[Self-Released, 2014]
Εισαγωγή: Δημήτρης Καλτσάς
30 / 03 / 2014
Όταν εμφανίστηκαν οι Kyuss στο μπάσιμο της δεκαετίας του ’90, ελάχιστοι μπορούσαν να προβλέψουν το πόσο επιδραστικοί θα ήταν στα χρόνια που ακολούθησαν. Αυτή η πλευρά του “grunge” (τα εισαγωγικά μπήκαν, γιατί ο όρος χρησιμοποιείται καταχρηστικά εδώ νομίζω) με σχετικά μειωμένο το punk στη δοσολογία και ανεβασμένο κατακόρυφα το μοναδικό και αμίμητο βασικό ροκ χρώμα των Black Sabbath, έμελε να γεννήσει το λεγόμενο stoner ιδίωμα του οποίου τα όρια σήμερα είναι (δικαιολογημένα) ασαφή. Πέραν αυτού βέβαια, το Sabbath-ικό heavy rock έκτοτε έχει ποικίλες διαστάσεις που εκτείνονται από το καθαρά 70s vintage στο πιο rock ‘n’ roll αλήτικο ύφος και από το (συνήθως doom) metal μέχρι το εντελώς redneck καλαμποκίschο στυλάκι. Η αναβίωση δε του αναλογικού ήχου σήμερα έχει προσδώσει «νέες» αποχρώσεις σε όλο αυτό. Η ψυχεδέλεια, τα ηλεκτρονικά space στοιχεία, το post-rock και το post-metal εμπλουτίζουν ακόμα περισσότερο τον ήχο των σχημάτων του ήχου αυτού σήμερα, προσδίδοντας ποικιλία (ποιος αντέχει άλλη κόπια του Ozzy σήμερα;).
Σε αυτή τη διεθνή τάση υπάρχουν και πολλές ελληνικές μπάντες, κάποιες εκ των οποίων έχουν ήδη διακριθεί, υπηρετώντας κάποια από τις διαστάσεις του vintage heavy rock, αν και κάτι τέτοιο φαντάζει (τουλάχιστον θεωρητικά) δύσκολο. Κι αυτό, γιατί η ιστορία έχει ήδη δείξει ότι το προσωπικό στίγμα -ειδικά στο συγκεκριμένο ήχο- δεν είναι καθόλου εύκολο κατόρθωμα. Οι Lizardia είναι μια μπάντα από το Βόλο. Σχηματίστηκαν το 2004 ως Innersoul Trip και το 2006 άλλαξαν το όνομά τους. Στην παρέα των Pijo (ντραμς), Jeje (κιθάρα) και Bluff (φωνητικά) προστέθηκε ο Gary (μπάσο) και το πρώτο, ομώνυμο άλμπουμ τους κυκλοφόρησε πρόσφατα. Το αν θα καταφέρουν να αφήσουν το δικό τους στίγμα είναι κάτι που ο χρόνος θα δείξει. Το μόνο βέβαιο είναι πως ήδη έχουν δημιουργήσει προσδοκίες.
[bandcamp width=550 height=120 album=2189683078 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]
Ημέρες δόξας
Από την πρώτη βαριά νότα της πολύ βαριάς κιθάρας λόγω της πολύ βαριάς παραγωγής, καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για το ντεμπούτο μιας μπάντας υπερβολικά φιλόδοξης και κατασταλαγμένης, αναφορικά με τον μουσικό προσανατολισμό και το στόχο της. Βασικά ο στόχος είναι και σαφής και απλός: οι Lizardia ως group θέλουν να περάσουν καλά και να μεταδώσουν ένα feeling «οργισμένης καλοπέρασης», τιμώντας με σεβασμό και διακριτικότητα τις επιρροές τους, πράγμα που τεχνιέντως κατορθώνουν να το μεταδώσουν και στους ακροατές τους, οι οποίοι πλέον έχουν αρχίσει να γίνονται fans τους. Οι εναλλαγές από βαριές κιθάρες σε ήρεμα σημεία και από ηλεκτρικό σε ακουστικό ήχο, προσωπικά μου δείχνουν νοοτροπία συγκροτημένης μπάντας που αποφεύγει να τελματώσει ή να ενθουσιάσει παροδικά και στο τέταρτο κομμάτι ήδη να μετράς πόσα έχουν απομείνει ακόμα για να λάβει τέλος η ακρόαση του δίσκου. Αντιθέτως, τα παιδιά κάνουν τα πάντα για να μη βαρεθεί και να μην παρασυρθεί σε μια μονοτονία ο ακροατής. Για παράδειγμα, η εισαγωγή στο δεύτερο κομμάτι, το “Like God”, αρχικά με προδιαθέτει ότι θα ακούσω έναν φόρο τιμής στους Queens Οf The Stone Age, αλλά τελικά το τραγούδι με πάει από το alternative στο doom metal και από τα λατρεμένα 1970s στο παρόν. Αυτό το βρίσκω εξαιρετικά τολμηρό και απολύτως επιτυχημένο συνάμα. Aκολούθως, ο δίσκος κυλάει με αυξομειώσεις στο tempo και με αρκετή συνθετική έμπνευση και φροντίδα σε θέματα ενορχήστρωσης (π.