Jargon – The Fading Thought

Sorry, this entry is only available in Greek.

[Self-released, 2020]

Intro: Lefteris Statharas, Dimitris Kaltsas
Translation: Lefteris Statharas, Dimitris Kaltsas

Jargon, the creative mind behind Verbal Delirium, has drifted away to a solo path with his first effort coming in the form of The Fading Thought. Verbal Delirium – and Jargon by consequence – has musically grown very much from album to album. In his first solo album, Jargon collaborates with Nikitas Kissonas on guitar (Methexis) who also arranged the string quartet, his Verbal Delirium buddy, Wil Bow, on drums and Leonidas Petropoulos on bass, mixing and production.

The characteristic introspective style of Jargon’s music acquires a special beauty and weight here, as the creator reveals Giannis Kosmidis (his real name) more than ever in the notes and lyrics of The Fading Thought. The album is dedicated to the memory of his mother and is an exquisitely personal testimony.


 

An exemplarily personal album

Regarding the release of a solo album by Jargon, the first question that arises is based on the need that led the sole composer and band leader of Verbal Delirium to create something outside his creative vehicle. Listening to the first seconds of the opening track (The Film), with the artist sitting at the piano and starting to play, presenting a composition with cinematic aesthetics, different from what we are used to, and yet so familiar, it is immediately clear that in The Fading Thought we’ll listen to Jargon as we’ve known him through Verbal Delirium all these years, but stripped of the artistic decisions and the overall plan behind a band.

The aforementioned cinematic aesthetics is one of the main features of the album and especially of its first side. It should be noted that the separation of the tracks on two sides, serves the flow of music perfectly. In addition, without, of course, missing Jargon’s artistically innate melancholic approach to his music, the first side is clearly ‘brighter’ than the descent into darkness reserved for Side B. In the second and third track (In Search of the Invisible Thin Line and Dance of the Framed Words), Jargon’s love for Manos Hadjidakis’ music is apparent. These are two tracks with a very clear Greek element, which could easily, with some small differences, be part of a soundtrack for a Greek movie.

The title track is the first very big moment of the album. It is an excellent composition, with great construction and plot. Here, some of the typical characteristics of Jargon’s music are evident. These vocal lines are his personal trademark and even his main influences, such as Peter Hammill, have been fully embodied in his personal style. The rolls, the expression, the outbursts, the innate kindness of his complexion, all characterize a voice that has far surpassed any lack of natural gift. In this track we also hear Jargon the keyboard player at his best. The solo he plays in the middle of the song is monumental. Every note is studied to perfection, while the choice of sound and note sequence is simply superb. Besides, it is an important part of the composition, which leads the piece to its final part. Finally, special mention should be made of the rhythmic patterns on which Jargon composes, which give a constant feeling of ripple.

The Light (as well as the opening composition The Film) has elements of chamber music. The use of the string quartet here is characteristic and intensifies the soundtrack style. In general, this arrangement is more than successful throughout the album and adds to its character. It should be noted that the orchestration of the quartet has been carried out by Nikitas Kissonas, who also plays the guitars on the album. The reference to his name is not accidental, because in Time Is Running Out, which opens the second side, he plays an amazing solo, which is hard describe in words.

Time Is Running Out is also the last track that lets sunlight beams through. In the last three tracks, the listener is confronted with the darkest songs Jargon has ever composed. If there is a pattern of how modern dark progressive rock should sound, then How Can I? should be it. Haunted melodies, distorted vocal lines and a riveting final outburst synthesize another huge moment on the album, which at times flirts wonderfully with avant-prog, though without embracing it. The last two tracks (The Last Temptation and Window to the World) could be the two parts of one song. It is clear that the album takes off as it approaches its end. The lyrics take on an extra weight and the questions asked seem relentless. The final outburst in Window to the World reaches the limits of metal, testing the listener’s limits, leaving him/her speechless at the end.

