first to comment

Leave a Reply