χ. τα ντέφια και οι ψυχεδελικοί / ανατολίτικοι αυτοσχεδιασμοί στο προσωπικό μου αγαπημένο “Electrifying The Reptiles”). Στα μισά του δίσκου έχουμε μια όμορφη ορχηστρική ανάπαυλα,το “A Room Full Of Headaches”, για να φτάσουμε αισίως στο έβδομο κατά σειρά κομμάτι, ένα doom metal αργόσυρτο δυναμίτη όπου ο Jeje, ο κιθαρίστας του group, βρίσκει άλλη μια ευκαιρία κι αφορμή, από τις πολλές στο δίσκο, για να χαρίσει κάτι σαν solo, κάτι σαν πέρασμα, με άκρως επιτυχημένο τρόπο. “Ultrasonic Supervision” και “Αversion” είναι δυο εξαιρετικά κομμάτια πολύ υψηλού επιπέδου και μάλιστα το τελευταίο είναι προικισμένο με ένα riff που καρφώνεται στο μυαλό θες δε θες… Για το τέλος έχουμε 12 λεπτά επικής / ψυχεδελικής ατμόσφαιρας που τιτλοφορούνται “Aurora On Jupiter“. Σε αυτό το κομμάτι είναι συγκεντρωμένα όλα τα ατού του σχήματος, δηλαδή η έμπνευση, η φαντασία, οι προ τεσσάρων και πέντε δεκαετιών μουσικές καταβολές του group, τα σε όλο το δίσκο οργισμένα φωνητικά, οι alternative-ίζουσες μη παραμορφωμένες κιθάρες και τα γκάζια. Ένας δίσκος συνώνυμος της απόλαυσης, εντελώς αποκομμένος απο την στείρα προσκόλληση στην ταμπέλα του υπερβολικά κορεσμένου stoner rock, με φαντασία, δημιουργικότητα, πάθος και πολλή όρεξη από μια μπάντα που αν δεν προερχόταν από το Βόλο αλλά από το προνομιούχο σε κάποια θέματα «κλεινόν άστυ», σίγουρα θα έχαιρε μεγαλύτερης προσοχής και καλύτερης προώθησης.
8 / 10 Γιώργος Τσοποτός | Αurora on Volos
Το ομώνυμο album των Lizardia επιτέλους κυκλοφόρησε. Λέω επιτέλους γιατί το συγκρότημα δημιουργήθηκε το 2004 ως Innersoul Trip και το άλμπουμ κυκλοφόρησε μετά από δέκα χρόνια και δυο demo (το 2005 ως Innersoul Trip και το “The Serpent’s Trace” το 2008 ως Lizardia). Τα πράγματα είναι απλά. Ο δίσκος είναι ένας πραγματικός ογκόλιθος, άλλο ένα διαμαντάκι στo χώρο του ελληνικού heavy rock. Τα ογκώδη κιθαριστικά riff εναλλάσσονται με ακουστικές πινελιές που προσδίδουν ατμοσφαιρικότητα και εμπλουτίζουν τη δομή των τραγουδιών, ενώ προσθέτουν μια επίγευση ψυχεδέλειας στο ατόφιο εκρηκτικό σύνολο. Τα μπαρουτοκαπνισμένα αλήτικα φωνητικά του Bluff δένουν αρμονικά με τη μουσική και το μπάσο ισοπεδώνει με τη θηριώδη παρουσία του. Εδώ το ύφος (σχηματικά stoner / heavy rock με doom περάσματα) δεν είναι απόρροια επιτηδευμένης εγκεφαλικής προσέγγισης που δανείζεται από την παλέτα των μεγάλων του είδους, αλλά αποτελεί πηγαίο αποτέλεσμα του μουσικού ενστίκτου της μπάντας. Η παραγωγή είναι πραγματικά καταπληκτική, πιστή στις ανάγκες και την αισθητική του συγκροτήματος. Από το δυναμικό “Turn To Smoke” που ανοίγει εμφατικά τον δίσκο, έως το doom trip του “Aurora On Jupiter” με τις ψυχεδελικές αναθυμιάσεις που κλείνει την αυλαία, όλα τα τραγούδια είναι καταπληκτικά. Το ισοπεδωτικό “Like God” με τα οργασμικά riff, τα εκρηκτικά “Sutter Cane”, “Tomorrow’s Gift” και το αριστουργηματικό (και κατά τον γράφοντα καλύτερο του album) “Electrifying The Reptiles” που σου δίνει την αίσθηση ότι αναπνέεις τον καυτό αέρα της Καλιφορνέζικης ερήμου, προκαλούν κατολίσθηση και σε προϊδεάζουν για την συνέχεια. Το instrumental “A Room Full Of Headaches” είναι ένα πανέμορφο διάλειμμα, μια όαση πριν ξεκινήσει και πάλι το οδοιπορικό στην έρημο. Το εκπληκτικό “Ultrasonic Supervision” και η ανατολίτικη ελεγεία του “Aversion” συμπληρώνουν το παζλ ενός πραγματικά μοναδικού album. Η διάρκεια (περίπου μιας ώρας) όχι μόνο δεν κουράζει, αλλά κάθε τραγούδι έχει την δική του ξεχωριστή θέση και δίνει ποικιλομορφία στο δίσκο. Οι Lizardia από τον Βόλο έδωσαν το στίγμα τους με ένα φοβερό ντεμπούτο που συγκρίνεται εύκολα με κάθε ανάλογη δουλειά στον χώρο του heavy rock (και όχι μόνο). Δε θα μείνει κανείς ανικανοποίητος από αυτό το διαμάντι που ήδη έχει δημιουργήσει προσδοκίες και ελπίδες για ανάλογη συνέχεια.
9 / 10 Δημήτρης Αναστασιάδης |
Be the first to comment