The very first question is now answered: The Fading Thought contains everything that Jargon needed to express and could not do so through Verbal Delirium. This explains the variety of styles and moods. A diversity that ultimately proves to be his ally. The result lacks nothing compared to Verbal Delirium’s discography, but explores new aspects of Jargon as a composer and musician.

9 / 10

Kostas Barbas

 

2nd opinion

 

The Fading Thought takes a further step in the cinematic tendencies that Verbal Delirium had shown, with the introductory track The Film in combination with the amazing artwork, setting the more or less dark atmosphere of the album. The record in its length flows masterfully between progressive rock, classical arrangements and heavy moments that are either brought up by the dark atmosphere or the intensity of the songs. With every new listen of the album I change my opinion about which track represents the album best. The title track offers a great mix of all elements, and it’s probably one of Jargon’s best guttural vocal performances to date. Additionally, guitar, keyboards and bass make this track extremely memorable. But all the other tracks are also great and their sequence that makes this album a great listening experience. It’s a combination of things that make an album great. The technical prowess of the musicians, the influences, the production… but most of all the composer’s personality and his ability to convey his own message, experience and aesthetics. Jargon with his collaborators does exactly that.

9 / 10

Lefteris Statharas

[Self-released, 2020]

Εισαγωγή: Λευτέρης Σταθάρας, Δημήτρης Καλτσάς
Μετάφραση: Λευτέρης Σταθάρας, Δημήτρης Καλτσάς

Το δημιουργικό μυαλό πίσω από τους Verbal Delirium ξεκινάει το προσωπικό του μονοπάτι με την πρώτη του δισκογραφική δουλειά να έρχεται με το The Fading Thought. Οι Verbal Delirium – και φυσικά ο Jargon – έχουν εξελιχθεί πολύ μουσικά και αυτό φαίνεται από δίσκο σε δίσκο. Σε αυτή την νέα και πρώτη του προσωπική προσπάθεια, ο Jargon συνεργάζεται με τον Νικήτα Κίσσονα στην κιθάρα (Methexis), ο οποίος επιμελήθηκε και το κουαρτέτο των εγχόρδων, τον συνοδοιπόρο του στους Verbal Delirium, Wil Bow στα τύμπανα και τον σταθερό συνεργάτη του, Λεωνίδα Πετρόπουλο, στο μπάσο, την μίξη και την παραγωγή.

Η χαρακτηριστική εσωτερικότητα της μουσικής του Jargon εδώ αποκτά ιδιαίτερη ομορφιά και βαρύτητα, καθώς στις νότες και τους στίχους του The Fading Thought ο δημιουργός αποκαλύπτει περισσότερο από ποτέ τον Γιάννη Κοσμίδη (το πραγματικό του όνομα). Ο δίσκος είναι αφιερωμένος στη μνήμη της μητέρας του και αποτελεί μία εξόχως προσωπική κατάθεση.


 

Ένας υποδειγματικά προσωπικός δίσκος

Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει από την κυκλοφορία μιας προσωπικής δουλειάς από τον Jargon, είναι ποια ήταν η ανάγκη που οδήγησε τον βασικό συνθέτη και band leader των Verbal Delirium, να δημιουργήσει κάτι εκτός του οχήματός τους. Ακούγοντας τα πρώτα δευτερόλεπτα του εναρκτήριου The Film, με τον καλλιτέχνη να κάθεται στο πιάνο και να αρχίζει να παίζει, παρουσιάζοντας μια κινηματογραφικής αισθητικής σύνθεση, διαφορετική από ότι μας έχει συνηθίσει, αλλά και ταυτόχρονα τόσο οικεία, γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι στο The Fading Thought θα ακούσουμε τον Jargon όπως τον γνωρίσαμε μέσω των Verbal Delirium όλα αυτά τα χρόνια, αλλά απογυμνωμένο από τις καλλιτεχνικές αποφάσεις και το γενικότερο πλάνο που υπάρχει πίσω από μία μπάντα.

