[Cuneiform Records, 2014]
Εισαγωγή: Δημήτρης Καλτσάς
31 / 12 / 2014
Η προοδευτική σκηνή της Ιαπωνίας είναι πολύ παραπάνω από πλουσιότατη. Εκτός των πάμπολλων εξαιρετικών σχημάτων που μας έχουν δώσει αρκετούς δίσκους σπάνιας ομορφιάς, οι περισσότερες από αυτές τις μπάντες, όσο διαφορετική κι αν είναι η προσέγγισή τους, έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά που τις διαφοροποιούν από όλες τις υπόλοιπες. Η αντισυμβατικότητα, οι δύστροπες φράσεις και ο ιδιαίτερος πειραματισμός που φτάνει στα όρια εκφραστικής ακρότητας, συχνά με αποκαλυπτική πρόθεση προοδευτικής σκληροπυρηνικότητας συναντώνται σε όλο το εύρος της ιαπωνικής prog σκηνής και ιδιαίτερα, όπως είναι λογικό, στον avant-prog κλάδο.
Οι Happy Family είναι ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της μετά 70s ιαπωνικής προοδευτικής σκηνής, όντας ήδη βετεράνοι σήμερα. Σχηματίστηκαν το 1987 και η μουσική τους αυτόματα απέκτησε μοναδικό χαρακτήρα. Όντας βασισμένοι σε καταιγιστικά Fripp-οειδή riffs και απότομες μεταβολές ρυθμών με τους τέσσερίς τους να συμβάλλουν εξίσου δίνοντας εντύπωση μαζικής επίθεσης, οι Happy Family ένωσαν τις κυριότερες επιρροές τους σε ένα αποτέλεσμα όπου συνδυάζεται ισόποσα η πειραματική φιλοσοφία των King Crimson με το RIO των Univers Zero και φυσικά το zeuhl των Magma.
Τα πρώτα δείγματα καταγράφηκαν στις κασέτες “Happy Family” [1990] και “Flying Spirit Dance” [live, 1994], οι οποίες έχουν εξαντληθεί και αναζητούνται μανιωδώς από συλλέκτες. Τα πρώτα δύο albums τους, “Happy Family” [1995], “Toscco” [1997], απέδειξαν το πολύ υψηλό επίπεδο της μπάντας και τους εξασφάλισαν θρυλικές διαστάσεις όταν μετά το 1997 σιώπησαν.
Το 2014 επέστρεψαν με το “Minimal Gods” στην παραγωγικότατη Cuneiform Records με μόλις μία αλλαγή στη σύνθεσή τους σε σχέση με το “Toscco” (ο Hidemi Ichikawa αντικατέστησε στο μπάσο τον Tatsuya Myano), ωστόσο απ’ ό,τι φαίνεται ο ήχος τους έχει αλλάξει αρκετά, κάνοντας μια στροφή σε πιο σκληρό παίξιμο. Ο Πάρης και ο Κώστας εξηγούν πώς ανταμείβονται πλήρως 17 χρόνια απουσίας.
Domo arigato Happy Family Φαίνεται πως η αναβίωση του προοδευτικού ήχου την τελευταία πενταετία έχει επηρεάσει θετικά πολλές εξαιρετικές μπάντες που είχαν εμφανιστεί δισκογραφικά στα 90s και στη συνέχεια μυστηριωδώς εξαφανίστηκαν, στο να ξαναμπούν στο studio και να συνθέσουν νέο υλικό, με σημαντικότερες περιπτώσεις αυτές των Änglagård και Discipline. Φέτος, λοιπόν, οι Happy Family, μέλη μιας αρκετά δυνατής και πειραματικότατης σκηνής όπως αυτή της Ιαπωνίας στη δεκαετία του ’90 με συνοδοιπόρους τους συγκροτήματα όπως οι Bondage Fruit, Koenjihyakkei και Ruins, αποφάσισαν να βγουν από τον