Από τον Γιώργο Φλωράκη
Πρέπει να ομολογήσω για μια ακόμη φορά την έντονη συναισθηματική σχέση που έχω με το metal, ακόμη κι αν τα τελευταία χρόνια δεν ενημερώνομαι όσο θα ήθελα ως προς το είδος αυτό. Ενώ από τη μια πλευρά αυτή η απόσταση μού δημιουργεί ένα είδος έλλειψης, από την άλλη με βοηθάει να το παρακολουθώ με πολύ μεγαλύτερη ψυχραιμία.
Το metal είναι μια μουσική που έχει μια βασικότατη λειτουργία κοινωνικοποίησης: τοποθετεί τους πολυάριθμους έφηβους οπαδούς του (δεν είναι καθόλου τυχαία η λέξη «οπαδοί») σε μια κατάσταση μη προσαρμογής ως προς την ευρύτερη κοινωνία, σε μια κατάσταση ιδιότυπης αντίθεσης. Την ίδια στιγμή, οι οπαδοί του metal προσαρμόζονται, ενδεχομένως και αφομοιώνονται από την υπόγεια κουλτούρα της ομάδας τους (sub-culture) ή από κάποια από τις υπο-ομάδες της. Η υπόγεια κουλτούρα ως μόρφωμα στηρίζει την ύπαρξή της στην αντίθεση πέρα από τη mainstream κουλτούρα, και σε κάθε άλλη υπόγεια κουλτούρα που υπάρχει Με την έννοια αυτή ένας οπαδός του metal είναι κάθετα αντίθετος στην indie sub-culture για παράδειγμα.
Για να πετύχει αυτή η απόλυτη αντιπαράθεση της Ίδιας (2) (δικής μας) κουλτούρας στην κουλτούρα του Άλλου (που εδώ ορίζεται ως οτιδήποτε δεν είναι δικό μας), είναι αναγκαία η απόλυτη συνεκτικότητα της δικής μας ομάδας. Αυτή επιτυγχάνεται μέσω του στυλ ντυσίματος σε πρώτη φάση, αλλά ακόμη κι αυτό δεν είναι αρκετό. Είναι αναγκαίο η μουσική που ακούμε να παρουσιάζει στοιχεία ομοιομορφίας, τέτοια ώστε να είναι απόλυτα εμφανές ότι το ένα ή το άλλο συγκρότημα είναι «δικό μας» και «όχι των άλλων». Με δεδομένη της πίεση των οπαδών αλλά και λόγω του ότι και τα ίδια τα μέλη των συγκροτημάτων αποτελούν μέλη των ίδιων υπόγειων ομάδων, το metal είναι ένα ιδίωμα που χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη ομοιομορφία από άλλα ιδιώματα και εξελίσσεται σχετικά αργά. Η καινοτομία είναι αποδεκτή μόνο όταν δεν είναι τέτοια που να διαρρυγνύει τα όρια του είδους, ή πολύ συχνά και του ιδιώματος εντός του είδους, πράγμα που αποδεικνύεται και από τις ενδομεταλλικές αντιθέσεις: οπαδοί του power metal εναντίον οπαδών του death metal κλπ. Τέτοιου είδους αντιθέσεις τόσο ως προς το mainstream όσο και ως προς τα εσωτερικά ιδιώματα εμφανίζονται σε όλα τα μουσικά είδη που σχετίζονται με υπόγειες νεανικές κουλτούρες, όπως είναι για παράδειγμα το hip hop.
Καθώς οι οπαδοί του metal μεγαλώνουν και αποχωρίζονται την ομάδα για να ενταχθούν ο καθένας με τον τρόπο του στην ευρύτερη κοινωνία, συνήθως αποδέχονται περισσότερα ιδιώματα του metal αλλά και αρκετά άλλα είδη μουσικής, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πρώην μέλη της metal κοινότητας που να μένουν προσκολλημένα στο ιδίωμα που άκουγαν, ως ένα είδος νοσταλγίας για την εποχή της αθωότητας, δηλαδή της μη προσαρμογής.
