[Cuneiform Records, 2014]
Εισαγωγή: Δημήτρης Καλτσάς
15 / 03 / 2014
Κοιτώντας πίσω, πριν περίπου 10 χρόνια, η σημερινή άνθιση του προοδευτικού και πειραματικού ήχου, το ίδιο ελεύθερου σε φιλοσοφία και ομοίως ακομπλεξάριστου με τον αντίστοιχο των 70s, κάθε άλλο παρά αναμενόμενη θα ήταν και μάλλον θα φάνταζε σαν ένα κακόγουστο, τραβηγμένο αστείο. H -έστω μερική- απεξάρτηση της τέχνης από το εμπόριο έχει μεταβάλλει μεταξύ άλλων και τη φυσιογνωμία αρκετών σύγχρονων δισκογραφικών εταιρειών, οι οποίες ακολουθούν ή σε (ιδανική περίπτωση) ταυτίζονται με τη γραμμή των καλλιτεχνών και όχι αντίστροφα. Αυτό το καθόλου αναμενόμενο γεγονός αποτελεί μία κατάκτηση που γενικεύεται καθημερινά στις μέρες μας. Λαμπρό παράδειγμα αποτελεί η Cuneiform Records (έδρα: Washington, DC / Silver Spring, Maryland), απ’ όπου κυκλοφορούν νέες δουλειές από μπάντες που συγκαταλέγονται στις πιο πρωτοποριακές της εποχής μας. Τα στελέχη της Cuneiform προσδιορίζουν το αντικείμενο της εταιρείας τους ως «περιπετειώδη μουσική για περιπετειώδεις ανθρώπους» και δεν έχουν άδικο βέβαια.
Μία από τις μπάντες που πρόσφατα προστέθηκαν στο δυναμικό της Cuneiform είναι οι Ελβετοί SONAR (SONic ARchitechture). Το όνομά τους είναι δηλωτικό της καλλιτεχνικής τους στάσης, που συνίσταται στο αποκλειστικά instrumental μινιμαλιστικό progressive avant / math rock, με βάση τους ρυθμούς και την εναλλαγή τους, επενδύοντας στη μονοτονική χρήση αρμονικών τρίτονων και καταλήγοντας σε μία μουσική αμφισημία σε ένα περιβάλλον πολυρυθμίας. Το 2011 κυκλοφόρησε το ντεμπούτο τους “A Flaw Of Nature” από την Ronin Rhythm Records του (σπουδαίου) Nik Bärtsch και το 2012 το EP “Skeleton Groove” και το ψηφιακό live album “Live at Bazillus”.
Mε το “Static Motion”, το δεύτερο full length άλμπουμ τους, οι SONAR διεκδικούν μία θέση στο σύγχρονο χάρτη του πειραματικού prog χωρίς να κάνουν την παραμικρή έκπτωση και (μάλλον) προβάλλοντας αυτόν ακριβώς τον ιδιότροπο μουσικό τους χαρακτήρα ως την ειδοποιό διαφορά εντός της παγκόσμιας πειραματικής σκηνής.
Όμορφο, ατμοσφαιρικό, πειραματικό αλλά και λίγο μονότονο
Το “Static Motion” είναι το δεύτερο album των Sonar και μέσα από αυτό προσπαθούν να μας μυήσουν σε έναν μυστηριώδη κόσμο σκοτεινών και ατμοσφαιρικών instrumental μελωδιών, διατηρώντας όμως το στοιχείο του πειραματισμού σε υψηλά επίπεδα. Το πρώτο πράγμα που προσέχει κανείς στο “Static Motion” είναι η φοβερά υποβλητική ατμόσφαιρά του. Οι αρμονικές στις κιθάρες και τα ambient εφέ, σε συνδυασμό με το εξαιρετικό drumming του Manuel Pasquinelli το οποίο δημιουργεί ουκ ολίγες φορές χρονικές αντιθέσεις, συμβάλλουν στο να βυθιστεί ο ακροατής αρκετά εύκολα σ’ αυτόν τον κόσμο. Η όλη σύνθεση δε (η οποία κινείται στα όρια της fusion με κατά πολύ υπερισχύον το rock στοιχείο), θα μπορούσε άνετα να είναι soundtrack σε ταινία τρόμου. Η μπάντα είναι πολύ δεμένη ακόμα κι όταν πειραματίζεται και παρόλο που όλοι τους είναι πολύ καλοί τεχνίτες, τα κομμάτια παραμένουν minimal, χωρίς «γυμναστικές επιδείξεις» και φλυαρίες. Η κιθάρα δε, παραμένει αυστηρά καθαρή. Παρόλο τον πειραματισμό όμως η μελωδία δε λείπει και ένα στοιχείο από King Crimson είναι, αν όχι εμφανές, τουλάχιστον υποβόσκον. Τα κομμάτια μοιάζουν αρκετά μεταξύ τους. Σε αρκετές περιπτώσεις δε, κάποια ακούγονται σαν διαφορετικές εκδοχές του ίδιου κομματιού. Κάποια, όπως το “Vertical time”, έχουν λίγο περισσότερο ambience και κάποια παραμένουν λίγο πιο γήινα, όπως το “Continuum” με τις ανατολίτικες επιρροές του. Τα χαρακτηριστικά τους όμως συνθετικά είναι παρόμοια, έως πολύ παρόμοια, κάτι που κάνει το “Static Motion” να κουράζει από ένα σημείο και μετά, κάνοντας και την όλη εκπληκτική ατμόσφαιρα να ξεθωριάζει λίγο. Γενικά το album είναι όμορφο. Σε αφήνει όμως με τη αίσθηση ότι θα μπορούσε να είναι πολύ καλύτερο αν η μπάντα είχε εκμεταλλευτεί περισσότερο κάποιες καλές στιγμές οι οποίες υπάρχουν μέσα στα κομμάτια, δίνοντας περισσότερη ποικιλομορφία. Το “Static Motion” ενδέχεται να αρέσει αρκετά στους φίλους του minimal πειραματισμού και σε όσους θα ήθελαν ένα ατμοσφαιρικό ήχο χωρίς πολλές εναλλαγές. Είναι μια πολύ καλή προσπάθεια η οποία όμως θα μπορούσε να είναι όμως πολύ καλύτερη. Οι Sonar έχουν ό,τι χρειάζεται για να καταφέρουν ακόμα πιο όμορφα πράγματα και αυτό περιμένουμε κι εμείς από αυτούς.