πάγο μετά από 17 ολόκληρα χρόνια και να ηχογραφήσουν καινούριο δίσκο μετά το καταπληκτικό “Toscco” του 1997. Παρόλο που οι Happy Family πάντα θεωρούνταν μία zeuhl μπάντα, η αλήθεια είναι ότι μουσικά βρίσκονται πολύ πιο κοντά στον avant-garde και Rock In Opposition ήχο. Για άλλη μια φορά υπό την στέγη της Cuneiform Records, το ιαπωνικό κουαρτέτο έκανε και πάλι το θαύμα του. Μέσω των 10 συνθέσεων που αποτελούν το “Minimal Gods”, απλώνεται και ξεδιπλώνεται όλη η πειραματική και aggressive αισθητική τους. Με βάση ένα τρελό και παλαβό rhythm section το οποίο πολλές φορές αγγίζει τα όρια του metal, το δίπολο της κιθάρας του Takahiro Izutani και των πλήκτρων του Kenichi Morimoto πραγματικά παίζει με τις διαθέσεις και τις αντοχές του ακρoατή. Πατώντας πάνω στη μουσική κληρονομιά των King Crimson σε όλες μάλιστα τις περιόδους τους, στον μεγαλοπρεπή χαρακτήρα των Magma και στα ακραιφνή avant ξεσπάσματα των Univers Zero και Miriodor, φτάνουν τους εαυτούς τους στα όριά τους, καταφέρνοντας ταυτόχρονα να βγάζουν προσωπικότητα. Το σημαντικότερο ίσως στοιχείο της μουσικής ταυτότητας των Happy Family είναι η τεχνική τους αρτιότητα και η άνεση με την οποία συνδυάζουν όλες τους τις επιρροές χωρίς να κουράζουν καθόλου. Από τον σχεδόν prog metal χαρακτήρα του εναρκτήριου “Slide” στο heavy/alt/avant στυλ του “No Talent, No Smell”, από το fusion avant metal του “Rodrigo” και του “Portal Site For Sightseeing” στα εντελώς RIO “Doggy-Human Contest” και “Animal Spirit”, και από το fusion prog του “Celestial Illegal Construction” στα “Cat Riding On Roomba”, “Tibidabo” και “Feu De Joie” που ουσιαστικά συνδυάζουν όλα τα παραπάνω, οι Happy Family συναρπάζουν και διατηρούν στο ακέραιο την ουσία του στυλ που υπηρετούν, δηλαδή ακραία σε σκέψη και εκτέλεση μουσική που δεν “καταλαβαίνει” ούτε από καλούπια ούτε από μουσικές μόδες. Από την άλλη, η instrumental φύση του “Minimal Gods” αποτελεί τρόπον τινά και τροχοπέδη στο να γράψουν κάποιες μουσικές φράσεις οι οποίες θα μπορέσουν να μείνουν στο μυαλό του ακροατή. Είναι δυστυχώς το μεγάλο μειονέκτημα στους περισσότερους instrumental RIO δίσκους, δηλαδή κάτω από τα πολλαπλά jams και τις εναλλαγές να αναδειχθούν στιγμές που έχουν τη στόφα και την κλάση να μείνουν στο prog πάνθεον. Όπως και να έχει πάντως, συνολικά έχουμε να κάνουμε με ένα από τα πιο ενδιαφέροντα prog reunions των τελευταίων ετών και ελπίζουμε το “Minimal Gods” να αποτελέσει την αφορμή ώστε να παραμείνουν οι συμπαθείς Ιάπωνες στο προσκήνιο, αλλά και να επιστρέψουν δισκογραφικά και άλλες μπάντες από την Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου που έχουν εξαφανιστεί εδώ και χρόνια.
