[Pekula Records, 2018]
Intro: Dimitris Kaltsas
01 / 12 / 2018
The modern Norwegian prog scene is the boldest and most interesting in the world right now, imo. In the big list of new impressive bands from this scene, one more is now added, and it seems that they’ll concern us in the futre.
Amgala Temple is a trio formed by experienced and talented musicians. Guitarist Amund Maarud is a former member of the alternative rockers The Grand and he also has released three solo albums. Multi-organist Lars Horntveth is a member of the great Jaga Jazzist and The National Bank, and also has made two very interesting solo albums. The third member is none other than Gard Nilssen, drummer of Puma and the outstanding Bushman’s Revenge.
The experience of the three musicians with various musical genres, such as jazz-rock, prog, blues, pop, alt-rock, modern classical, and so on raises reasonable questions: what is Amgala Temple playing and how good is Invisible Airships?
[bandcamp width=100% height=120 album=838816509 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]
Untamed, mysterious spontaneity
No matter how well prepared someone can be by being aware of the background, the past and present of the three musicians, listening to the debut of Amgala Temple causes a mixture of surprise and impressiveness, which is consolidated into an absolutely positive mark. Invisible Airships may bear some similarities to the bands of the three members (mostly Bushman’s Revenge), but nevertheless it is something new and unique. The different element of the Oslo trio lies mainly in the way in which their music emerged as an intention and therefore in the emotions it radiates. The three musicians based their partnership on improvisation and experimentation, and so they did not tamper their play to preserve the element of spontaneity. Perhaps it is no coincidence that they recorded everything within a few days.
Though the music of Amgala Temple is basically a mix of jazz-rock and progressive rock, it is not that simple. Here, the structure follows the mood of the three members, who are all on the same page aesthetically. Maarud, as a guitarist, is the one who sets off the riffs and the atmospheric solos while rhythmically grooving with impressive comfort at a very high level. The most important thing is that he achieves all that without overshadowing the other two, and manages to impress with his explosive play that marries the three major worlds (jazz, rock, blues) in an amazing way. It is pure delight that his guitar playing has been joined by Nilssen’s drumming, one of the most energetic, intensive and inspired drummers in the wide jazz-rock scene today, who seems to enjoy the broad thematic range and the free band character, being once again impeccable, spectacular and to the point. The contribution of Horntveth is also invaluable with his fantastic 70s bass lines and his genius play on the keys, one of the highlights of the band’s music.
This partnership led to a result very much alive, fresh, dynamic, flowing, but also dark, untamed, mysterious, heavy, psychedelic, endoscopic. It is an ideal instrumental setting to combine the music of the past with that of the present. The different role of each track makes it very difficult to distinguish one or more songs of such a solid album. The two longest tracks at the beginning (Bosphorus) and the end (Moon Palace) of the album are probably the most obvious choices, but it is certain that all the other three tracks of the record have their own magic. This is instantly perceived when someone gives in and lets the album play repeatedly, discovering new unexplored corners upon each consecutive hearing. I don’t know how the band would perform in a somewhat stricter compositional context or how smoother their sound would be if the saxophone and clarinet by Horntveth were included, but that is something that we might enjoy in the future, because Amgala Temple are here to stay.
8.5 / 10
Dimitris Kaltsas
[Pekula Records, 2018]
Εισαγωγή: Δημήτρης Καλτσάς
01 / 12 / 2018
Η σύγχρονη νορβηγική prog σκηνή είναι κατά την προσωπική μου γνώμη ό,τι πιο τολμηρό, πρωτοπόρο και ενδιαφέρον συμβαίνει παγκοσμίως στον συγκεκριμένο χώρο. Στη μεγάλη λίστα των νέων εντυπωσιακών σχημάτων από αυτή τη σκηνή προστίθεται πλέον άλλο ένα, το οποίο όλα δείχνουν ότι θα μας απασχολήσει πολύ.
Οι Amgala Temple είναι ένα trio που σχηματίστηκε από πεπειραμένους και ταλαντούχους μουσικούς. Στην κιθάρα είναι ο Amund Maarud, πρώην μέλος των alternative rockers The Grand, ο οποίος έχει επίσης τρία solo albums. Ο πολυοργανίστας Lars Horntveth είναι μέλος των σπουδαίων jaga Jazzist και των The National Bank, ενώ έχει και δύο άκρως ενδιαφέροντες προσωπικούς δίσκους. Ο τρίτος της παρέας είναι ο γνωστός και μη εξαιρετέος Gard Nilssen, ντράμερ των εξαιρετικών Bushman’s Revenge και των Puma.
Η ενασχόληση των τριών μουσικών με διάφορα μουσικά είδη, όπως jazz-rock, prog, blues, pop, alt rock, modern classical, noise κ.ά. δημιουργεί εύλογα ερωτήματα: τι παίζουν οι Amgala Temple και πόσο καλό είναι το Invisible Airships;
[bandcamp width=100% height=120 album=838816509 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]
Αδάμαστος, μυστηριώδης αυθορμητισμός
Όσο προετοιμασμένος κι αν είναι κανείς γνωρίζοντας το υπόβαθρο, το παρελθόν και το παρόν των τριών μουσικών, ακούγοντας το ντεμπούτο των Amgala Temple κυριαρχεί ένα μείγμα έκπληξης και εντυπωσιασμού, το οποίο παγιώνεται σε ένα απόλυτα θετικό πρόσημο. Μπορεί το Invisible Airships να έχει κάποιες ομοιότητες με τις μπάντες των τριών μελών της μπάντας (κυρίως ίσως με τους Bushman’s Revenge), αλλά συνολικά αποτελεί κάτι ξεχωριστό και καινούργιο. Το διαφορετικό στοιχείο που φέρνει το trio από το Όσλο έγκειται κυρίως στον τρόπο με τον οποίο προέκυψε η μουσική ως πρόθεση και ως εκ τούτου στα συναισθήματα που αποπνέει. Οι τρεις μουσικοί βάσισαν την σύμπραξή τους στον αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα και τον πειραματισμό και γι’ αυτό δεν επεξεργάστηκαν ούτε στο ελάχιστο τα παιξίματά τους, ώστε να διατηρήσουν το στοιχείο του αυθορμητισμού. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι ηχογράφησαν τα πάντα μέσα σε λίγες ημέρες.
Όσον αφορά το περιεχόμενο της μουσικής των Amgala Temple, πρόκειται για ένα μείγμα jazz-rock και progressive rock, με αλλά τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Εδώ η δομή ακολουθεί τις διαθέσεις των τριών μουσικών, που ακούγονται εντυπωσιακά ταυτισμένες. Ο Maarud ως κιθαρίστας είναι εκείνος που δίνει το έναυσμα με τα riffs και τα ατμοσφαιρικά του solo, ενώ ρυθμικά γκρουβάρει με εντυπωσιακή άνεση σε πολύ υψηλό επίπεδο. Το σημαντικότερο ίσως είναι πως όλα αυτά τα κάνει χωρίς να επισκιάζει τους άλλους δύο, επιτυγχάνοντας ωστόσο να εντυπωσιάσει με το εκρηκτικό του παίξιμο που παντρεύει τους τρεις βασικούς κόσμους (jazz, rock, blues) με εκπληκτικό τρόπο. Είναι απόλυτα ευτυχές ότι αυτό το παίξιμο παντρεύτηκε με το drumming του Nilssen, ενός από τους πιο ενεργοβόρους και εμπνευσμένους ντράμερ στον ευρύ jazz-rock χώρο, ο οποίος φαίνεται να απολαμβάνει το ευρύ θεματικό εύρος και τον ελεύθερο χαρακτήρα της μπάντας, όντας για άλλη μία φορά άψογος, θεαματικός και ουσιώδης. Σε αυτό βοηθάει σημαντικά βέβαια και ο Horntveth με τις ευφάνταστες 70s μπασογραμμές του και το ιδιοφυές παίξιμό του στα πλήκτρα, ένα από τα ομορφότερα στοιχεία της μουσικής της μπάντας.
Αυτή η σύμπραξη οδήγησε σε ένα αποτέλεσμα ζωντανό, φρέσκο, δυναμικό, ρέον, αλλά και σκοτεινό, αδάμαστο, μυστηριώδες, σκληρό, ψυχεδελικό, ενδοσκοπικό. Πρόκειται για ένα ιδανικό ορχηστρικό περιβάλλον σύμπλευσης του παρελθόντος με το παρόν. Ο διαφορετικός ρόλος κάθε κομματιού κάνει πολύ δύσκολη τη διάκριση ενός ή περισσοτέρων από αυτό το τόσο συμπαγές σύνολο. Τα δύο εκτενέστερα κομμάτια στην αρχή (Bosphorus) και το τέλος (Moon Palace) του album αποτελούν ίσως τις πιο προφανείς επιλογές, αλλά είναι βέβαιο πως κανένα από τα άλλα τρία κομμάτια του δίσκου δεν υστερεί. Αυτό γίνεται άμεσα αντιληπτό όταν κανείς παρασυρθεί και αφήσει τον δίσκο να παίξει κατ’ επανάληψη, ανακαλύπτοντας νέες ανεξερεύνητες γωνιές. Δεν ξέρω πώς θα απέδιδε η μπάντα σε ελαφρώς πιο αυστηρά συνθετικά πλαίσια ή πόσο πιο smooth θα ακουγόταν η μουσική τους αν απολαμβάναμε το σαξόφωνο και το κλαρινέτο τον Horntveth, αλλά αυτό είναι κάτι που ίσως το απολαύσουμε μελλοντικά, γιατί όλα δείχνουν ότι οι Amgala Temple ήρθαν για να μείνουν.
8.5 / 10
Δημήτρης Καλτσάς
Κάντε το πρώτο σχόλιο