Η προαναφερθείσα κινηματογραφική αισθητική είναι και ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του δίσκου και κυρίως της πρώτης του πλευράς. Να σημειωθεί ότι ο χωρισμός τον κομματιών σε δύο πλευρές εξυπηρετεί άψογα τη μουσική ροή. Επιπροσθέτως, χωρίς φυσικά να λείπει η καλλιτεχνικά έμφυτη μελαγχολική προσέγγιση του Jargon στη μουσική του, η πρώτη πλευρά είναι σαφώς πιο «φωτεινή» σε σχέση με την κάθοδο στο σκοτάδι που επιφυλάσσει η δεύτερη. Στο δεύτερο και τρίτο κομμάτι (In Search of the Invisible Thin Line και Dance of the Framed Words) είναι εμφανέστατη η αγάπη του Jargon για την μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Πρόκειται για δύο κομμάτια με σαφέστατη Ελληνική χροιά, τα οποία θα μπορούσαν εύκολα, με κάποιες μικρές διαφοροποιήσεις, να αποτελούν μέρος ενός soundtrack μιας ελληνικής ταινίας.

Το ομώνυμο κομμάτι είναι η πρώτη πολύ μεγάλη στιγμή του δίσκου. Πρόκειται για μια άριστη σύνθεση, με φοβερό χτίσιμο και εξέλιξη. Εδώ γίνονται σαφή μερικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Jargon, που τον συνοδεύουν στην μέχρι τώρα καλλιτεχνική του πορεία. Οι φωνητικές γραμμές αποτελούν πλέον προσωπικό του trademark και ακόμα και οι βασικές του επιρροές, όπως ο Peter Hammill, έχουν εναρμονιστεί πλήρως στο προσωπικό του ύφος. Τα γυρίσματα, ο τρόπος εκφοράς, τα ξεσπάσματα, η έμφυτη ευγένεια της χροιάς του, χαρακτηρίζουν όλα μια φωνή που έχει ξεπεράσει κατά πολύ την όποια έλλειψη φυσικών χαρισμάτων. Στο ίδιο κομμάτι ακούμε επίσης τον πληκτρά Jargon στα καλύτερα του. Το σόλο που παίζει στη μέση του κομματιού είναι μνημειώδες. Πρώτον, κάθε νότα του είναι μελετημένη στην εντέλεια, ενώ η επιλογή του ήχου και το παίξιμο είναι κάτι παραπάνω από άψογα. Δεύτερον, πρόκειται για ένα σόλο που αποτελεί μέρος της σύνθεσης, με σκοπό να οδηγήσει το κομμάτι κάπου. Τέλος, ειδική μνεία πρέπει να γίνει στα ρυθμικά μοτίβα πάνω στα οποία συνθέτει ο Jargon, τα οποία αποτελούν και αυτά χαρακτηριστικό του και δίνουν μια συνεχή αίσθηση κυματισμού.

Το Light που ακολουθεί (όπως και το εναρκτήριο The Film) τείνει πιο πολύ στη μουσική δωματίου. Η χρήση του κουαρτέτου εγχόρδων εδώ είναι χαρακτηριστική και προσθέτει στην soundtrack-ικη χροιά. Γενικά αυτή η ενορχηστρωτική επιλογή κρίνεται κάτι παραπάνω από πετυχημένη καθόλη τη διάρκεια του δίσκου και προσθέτει στον χαρακτήρα του. Να σημειωθεί ότι η ενορχήστρωση το κουαρτέτου έχει γίνει από τον Νικήτα Κίσσονα, ο οποίος παίζει και τις κιθάρες στο δίσκο. Η αναφορά στο όνομά του δεν είναι τυχαία, γιατί στο Time Is Running Out που ανοίγει την δεύτερη πλευρά μας χαρίζει ένα εκπληκτικό σόλο, που πραγματικά οποιαδήποτε προσπάθεια περιγραφής του θα το αδικήσει.