8 / 10 Πάρης Γραβουνιώτης | Happy with what we have to be happy with Η άνοδος της προοδευτικής μουσικής σε παγκόσμια κλίμακα, σε συνδυασμό με την μεγαλύτερη ευκολία που μπορεί πια κανείς να ηχογραφήσει και να κυκλοφορήσει τη μουσική του, έχει δώσει τη δυνατότητα σε πολλές παλιές (μερικές φορές και “αρχαίες”) μπάντες να επιστρέψουν στο προσκήνιο. Τα κίνητρα πιθανότατα να διαφέρουν ανά περίπτωση. Όταν όμως το κάνει μια Rock Ιn Opposition μπάντα, η μεγαλύτερη πιθανότητα είναι ότι έχει πραγματικά κάτι καινούργιο να πει. Αυτή δείχνει να είναι και η περίπτωση για τους Ιάπωνες Happy Family, που με τους μόλις δύο δίσκους που κυκλοφόρησαν στα 90s έχουν αποκτήσει ένα αξιοσέβαστο status στον χώρο του avant-prog. Με τις πρώτες ακροάσεις του “Minimal Gods”, παρατηρεί κανείς ότι παρόλο που η μουσική τους φιλοσοφία δεν έχει αλλάξει, υπάρχουν αρκετές διαφοροποιήσεις σε σχέση με το παρελθόν. Παρά την αποχή τους, αλλά και την αλλαγή ενός μέλους, δείχνουν πιο σφιχτοδεμένοι από ποτέ. Η πληθώρα των επιρροών τους από σχεδόν το σύνολο του avant-prog/RIO/zeuhl σύμπαντος, είναι εμφανής και εδώ. Παρόλα αυτά ο τρόπος σύνθεσης, αλλά και παιξίματος είναι πολύ πιο συγκεκριμένος πλέον και δίνει στο δίσκο μια ιδιαίτερη μεστότητα και έναν κοινό χαρακτήρα σε όλη του τη διάρκεια. Αυτή η συγκεκριμενοποίηση του ήχου τους έχει κάνει πιο εμφανή την επιρροή που ασκεί πάνω τους ο «νονός» τους Robert Fripp και γενικά οι King Crimson. To album ακούγεται σύγχρονο, γιατί, εκτός των άλλων, η μπάντα έχει λάβει υπόψιν της, την “The Power Τo Believe” περίοδο των θρυλικών Βρετανών. Στον εκσυγχρονισμό του ήχου τους έχει βοηθήσει και η τρομερή παραγωγή, η οποία έχει δώσει στο τελικό αποτέλεσμα τον τέλειο συνδυασμό όγκου και καθαρότητας. Ο RIO και zeuhl χαρακτήρας τους πάντως δεν έχει διαταραχτεί στο ελάχιστο, αφού η κληρονομιά των Univers Zero πρωτίστως και των Magma (χωρίς τα φωνητικά) αντίστοιχα, αποτελεί τη βάση και το DNA των συνθέσεων, ενώ πάντα υποβόσκει και μια λεπτή δόση Ζαππικού χιούμορ, κυρίως στους τίτλους των κομματιών. Προχωρώντας στο δια ταύτα, την ποιότητα των ίδιων των συνθέσεων δηλαδή, δεν μπορούμε παρά να χαμογελάμε. Αν εξαιρέσουμε το αδιανόητα καλό “Slide” που σφυρίζει πανηγυρικά την έναρξη, όλα τα κομμάτια κυμαίνονται στα ίδια υψηλά standards, κατατάσσοντας το “Minimal Gods” στην κατηγορία δίσκων που διατηρούν το ίδιο επίπεδο σχεδόν καθόλη τη διάρκειά τους. Εξαιρετικά RIO θέματα, που παρά την εγκεφαλικότητά τους δεν γίνονται ποτέ αγχωτικά, εναλλάσσονται με Fripp-ικά leads και riffs, που κάποιες στιγμές χτυπάνε την πόρτα του metal (μέσω Tool). Οι συνεχείς αλλαγές ρυθμικών μοτίβων, αποτελούν από μόνες τους μέρος του σκελετού των συνθέσεων. Ο πληκτράς Kenichi Morimoto χρησιμοποιεί μια ιδανική παλέτα ήχων για να μπορέσει να εντάξει το όργανό του πάνω σε αυτόν το σκελετό, χρωματίζοντας έντονα το τελικό αποτέλεσμα. Κάποιες στιγμές αναλαμβάνει και ξεκάθαρες lead πρωτοβουλίες με εξαιρετικά αποτελέσματα (π.χ. στο “Doggy-Human Contest”). Με λίγα λόγια, η εγκεφαλικότητα και περιπετειώδης διάθεση χτυπάνε κόκκινο, αποφεύγοντας τα μουσικά πειραματικά αδιέξοδα. Η μεγάλη απουσία των Happy Family φαίνεται ότι τους βοήθησε να ωριμάσουν και να δέσουν ως μουσικό σύνολο. Κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα δίσκο που ορίζει το πώς θα πρέπει να ακούγεται το avant-prog στις μέρες μας. Το “Minimal Gods”, χωρίς να προσφέρει ούτε για ένα λεπτό «ευκολίες» στον ακροατή, μπορεί να κάνει γκελ στον κάθε οπαδό της προοδευτικής μουσικής που έχει ως βασική αρχή του την «περιπέτεια». Δηλαδή σε όλους (;).
9 / 10 Κώστας Μπάρμπας |
Be the first to comment