Ne Obliviscaris – Urn

[Season Of Mist, 2017]

Intro: Meletis Doulgeroglou
Translation: M. Doulgeroglou, D. Kaltsas
29 / 11 / 2017

Ne Obliviscaris were formed in 2003 in the distant Melbourne and shook the progressive ground with their debut Portal Of I, almost a decade later after their formation (2009). The music they crafted was a perfect example of solid progressive death metal characterized by the addition of violin in their music. As a main contributor to the ongrowing Australian scene, Ne Obliviscaris earned the respect of extreme fans and capitalized their recognition by signing in the well-known ‘Season of Mist’ records. The child of this collaboration was Citadel which was released in 2014, based on their successful recipe but in a more extreme path without losing though their progressive sound, a change that was not greeted equally warmly by the extreme prog community.

After a 3-year period including tours in major cities throughout US and Europe, Ne Obliviscaris sustain their reputation with the release of Urn.


 

Balance as the barrier of complexity

After the turmoil caused by the departure of Brendan Brown (bass) due to domestic violence charges, Ne Obliviscaris are back in track. Did this change and the unexpected turn of events act positively for the band or are they reflected negatively in this effort? The answers are given below.

One main difference in comparison to their previous album, Citadel, is the gradual building of an eerie atmosphere in almost all of their songs. This is expressed by a handful of acoustic guitar touches, the addition of cello in some songs and the extended use of violin, a decision that is deemed wise, since Tim Charles is a charismatic musician and has managed to merge the sound of violin into the music of Ne Oblisvicaris and develop a unique musical identity. It should also be noted that there is a vast improvement regarding the ‘clean’ vocals he performs. When we reviewed Citadel I expressed a conservative opinion regarding the quality of ‘clean’ vocals. Now they are meticulously performed and bound to the rest of the music.

There was a debate about Citadel and the harsher direction Ne Obliviscaris followed in some of the songs. As it is aforementioned, the atmospheric and the slower build-up of songs match better the Ne Obliviscaris vision when they were introduced back in 2012 with their debut Portal of I. It is not difficult to listen to bands that deliver aggressive and intense death-prog, it is very difficult though to listen an unique sound or elements that provide a diversification. Fortunately, Ne Obliviscaris grow bigger with every release.

Of course, the death metal elements are present and punchy while the speed of music escalates when needed. Urn: part II is a brilliant example of how the transition from an enchanting part to the respective aggressive part should be built. In ‘Urn’, a better balance of the dual nature that Ne Obliviscaris express is achieved. Moreover, the songwriting has been improved and the compositions are memorable despite their long duration. We should also note the basslines played by the guest musician Robin Zielhorst. They are very distinctive and I dare to say that he outperforms his predecessor. Just listen to ‘Intra Venus’ and you may understand what I mean.

Lyrically, the dreadful thoughts of death and the dreams of despair are again present but in a darker and more ominous way. I do not know whether the unfortunate departure of Brendan Brown is imprinted in the aura of these lyrics.

The quality and context of Urn were not unexpected since Ne Oblivisvaris released three of the only six songs in total that ‘Urn’ contains (one is a short instrumental). As a long-album enthusiast I felt that something was missing and left craving for more. Moreover, even though the album embraces and proves its progressive aspect, the compositions are not very complex and there are not so many layers of content like there are in E album by Enslaved. May this be considered a drawback? Not necessarily, it is a matter of opinion, yet I firmly believe that Ne Obliviscaris have the talent and the musicianship to make their music bloom even more impressively.

In retrospect, The Portal Of I was a harbinger that something big is growing in Melbourne. Ne Obliviscaris after the release of Urn should be considered one of the major names regarding extreme prog metal globally. However, they have not conquered the summit of their capabilities. Should this album have been even more complex and deeper, we may have been talking about a very significant record for this year.

7.5 / 10

Meletis Doulgeroglou

 

2nd opinion

 

The third album is very important for a band and the Australians Ne Obliviscaris have come to it, where they seem to have found the way they want to deliver their progressive death metal. In Urn they continue mainly from where they were in Citadel, giving even more emphasis to the extreme element of their sound, and whatever melody the tracks have is attributed almost exclusively to the violin. This does not mean that the songs are a a “dialogue” of extreme music and violin, but that the different types of music they used earlier (flamengo, classical) and the acoustic guitar are gone. But these made them special and original. The songs in Urn are somewhat similar and monotonous, since almost everything is a mix of hyper-speed death metal, with melodic violin pauses and alternation of pure extreme vocals. Of course there is Eyrie which is a highlight, but it’s not enough. For those who follow the band from the beginning, this is not a step further; for the rest, it’s a good melodic death metal release.