Το Time Is Running Out είναι και το τελευταίο κομμάτι που αφήνει ηλιαχτίδες φωτός να περάσουν. Στα τρία τελευταία κομμάτια ο ακροατής έρχεται αντιμέτωπος με ότι πιο σκοτεινό έχει συνθέσει ο Jargon μέχρι σήμερα. Αν πρέπει να υπάρξει ένα πρότυπο για το πώς πρέπει να ηχεί το σύγχρονο σκοτεινό progressive rock τότε το How Can I? θα έπρεπε να είναι αυτό. Στοιχειωμένες μελωδίες, παραμορφωμένες φωνητικές γραμμές και ένα καθηλωτικό τελικό ξέσπασμα συνθέτουν μια ακόμα τεράστια στιγμή στον δίσκο, που σε σημεία φλερτάρει υπέροχα με το avant-prog χωρίς να το αγκαλιάζει. Τα δύο τελευταία κομμάτια (The Last Temptation και Window To The World) θα μπορούσαν να είναι τα δύο μέρη μίας ολότητας. Είναι σαφές ότι ο δίσκος απογειώνεται όσο πλησιάζει στο τέλος του. Οι στίχοι με τη σειρά τους αποκτούν μια επιπλέον βαρύνουσα σημασία και τα ερωτήματα που θέτουν μοιάζουν αμείλικτα. Το τελικό ξέσπασμα του Window To The World φτάνει στα όρια του metal, αλλά φτάνει και τον ακροατή στα όρια του, αφήνοντας τον άναυδο με το πέρας του.

 Στο αρχικό ερώτημα υπάρχει πλέον απάντηση: το The Fading Thought περιέχει όλα αυτά που ο Jargon έπρεπε να βγάλει από μέσα του και δεν μπορούσε μέσω των Verbal Delirium. Έτσι εξηγείται η ποικιλομορφία ύφους και διαθέσεων. Μια ποικιλομορφία που εν τέλει αποδεικνύεται σύμμαχος του τελικού αποτελέσματος. Ενός αποτελέσματος που δεν υστερεί σε τίποτα από τις δουλειές των Verbal Delirium και επιπρόσθετα εξερευνεί νέες  πτυχές του συνθέτη και μουσικού Jargon.

9 / 10

Κώστας Μπάρμπας

 

2η γνώμη

 

Το The Fading Thought, κάνει ένα βήμα ακόμα πιο κοντά στις κινηματογραφικές τάσεις που μας έχουν δείξει οι Verbal Delirium, με την εισαγωγή του The Film σε συνδυασμό με το εκπληκτικό εξώφυλλο να προδιαθέτουν για την λίγο-πολύ σκοτεινή ατμόσφαιρα του δίσκου. Το άλμπουμ ρέει αριστοτεχνικά μεταξύ του προοδευτικού rock, των κλασικών συνθέσεων και των heavy στιγμών που είτε αναδεικνύονται από τη σκοτεινή ατμόσφαιρα είτε από την ένταση των τραγουδιών. Με κάθε νέα ακρόαση του δίσκου αλλάζω άποψη για το ποιο κομμάτι αντιπροσωπεύει τον δίσκο καλύτερα. Το ομότιτλο κομμάτι προσφέρει ένα μεγάλο μείγμα των στοιχείων του album και είναι πιθανώς μία από τις καλύτερες αποδόσεις του Jargon μέχρι σήμερα. Επιπλέον, η κιθάρα, τα keyboards και το μπάσο ανεβάζουν την σύνθεση κατακόρυφα. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα άλλα κομμάτια ή ακόμα και η αλληλουχία των κομματιών είναι λιγότερο εξαιρετικά. Είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων που κάνουν ένα album σπουδαίο. Η τεχνική κατάρτιση των μουσικών, οι επιρροές, η παραγωγή… αλλά πάνω απ’ όλα η προσωπικότητα και η ικανότητα του μουσικού να μεταφέρει το δικό του μήνυμα, τις δικές του εμπειρίες και αισθητική. Ο Jargon και η ομάδα αυτών των μουσικών κάνουν ακριβώς αυτό.

9 / 10

Λευτέρης Σταθάρας

Be the first to comment

Leave a Reply