Συνεπώς, σε γενικές γραμμές το metal είναι μια μουσική που έχει ανάγκη την ομοιομορφία –έστω τη σχετική- για να μπορέσει να επιτελέσει τη λειτουργία του ως μέσο κοινωνικοποίησης (3), πράγμα που σημαίνει ότι κάθε δίσκος που στοχεύει στο metal κοινό δεν πρέπει να ξεφεύγει από κάποιες νόρμες, ακόμη κι αν δεχθούμε ότι οι νόρμες αυτές γίνονται πιο χαλαρές στο πέρασμα του χρόνου.
Στην πιο πάνω περίπτωση το metal είναι ο ηχητικός στόχος. Τα τελευταία χρόνια όμως βλέπουμε συγκροτήματα που δεν αντιμετωπίζουν το metal ως στόχο αλλά ως αφετηρία, ως κεντρική έμπνευση και δεν έχουν κανέναν λόγο να το κρύψουν. Τέτοιο σχήμα ήταν οι Cathedral όταν άρχισαν να ξεφεύγουν από το doom και να κινούνται προς το stoner, τέτοιο σχήμα είναι οι Ulver, οι Sunn O))), οι Jex Thoth, οι Purson, οι Blood Ceremony. Έτσι, αυτή τη στιγμή μπορούμε να μιλάμε για ένα πολύχρωμο -θα επέλεγα τον όρο baroque για να δείξω αυτή την ποικιλία- post metal που παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον σε κάθε έκφανσή του.
Αν έπρεπε να χαρακτηρίσουμε τη μουσική των Messenger –για να φτάσουμε επιτέλους και στο ζητούμενο- θα λέγαμε ότι παίζουν ένα pastoral psych prog post metal, που αποτελεί μέρος της σχετικά νέας baroque μετα-μεταλλικής τάσης. Το Illusory Blues χρωστάει πολλά στους Floyd, και τους King Crimson (ειδικά λόγω του mellotron), αλλά και σε ολόκληρα τα seventies. Οι Messenger, με τα δύο κεντρικά μέλη τους να έχουν στενότατη σχέση με το metal (ο Khaled Lowe έπαιζε στους deathcore Raise The Dead και ο Barnaby Maddick ήταν session στους Purson), προδίδουν τις μεταλλικές τους καταβολές όχι μόνο εκεί που αγριεύουν οι κιθάρες αλλά περισσότερο μέσα από συγκεκριμένες σειρές ακόρντων και μέσα από την πεντακάθαρη παραγωγή που αποτελεί εδώ και πολλά χρόνια στόχο κάθε σοβαρού μεταλλικού σχήματος. Τα τραγούδια τους είναι αιθέρια και μελωδικά με αρκετά folk στοιχεία, με blues αναφορές και με τα ακουστικά όργανα να έχουν τον πρώτο λόγο.
Το ποιμενικό ψυχεδελικό progressive των Messenger είναι ιδανικό δείγμα του post metal και κατά συνέπεια ιδανικό ακρόαμα για ξεκολλημένα αυτιά, ειδικά στον βαθμό που οι συνθέσεις τους, άλλοτε απλές, άλλοτε αρκετά σύνθετες, είναι σε κάθε στιγμή πρωτότυπες και πλήρεις.
Κι αν θέλεις να το δεις μεταφορικά, οι Messenger δημιουργούν το κατάλληλο ηχητικό soundtrack για μια πραγματική ή φανταστική βόλτα σ’ ένα πυκνό δάσος της βόρειας Ευρώπης στη μέση του χειμώνα.
Σημειώσεις:
(1) Ο τίτλος είναι επηρεασμένος από το βιβλίο του James Joyce “Portrait Of An Artist As A Young Man”.
(2) Το «Ίδιον» και το «Άλλο» χρησιμοποιούνται εδώ ως φιλοσοφικές-ψυχολογικές έννοιες, με τον τρόπο που ασχολήθηκε μαζί τους ο Jacques Lacan ή ο Jacques Derrida.
(3) Κοινωνιολογικά, ο όρος «κοινωνικοποίση» αφορά στη σχέση που έχει ένα άτομο με την κοινωνία. Αυτή η σχέση κυμαίνεται από την απόλυτη προσαρμογή μέχρι την απόλυτη αντίθεση. Η ουσία της έννοιας είναι ότι το άτομο επιλέγει μία θέση «απαντώντας» στην ύπαρξη της κοινωνίας ως άλλου πόλου σε σχέση με το άτομο.
Official Site:
https://www.facebook.com/messengerbanduk
Be the first to comment