7 / 10

Giannis Voulgaris

[Season Of Mist, 2017]

Εισαγωγή: Mελέτης Δουλγκέρογλου
Μετάφραση: M. Δουλγκέρογλου, Δ. Kαλτσάς
29 / 11 / 2017

Οι Ne Obliviscaris συστάθηκαν το 2013 στη μακρινή Αυστραλία και τάραξαν τα νερά του προοδευτικού χώρου με το ντεμπούτο τους Portal Of I, σχεδόν μια δεκαετία μετά την ίδρυση τους (2009). Το μουσικό τους περιεχόμενο αποτέλεσε ένα λαμπρό παράδειγμα προοδευτικού death metal, το οποίο ξεχώριζε λόγω της χρήσης του βιολιού στις συνθέσεις. Όντας από τους σημαντικούς αντιπροσώπους της ακμάζουσας αυστραλιανής σκηνής, κέρδισαν το σεβασμό του ακραίου κοινού και η αναγνώριση τους αυτή μετουσιώθηκε σε συμβόλαιο με τη σημαντική εταιρεία του χώρου Season of Mist. To πνευματικό παιδί αυτής της συνεργασίας ήταν το Citadel το οποίο ηχογραφήθηκε το 2014 και παρότι δεν απώλεσε τον προοδευτικό χαρακτήρα βασιζόμενο στην προηγούμενη δισκογραφική τους απόπειρα, εντούτοις η πιο τραχιά προσέγγιση του δε χαιρετήθηκε το ίδιο θερμά από την μεταλλική κοινότητα (οι κριτικές μας εδώ).

Έχοντας μεσολαβήσει 3 χρόνια εντός των οποίων οι Ne Obliviscaris περιόδευσαν σε μεγάλες πόλεις της Αμερικής και της Γηραιάς Αλβιώνας, ήρθε η ώρα να αναθερμάνουν το όνομα τους με το ‘Urn’.


 

Ισορροπία ως όριο της πολυπλοκότητας

Μετά την αναστάτωση που προκάλεσε η αποχώρηση του μπασίστα Brendan Brown λόγω κατηγοριών για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, οι Ne Obliviscaris επιστρέφουν. Άραγε η αναπάντεχη αυτή τροπή των γεγονότων και η συνεπακόλουθη αλλαγή λειτούργησαν θετικά για το συγκρότημα ή καθρεπτίζονται αρνητικά στην παρούσα κυκλοφορία; Οι απαντήσεις δίδονται παρακάτω.

Μια βασική διαφορά συγκριτικά με τον προπομπό του Urn, το Citadel, είναι το σταδιακό χτίσιμο μιας μυσταγωγικής ατμόσφαιρας σχεδόν σε όλες τις συνθέσεις του δίσκου. Ο σκοπός επιτυγχάνεται δια μέσου των ακουστικών σημείων, της χρήσης του cello σε ορισμένες συνθέσεις αλλά και μέσω της εκτεταμένης χρήσης του βιολιού, μια απόφαση που κρίνεται ως ορθή δεδομένου πως ο Tim Charles πέραν από χαρισματικός μουσικός είναι και ένας ικανός συνθέτης και κατάφερε να δέσει το βιρτουόζικο παίξιμο του με τη μουσική των Ne Obliviscaris και να αποτελέσει μάλιστα σήμα κατατεθέν. Πρέπει να επισημανθεί πως μεταξύ άλλων έχει βελτιώσει αισθητά τα καθαρά φωνητικά εν συγκρίσει με το Citadel τα οποία είχα χαρακτηρίσει μάλιστα ως μέτρια. Πλέον είναι εκτελεσμένα προσεκτικά και συνδυάζονται αρμονικότερα με το μουσικό περιεχόμενο.

Αναφορικά με το Citadel, υπήρξε συζήτηση κατά πόσον η τραχύτερη και πιο επιθετική του υφή εξυπηρετούσε το όραμα των Ne Obliviscaris. Εκτιμούμε πως η βραδύτερη κορύφωση και η ατμοσφαιρική προσέγγιση ταιριάζει περισσότερο με τα στοιχεία που μας έδειξαν στο ντεμπούτο τους και γενικά με τη νοοτροπία του συγκροτήματος. Εξάλλου δεν είναι και ιδιαίτερα δύσκολο να ακούσεις συγκροτήματα που παράγουν έντονο και επιθετικό death prog, λογίζεται όμως ως σαφώς δυσκολότερο να ακούσεις έναν ιδιαίτερο προσωπικό ήχο. Οι Ne Obliviscaris όμως με κάθε κυκλοφορία μεγαλώνουν το όνομα τους και αποκτούν την ξεχωριστή τους ταυτότητα.

