Echo Trails – Ode To The Familiar Strangers

Sorry, this entry is only available in Ελληνικά.

 [Strangely Familiar Music Ltd., 2014]

Εισαγωγή:  Κώστας Μπάρμπας
09 / 09 / 2014

Έχουμε πει πολλές φορές για την ευχάριστα μεγάλη συχνότητα εμφάνισης αξιόλογων νέων σχημάτων στο μεγάλο φάσμα του progressive rock. Το ντεμπούτο των Echo Trails είναι η επόμενη προσθήκη σ΄ αυτή τη λίστα, παρόλο που η σχέση τους με το progressive rock περιορίζεται σε ένα γενικότερο μουσικό πλαίσιο.  Η μπάντα έχει ως βάση την ξακουστή φοιτητούπολη του Ηνωμένου Βασιλείου, το Cambridge, στο οποίο γνωρίστηκαν και τα μέλη της. Επίσης το ενδιαφέρον μας ως ProgRocks.gr είναι αυξημένο, αφού η τραγουδίστρια και βασική στιχουργός είναι Ελληνίδα. Την φωνή της Δήμητρας Τζανακάκη λοιπόν, άκουσαν το 2009 σε μια pub οι Julia Vaughan (βιόλα) και Peter Mansfield (τύμπανα). Εντυπωσιασμένοι αποφάσισαν να την γνωρίσουν και να κάνουν μουσική μαζί της. Μετά από αρκετές πρόβες και εμφανίσεις κάλεσαν τους φίλους Andrew Hosker (κιθάρα) και Ιάκωβο Λουκά (μπάσο) για να βοηθήσουν και να κάνουν τον ήχο της μπάντας «μεγαλύτερο». Το στουντιακό αποτέλεσμα της συνύπαρξης κυκλοφόρησε φέτος υπό τον τίτλο “Ode To The Familiar Strangers” και το ελληνικό στοιχείο δεν περιορίζεται στα μέλη της μπάντας, αφού το τελικό αποτέλεσμα έχει έντονο το άρωμα της folk μουσικής των Βαλκανίων και της Τσιγγάνικης παράδοσης της Ανατολικής Ευρώπης , παιγμένο βέβαια μέσω των «δυτικών» jazz, blues και rock επιρροών των μουσικών. Μετά την κυκλοφορία ακολούθησαν κάποιες ζωντανές εμφανίσεις και η αποχώρηση του Ιάκωβου Λουκά, με τον Joe Boyle να έρχεται στην θέση του.

[bandcamp width=550 height=120 album=1471087535 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]

 


Σταυροδρόμι ήχων

Μια παρέα από το Cambridge του Ηνωμένου Βασιλείου αποφάσισε να αναμίξει τα μουσικά ταλέντα του και με οδηγό την αγάπη τους για τη μουσική κατέληξαν σε ένα αποτέλεσμα αρκετά ενδιαφέρον… Ένα αμάλγαμα ήχων με rock, folk, jazz και pop στοιχεία συνθέτουν το μουσικό τοπίο των Echo Trails, αποκαλύπτοντας τις επιρροές και την ιστορία κάθε μέλους. Η μουσική τους, πλούσια με κάποιες όμως πιο μίνιμαλ στιγμές, με κάθετες αλλαγές, επηρεάζει με αντιφάσεις αντίστοιχα τη διάθεση του ακροατή, ο οποίος συμπαρασύρεται στο ρυθμό νοιώθοντας ακριβώς σαν ένας «οικείος ξένος». Η ωδή είναι σίγουρα για αυτόν, μια αμεσότητα που επιτυγχάνεται εκ μέρους του συγκροτήματος. Η τέχνη εδώ δεν είναι για την τέχνη, αλλά για τον άνθρωπο.

Μουσικά επικρατεί η βιόλα της Julia Vaughan, προσδίδοντας ένα τσιγγάνικο τόνο στα τραγούδια, ενώ και τα υπόλοιπα μέλη ανταποκρίνονται επάξια στο ρόλο τους. Παρά το διαφορετικό στυλ του καθενός, καταφέρνουν και ταιριάζουν όμορφα μεταξύ τους, χωρίς να μπερδεύουν τον ακροατή.

Ο δίσκος μέχρι και το 5ο κομμάτι είναι πολύ καλός, ενώ μετά φαίνεται να επαναλαμβάνεται. Στο δε κομμάτι Boogie Man, μπορώ να πω ότι βρήκα κάποια σημεία του σχεδόν ενοχλητικά. Εντούτοις, ο δίσκος δίνει μια αίσθηση στην ολότητά του ότι θα ακούγεται πολύ πιο ευχάριστα σε ζωντανή εκτέλεση, είτε αφορά τα πιο διασκεδαστικά σημεία του, είτε τα πιο εκκεντρικά, δεδομένου και του πάθους που φαίνεται να εμπεριέχει η ερμηνεία της Δήμητρας Τζανακάκη.

Ως καλύτερες στιγμές θα επέλεγα τα “All About The Cloudless Skies”, εναρκτήριο τραγούδι του άλμπουμ, “Hazy Horizons” (για τα δύο αυτά η μπάντα έχει γυρίσει και τα αντίστοιχα videoclips), το παραπλήσιο με τον τίτλο του δίσκου, “Ode to A Familiar Stranger” και “Love Me & Leave Me”, τη γεμάτη νοσταλγία και αισθησιασμό μπαλάντα του έργου. Το άλμπουμ είναι γραμμένο σε αγγλικό στίχο, με εξαίρεση το τελευταίο μέρος του κομματιού The Neurotic Episodic που περιέχει στίχους στα ελληνικά. Η δε όχι και τόσο απόλυτη αγγλική προφορά επιτείνει το φολκλόρ στοιχείο και τον εξωτικό χαρακτήρα.