6 / 10 Τρύφωνας Κακλαμάνος | Μινιμαλισμός και μαθηματικά σχολής Prof. Fripp
Oι SONAR είναι πράγματι μοναδικοί. Η αντιμετώπιση της μουσικής ως καλλιτεχνική στάση και ο τρόπος απόδοσής της προκαλούν το θαυμασμό. Με το “Static Motion” ακούστηκαν σε πολύ περισσότερο κόσμο και πιθανολογώ πως ηχητικά είναι ήδη αναγνωρίσιμοι στους περισσότερους από όσους έχουν ακούσει τη μουσική τους. Η έννοια της απολυτότητας είναι κυρίαρχη τόσο στο στήσιμο της μπάντας όσο και στην ηχητική φιλοσοφία της. Χρησιμοποιώντας στοιχειώδη μέσα (2 κιθάρες, ένα μπάσο και ένα βασικό drum kit), με σχεδόν μηδενικά εφέ (ελάχιστο reverb και tremolo), οι SONAR επιδιώκουν να διατηρούν τη μουσική τους όσο πιο καθαρή και άμεση γίνεται. Οι αρμονίες τους είναι ασυνήθιστες και οι φράσεις στις κιθάρες είναι λιτές, τονίζοντας την προτεραιότητα του ρυθμού και τον μινιμαλιστικό avant-rock χαρακτήρα με post και jazz ψήγματα που εκδηλώνεται με διάθεση prog math-rock. Αν θυμίζουν μία μπάντα (σε μουσική λογική τουλάχιστον) οι SONAR, αυτή είναι σίγουρα οι King Crimson όπως επανασυστήθηκαν στο “Discipline” (1981) και μετά. Τα παραπάνω διόλου τυχαία είναι, αν συνυπολογίσουμε ότι ο Stephan Thelen (κιθάρα) είναι κάτοχος PhD στα μαθηματικά και έχει διδαχτεί στα σεμινάρια Guitar Craft από τον Robert Fripp, ο Bernhard Wagner (κιθάρα) είναι software engineer, ενώ οι Christian Kuntner (μπάσο) και Manuel Pasquinelli (ντραμς) είναι πτυχιούχοι μουσικοί. Συνεκτιμώντας δε τον πανέμορφο ήχο που πέτυχαν με τον Henning Svoren (Ocean Sound Recordings), αλλά και το ότι η (ομαδικότατη σε πνεύμα) μουσική των SONAR παίζεται πάντα και αποκλειστικά ζωντανά (!!!), το αποτέλεσμα στο “Static Motion” προκαλεί δικαιολογημένα στραβολαίμιασμα. Το καταπληκτικό ομώνυμο κομμάτι, σίγουρα μία από τις καλύτερες συνθέσεις της μπάντας, αποτελεί ιδανικό δυναμικό ξεκίνημα και το “Twofold Covering” συνεχίζει επάξια, προσθέτοντας ανατολίτικα στοιχεία, τα οποία συναντώνται και σε επόμενα κομμάτια του δίσκου. Το πιο σύντομο “Landslide” κλείνει την υπέροχη αρχική τριάδα, με το συγκλονιστικό του τελείωμα να αποτελεί μία από τις κορυφαίες στιγμές του άλμπουμ. Στη συνέχεια και ενώ το εκτελεστικό επίπεδο παραμένει υψηλότατο, δυστυχώς αρκετές ιδέες και μοτίβα επαναλαμβάνονται και η έμπνευση περιορίζεται σε μεγάλο βαθμό εκτός σημείων στα υπόλοιπα κομμάτια (εξαιρείται το “Zero Tolerance”). Κάτι τέτοιο ίσως ήταν αναπόφευκτο εξαρχής. 70 λεπτά για ένα τόσο πειραματικό άλμπουμ είναι πολλά. Αν το άλμπουμ ήταν κατά 20-30 λεπτά μικρότερο (καμία υπερβολή), νομίζω πως οι συνθέσεις θα αναδεικνύονταν περισσότερο χωρίς να θυσιάζονται οι καλλιτεχνικές επιδιώξεις της μπάντας. Κι αυτό, γιατί όλα τα κομμάτια, εκτός του «απλωμένου» (σε παίξιμο και σε διάρκεια) και αρκετά κινηματογραφικού “Vertical Time”, είναι “σφιχτά” και βασίζονται στις εναλλαγές μέτρων με χρήση τρίτονων. Δε θα σταματήσω να ακούω το άλμπουμ, κυρίως για το επίπεδο αισθητικής, την ιδιαιτερότητα της άποψης και τον καταπληκτικό ήχο. Εύχομαι να τους δω ζωντανά, όπως τους ακούω στο “Static Motion”. Oι SONAR είναι πράγματι μοναδικοί.
6.5 / 10 Δημήτρης Καλτσάς |
Be the first to comment