Φυσικά, τα death στοιχεία είναι παρόντα και δυναμικά  ενώ οι ταχύτητες ανεβαίνουν όταν χρειαστεί. Το Urn: part II αποτελεί ένα λαμπρό παράδειγμα για το πώς πρέπει να εναλλάσσεται το ατμοσφαιρικό με το επιθετικό κομμάτι. Είναι αλήθεια πως στο παρόν πόνημα επιτυγχάνεται η ισορροπία μεταξύ των δύο φύσεων της μουσικής των Ne Obliviscaris. Ακόμα, η συνθετική ικανότητα των καλλιτεχνών έχει βελτιωθεί και οι συνθέσεις παρότι μακροσκελείς δύναται να μνημονευθούν. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στον guest μπασίστα Robin Zielhorst. Οι μπασογραμμές του είναι χαρακτηριστικές και τολμώ να πω πως ξεπερνά τον προκάτοχο του. Ακουστικά, το ανωτέρω είναι ιδιαίτερα αντιληπτό στο Intra Venus.

Στιχουργικά, οι νοσηρές σκέψεις του θανάτου και τα όνειρα απόγνωσης είναι παρόντα αλλά δοσμένα με έναν πιο σκοτεινό και δυσοίωνο τρόπο έκφρασης. Πιθανώς, το ατυχές γεγονός της απομάκρυνσης του Brendan Jones να αποτυπώνεται στην αύρα των στίχων.

Η ποιότητα και το περιεχόμενο του Urn είχαν γίνει αντιληπτά ιδιαίτερα καθότι οι Ne Obliviscaris κυκλοφόρησαν τα τρία από τα έξι μόλις τραγούδια (το ένα μάλιστα είναι οργανικό και μικρό σε διάρκεια). Όντας θιασώτης των μεγάλων σε διάρκεια album, ένιωσα πως κάτι λείπει και ζητούσα ακόμα περισσότερο. Επιπροσθέτως, παρότι το album ασπάζεται και αποδεικνύει την προοδευτική πλευρά του, εντούτοις οι συνθέσεις δεν είναι ιδιαίτερα πολύπλοκες ούτε πυκνά δομημένες σε περιεχόμενο όπως το E των Enslaved φερειπείν. Μπορεί αυτό να θεωρηθεί μειονέκτημα; Όχι απαραίτητα, πιστεύω όμως πως το ταλέντο και οι ικανότητες των αυστραλιανών θα μπορούσαν να προσδώσουν άλλον αέρα στις συνθέσεις και να γίνουν πιο εντυπωσιακές.

Εν κατακλείδι, το The Portal Of I αποτέλεσε έναν προάγγελο του ότι κάτι μεγάλο ετοιμάζεται στη Μελβούρνη. Οι Ne Oblisvicaris μετά την κυκλοφορία του Urn, πρέπει να συγκαταλέγονται ανάμεσα στα μεγάλα ονόματα του ακραίου προοδευτικού χώρου παγκοσμίως. Παρόλα αυτά αισθάνομαι πως δεν έχουν κατακτήσει την κορυφή των ικανοτήτων τους. Αν το παρόν album ήταν πιο πολύπλοκο και πιο βαθύ, ίσως να μιλούσαμε για έναν πολύ σημαντικό δίσκο της χρονιάς αυτής.

7.5 / 10

Μελέτης Δουλγκέρογλου

 

2η γνώμη

 

Ο τρίτος δίσκος είναι πολύ σημαντικός για μια μπάντα και σε αυτόν έφτασαν αισίως οι Αυστραλοί Ne Obliviscaris, όπου φαίνεται να κατασταλάζουν στον τρόπο με τον οποίο θέλουν να αποδίδουν το progressive death metal τους. Στο Urn συνεχίζουν κυρίως από εκεί που έμειναν στο Citadel, δίνοντας ακόμα περισσότερη έμφαση στο ακραίο στοιχείο του ήχου τους και η όποια μελωδία έχουν τα κομμάτια αποδίδεται σχεδόν αποκλειστικά από το βιολί. Αυτό δε σημαίνει ότι τα τραγούδια είναι ένας «διάλογος» ακραίας μουσικής και βιολιού, αλλά ότι τα διαφορετικά είδη μουσικής που χρησιμοποιούσαν παλιότερα (flamengo, κλασσική) και η ακουστική κιθάρα, εκλείπουν. Αυτά όμως τους έκαναν ιδιαίτερους και πρωτότυπους. Τα κομμάτια του Urn θα έλεγα ότι είναι κάπως μονότονα και παρόμοια, μιας και σχεδόν όλα είναι μια μίξη hyper-speed death metal, με μελωδικές παύσεις βιολιού και εναλλαγή καθαρών ακραίων φωνητικών. Βέβαια υπάρχει το Eyrie που σώζει την κατάσταση, αλλά δε φτάνει. Για όσους ακολουθούν τη μπάντα από την αρχή, αυτός είναι ένας δίσκος στασιμότητας, για τους υπόλοιπους μια καλή μελωδική death metal κυκλοφορία.

7 / 10

Γιάννης Βούλγαρης

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης