[Equal Vision Records, 2015]
Εισαγωγή: Νίκος Βέβες
02 / 12 / 2015
Previously on The Dear Hunter:
Ο Dear Hunter γεννήθηκε και πέρασε τα παιδικά του και εφηβικά χρόνια σε ένα χωριό δίπλα σε μια λίμνη μαζί με τη μητέρα του και πρώην ιερόδουλο, Ms. Terri. Μετά τον θάνατό της, αποφασίζει να πάει στην πόλη, όπου γνωρίζει και ερωτεύεται τη Ms. Leading, επίσης ιερόδουλο, αλλά γνωρίζει και τον Ιερέα, ο οποίος είναι επίσης και ο νταβατζής στον οίκο ανοχής που απασχολεί τη Ms. Leading. O Dear Hunter πληγώνεται, όπως είναι φυσικό, φεύγει από την πόλη και καταλήγει στρατιώτης κατά τη διάρκεια του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου. Τραυματίζεται άσχημα, σώζεται από τον -άγνωστό του μέχρι εκείνη τη στιγμή- ετεροθαλή αδερφό του και γνωρίζει τον πατέρα τους, επίσης στρατιώτη, ο οποίος μιλά υποτιμητικά για τη Ms. Terri. Σε μετέπειτα μάχη ο Αδερφός τραυματίζεται θανάσιμα και ο Dear Hunter αποφασίζει ότι, αφού η ομοιότητα το επιτρέπει, θα επιστρέψει στην πόλη προσποιούμενος ότι είναι ο αδερφός του. Αλλά αφού σκοτώσει τον πατέρα του πρώτα. Ναι, είναι εντελώς σαπουνόπερα.
Previously on The Dear Hunter:
Κατά τη διάρκεια του «διαλείμματος» που έκαναν οι Dear Hunter για να ξεκουραστούν λίγο από το concept των “Acts, κυκλοφόρησαν μια συλλογή από 9 EP συνολικά 36 κομματιών για το χρωματικό φάσμα (“The Color Spectrum”), το κυκλοφόρησαν και ως επιλεκτική συλλογή 11 κομματιών και ως live DVD, κυκλοφόρησαν έναν ακόμα studio δίσκο που δε σχετιζόταν με τα Acts, το “Migrant”, του έβαλαν και ένα συνημμένο (“The Migrations Annex”), κυκλοφόρησαν ένα live CD (“Live”) και κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά ο Casey Crescenzo έβγαλε και το “Amour & Attrition”. Και τώρα ξέρετε γιατί υπάρχουν εισαγωγικά στην αρχή αυτής της παραγράφου. Επίσης, σύμφωνα με δηλώσεις του ίδιου του Crescenzo, φλέρταρε έντονα με την ιδέα να μετατρέψει τους Dear Hunter σε «εμπορική» μπάντα για να ικανοποιήσει κάποια (τότε) μέλη και την (τότε) εταιρεία του. Δεν το έκανε. Και επέστρεψε στα Acts. Και, όπως έλεγαν και οι Monty Python, “there was much rejoicing”.
The fire remains Η πρώτη ακρόαση του “Act IV: Rebirth in Reprise” των Dear Hunter από κάποιον που είναι ήδη εξοικειωμένος με τις προηγούμενες δουλειές του Casey Crescenzo έχει τρία πολύ συγκεκριμένα συμπεράσματα. Το πρώτο συμπέρασμα είναι πως το συγκεκριμένο άλμπουμ αποτελεί άξια συνέχεια των Acts, περισσότερο δε αν τοποθετηθεί μέσα στο πλαίσιο όπου ανήκει, δηλαδή μέσα σε ένα τετράωρο listening session. Το δεύτερο συμπέρασμα είναι πως το “Amour & Attrition” που κυκλοφόρησε ο Crescenzo εξυπηρετούσε περισσότερο το “Act IV” ως άσκηση παρά ήταν ανεξάρτητη και δικαιολογημένη κυκλοφορία. Το τρίτο είναι πως αν υπάρχει άμεση σύνδεση με κάποιο άλλο από τα Acts, το “Rebirth In Reprise” σχετίζεται περισσότερο με το “Act II: The Meaning of, and All Things Regarding Ms. Leading”, το οποίο και είναι λογικό μιας και από πλευράς concept έχουμε την επιστροφή του χαρακτήρα του Dear Hunter στην πόλη όπου βρισκόταν στο “Act II”. Από την αρχή του δίσκου και το εξαιρετικό “Rebirth”, αυτό που γίνεται εμφανές είναι το επίπεδο στο οποίο έχουν φτάσει οι Dear Hunter στο θέμα της ενορχήστρωσης. Πολλά φυσικά έγχορδα, όπως θα περίμενε κανείς μετά το “Amour & Attrition”, αλλά και πολλά πνευστά και σε σημεία μια ελαφρώς πιο jazz διάθεση που συνοδεύει έξοχα το γεγονός ότι η ιστορία αυτού του δίσκου εκτυλίσσεται στα ‘20s. Αλλά είναι και το layering το οποίο τοποθετεί αυτή τη δουλειά ένα σκαλί παραπάνω από οτιδήποτε άλλο έχουν κυκλοφορήσει οι Dear Hunter. Στο “Old Haunt”, φερ’ ειπείν, πίσω από το σχεδόν αηδιαστικά κολλητικό ρεφρέν υπάρχουν φυσικά έγχορδα, δεύτερα φωνητικά, τα οποία διαδέχεται ένα orchestral swell που είναι κινηματογραφικών προδιαγραφών. Της Ms. Terri δηλαδή. Οι Dear Hunter λοιπόν έχουν ένα φυσικό αβαντάζ: το λαρύγγι του Casey Crescenzo, το οποίο πέρα από τρομακτικά ικανό τεχνικά είναι και εξωπραγματικά εκφραστικό. Σε κομμάτια όπως το “Waves” και κυρίως τα “At the End of the Earth” και “Wait” παραδίδει σεμινάρια πάνω στο πώς ένα τραγούδι μπορεί να γίνει βιωματικό. Και οι τελευταίοι ενδοιασμοί για το αν είναι το καλύτερο λαρύγγι στον χώρο εξανεμίζονται. Είναι. Τόσο απλά. Στα μισά περίπου του ενορχηστρωτικά ιδιοφυούς Remembered ο ακροατής καταλαβαίνει τι θα ακολουθήσει. Γιατί αν έχασε τις διακριτικές αναφορές στα “The Lake and the River (The Old Haunt)” και “What It Means to Be Alone (At the End of the Earth)”, εδώ το λέει ξεκάθαρα: “The flame might be gone, but the fire remains.” (“Battesimo del Fuoco”). Όπως και στα προηγούμενα Acts λοιπόν, οι αναφορές σε αυτά που έχουν ειπωθεί/παιχτεί σε προηγούμενους δίσκους είναι πολλές. Το “A Night on the Town”, ας πούμε, πέρα από το γεγονός ότι καταφέρνει να είναι κολλητικό, καθ’ όλα έξοχο και η μουσική μεταφορά της αίσθησης «βγαίνω έξω και τα κάνω Ms. Leading» πετάει από το πουθενά μια αναφορά στο “Bitter Suite I” και μια φρασούλα από το “Mustard Gas” παιγμένη στο πιάνο. Το έξοχα διασκεδαστικό “Squeaky Wheel” με την κατιτίς Elton John αισθητική του παραπέμπει άμεσα στο “Smiling Swine”. Το “Bitter Suite IV & V” βρίθει αναφορών στα “Bitter Suite I & II”, ως είναι φυσικό και αναμενόμενο. Και ερχόμαστε στο θέμα του “King of Swords (Reversed)”, το οποίο κατά πολλούς είναι το μελανό σημείο του δίσκου μιας και είναι disco. Και πράγματι ή θα το μισήσεις ή θα το χορέψ… λατρέψεις. Η ύπαρξή του όμως δικαιολογείται από το “Blood of the Rose” του Act II και το πόσο άσχετο φάνταζε ένα κομμάτι tango μέσα στο άλμπουμ. Μπορεί ο δίσκος να μην έχει την ελκυστική «σκατοψυχία» κομματιών όπως τα “Red Hands” και “Dear Ms. Leading” και να υπάρχει μια ασυνέπεια μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου μέρους, αλλά η εξέλιξη που επιδεικνύει η μπάντα, το γεγονός ότι το “Act IV” αποτελεί άξιο συνεχιστή του concept, οι έξυπνες αναφορές σε όσα έχουν προηγηθεί στο concept, η διάθεση πειραματισμού, το λαρύγγι του Crescenzo που βρίσκεται στα καλύτερά του…
9 / 10 Νίκος Βέβες | Ιδανική μουσική συνέχεια του concept Οι Dear Hunter είναι μια αμερικάνικη progressive rock μπάντα, όπου ιθύνων νους, ιδρυτής, βασικός συνθέτης και στιχουργός είναι ο Casey Crescenzo, ο οποίος συνέλαβε την ιδέα που διαδραματίζεται κατά τη δισκογραφία της μπάντας, σχετικά με τη ζωή ενός αγοριού που λέγεται “The Dear Hunter” και θα έχει έκταση 6 δίσκων. Η ιστορία διαδραματίζεται στις αρχές του 20ού αιώνα και στο “Act I” περιγράφεται η σύλληψη και η γέννηση του ήρωα από μια πόρνη που ονομάζεται Ms. Terri, ενώ στο “Act II” παρουσιάζεται η ζωή του σε ένα παρακείμενο οίκο ανοχής (προσπαθώντας του να μάθει πληροφορίες για τη μητέρα του, που πέθανε πριν τη γνωρίσει) και ο έρωτάς του προς μια πόρνη, την Ms Leading, που τελειώνει άδοξα (μιας και δεν μπορεί να αποδεχθεί το επάγγελμά της). Η κατάσταση αυτή τον οδηγεί στο να καταταγεί στο στρατό, και εμάς στο “Act ΙII”, όπου κατά τη διάρκεια ενός πολέμου γνωρίζει τον πατέρα του και τον ετεροθαλή αδελφό του. Με το θάνατο του δεύτερου και την αδιαφορία του πρώτου προς το γεγονός αυτό, ο ήρωας δηλητηριάζει τον πατέρα του και κλέβει την ταυτότητα του αδερφού του. H κατάληξη της πράξης αυτής παρουσιάζεται στην τελευταία κυκλοφορία της μπάντας, το “Act IV: Rebirth In Reprise”. Σε αυτό το δίσκο οι Dear Hunter διατηρούν όλα τα στοιχεία που παραπέμπουν ηχητικά στα προηγούμενα Act, δηλαδή η φωνή είναι το βασικό «όργανο» πάνω στο οποίο χτίζονται τα κομμάτια, το rhythm section δίνει ρέστα με την απλότητα και ουσία του, το μπάσο έχει ζεστό και γεμάτο ήχο, η κιθάρα είναι περισσότερο συνοδευτική των πλήκτρων παρά πρωταγωνίστρια όπως θα φαντάζεται κάποιος σε ένα rock δίσκο, ενώ τα κομμάτια διανθίζονται από πολλά συμφωνικά μέρη με τη βοήθεια εγχόρδων, πνευστών και χορωδιακών μερών που δίνουν μια retro αίσθηση στο όλο άκουσμα. Σε όλα αυτά προσθέστε και μια διάχυτη Genesis επιρροή, τόσο της prog rock εποχής στο πρώτο μισό του δίσκου όσο και της πιο 80s στο δεύτερο, ειδικότερα του “Duke”, και θα έχετε μια καλή ιδέα για το τι θα ακούσετε. Ο δίσκος ξεκινά με το “Rebirth” που είναι εύθυμο γιατί φαίνεται τα πράγματα να πηγαίνουν καλά στη ζωή του ήρωα, ενώ με την τριπλέτα κομματιών που ακολουθεί “The Old Haunt”, “Waves”, “At the End of the Earth” η μουσική γίνεται πιο θλιμμένη, θυμίζει μουσική ταινιών δεκαετίας του ‘40-‘50 (αυτές τις ματζόρε μελωδίες παιγμένες από έγχορδα), και αυτό γιατί στην ιστορία η «μητέρα» του ήρωα πεθαίνει αφήνοντας τον μόνο ξανά. Στα “A Night on the Town”, “Is there Anybody Here?” και “The Squeaky Wheel” το progressive rock της μπάντας πλαισιώνεται από στοιχεία καμπαρέ και λίγο πιο pop σημεία, κάνοντάς το πιο «διασκεδαστικό», τα οποία ταιριάζουν με την ιστορία στην οποία ο ήρωας «βρίσκεται» με μια γυναίκα που νομίζει ότι είναι η Ms Leading, όμως είναι η γυναίκα του αδερφού του. Στη συνέχεια στα “The Bitter Suite IV-VI” η μουσική φέρνει στο μυαλό το “The Wall” των Pink Floyd ίσως γίνεται και σκόπιμα, μιας και ο ήρωας απηυδισμένος από την κατάσταση στην πόλη που ζει αποφασίζει να ασχοληθεί με την πολιτική, όπου η επιτυχία του εκεί αποτυπώνεται στα “King of Swords” και “If All Goes Well” που είναι τα πιο uptempo και σχεδόν disco τραγούδια του δίσκου. Με το “The Line” που ακολουθεί να είναι ένα μελαγχολικό voice driven τραγούδι που μιλάει για το χωρισμό του ζευγαριού λόγω της αλλαγής του χαρακτήρα του ήρωα από την εξουσία (best ever τραγούδι χωρισμού). Ο δίσκος κλείνει υπέροχα με τα “Wait” και “Ouroboros”, με το πρώτο να είναι βαρύ και σκοτεινό με υπέροχο μπάσο, που μιλάει για την ενδοσκόπηση του ήρωα και το πώς έφτασε εδώ που είναι, ενώ το δεύτερο πιο ψυχεδελικό και ταξιδιάρικο αναντίστοιχο της πλοκής που θέλει τον πρωταγωνιστή να εκβιάζεται από κάποιον που γνωρίζει το παρελθόν του (γιος πόρνης, δολοφόνος του πατέρα του, κλέφτης της ταυτότητας του αδερφού του). Εν κατακλείδι, το “Act IV: Rebirth In Reprise” είναι ένας πολύ ωραίος δίσκος, στο ίδιο επίπεδο συνθετικά με τα προηγούμενα, ίσως και καλύτερος (το λες και επίτευγμα…), που σε κάνει να θαυμάζεις πόσο ωραία συνέχισαν το concept και να αδημονείς για τη συνέχεια. Είναι ένας δίσκος που θέλει χρόνο και αφοσίωση (θα χάσεις πολλά αν τον βάλεις να παίζει και κάνεις και κάτι άλλο ταυτόχρονα), ο οποίος θα σε ανταμείψει ψυχολογικά. Είναι για μένα, πέρα όλων αυτών, ένας από τους καλύτερους δίσκους της χρονιάς.
8.5 / 10 Γιάννης Βούλγαρης |
Be the first to comment