Γενικά θα έλεγα ότι αυτό που κάνει τη μεγαλύτερη εντύπωση και που σου μένει μετά την ακρόαση του δίσκου είναι η φωνή της Δήμητρας Τζανακάκη, η οποία δίνει πολύ χρώμα και τύπο στο όλο εγχείρημα. Αξίζει να το τσεκάρετε και να το στηρίξετε. Ομολογουμένως η όλη προσπάθεια είναι αξιόλογη, ειδικά καθώς πρόκειται και για ντεμπούτο. Καλή ακρόαση!

 

7 / 10

Λίλα Γκατζιούρα

 

Η Tori Amos των Βαλκανίων;!

Από όποια πλευρά και αν δεις το ντεμπούτο των Echo Trails, το πρώτο συστατικό του που κάνει εντύπωση είναι η φωνή της Δήμητρας Τζανακάκη και αυτό δεν οφείλεται μόνο στην voice oriented κατεύθυνση των περισσότερων συνθέσεων. Είναι πρωτίστως η προσωπικότητα της φωνής της, που δίνει τη βασική ταυτότητα στο άκουσμα. Επιπροσθέτως, η δεύτερη σφραγίδα ταυτότητας στο δίσκο προέρχεται από τη δεύτερη γυναίκα του group, την Julia Vaughan στη βιόλα. Το παίξιμό της αναδεικνύει τον Βαλκανικό folk αέρα των συνθέσεων και συνοδεύει ιδανικά τη φωνή της Δήμητρας, που δίνει την απαραίτητη αυθεντικότητα, πιθανόν και λόγω εντοπιότητας.

Το “Ode To The Familiar Strangers” παρόλα αυτά δεν εξελίσσεται σε ένα Βαλκανικό πανηγύρι. Οι μουσικοί δεν ξεχνούν την δυτική τους προέλευση και παιδεία. Το ότι σχηματίστηκαν στο Cambridge είναι κάτι παραπάνω από εμφανές. Τα jazz και blues στοιχεία είναι και αυτά βασικό μέρος του τελικού αποτελέσματος, ενώ το progressive υπάρχει μέσω της art rock προσέγγισης στη σύνθεση, αλλά και στο τραγούδι. Οι φωνητικές επιρροές της Δήμητρας, πέρα από την Ελληνική και Βαλκανική παράδοση, εκτείνονται και στις δύο μεγάλες ερμηνεύτριες της εγκεφαλικής pop: την Tori Amos και την Kate Bush, με την πρώτη να έχει ίσως αφήσει πιο έντονο το στίγμα της. Η φωνή της Dolores O’Riordan των Cranberries έρχεται και αυτή στο μυαλό, ενώ το τσαγανό με το οποίο τραγουδάει σίγουρα οφείλει πολλά και στην μεγάλη Janis.

Οι συνθέσεις του δίσκου είναι όλες υψηλού επιπέδου. Η art rock αφετηρία του “All About Τhe Cloudless Skies”, οδηγεί στο πιο ατμοσφαιρικό και post-rock “Weightless”. Ακολουθεί το “Ode Τo The Familiar Stranger”, που παρά την έντονη εφηβικότητά του, μένει κολλημένο στο μυαλό. Το ρυθμικό “Hazy Horizons” είναι η πιο folk στιγμή του δίσκου, ενώ το “Love Me & Leave Me” που ακολουθεί είναι μια πανέμορφη bluesy folk μπαλάντα. Στο “Boogie Man” ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια πιο avant-garde πλευρά της μπάντας (τα φωνητικά μετά την μέση έχουν κάτι από Diamanda Galas), ενώ το “Interlude” μας οδηγεί στο ιδανικό κλείσιμο με τo “The Neurotic Episodic”, που επαναφέρει τον folk αέρα και κλείνει με τους μοναδικούς ελληνικούς στίχους που ακούμε στο album.

Συνθετικά λοιπόν, ο δίσκος είναι πολύ παραπάνω από ικανοποιητικός και αρκούντως πολυποίκιλος. Το βασικό πρόβλημα του όμως είναι στο παίξιμο και στο πώς αυτό υποστηρίζει τις συνθέσεις. Οι μουσικοί είναι σίγουρα καταρτισμένοι και γνώστες αυτού που παίζουν, όμως φαίνεται να μην μπορούν να υποστηρίξουν πλήρως την ποικιλομορφία των μουσικών ειδών που παίζουν. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το post-rock καθαριστικό σημείο στο τέλος του “Weightless”, που μπορεί σαν θέμα να είναι πολύ δυνατό, αλλά η εκτέλεση δεν το απογειώνει. Αυτό βέβαια οφείλεται και στην παραγωγή που είναι αρκετά απλή και μονοδιάστατη, δεν αναδεικνύει όσο πρέπει της συνθέσεις και δίνει μια αίσθηση «φοιτητικής παρέας» στο αποτέλεσμα.

Παρόλα αυτά, τα σημάδια είναι πολύ θετικά. Μια καλή μελωδία παραμένει μια καλή μελωδία και το ταλέντο υπάρχει σε αφθονία στους Echo Trails για να γράψουν πολλές τέτοιες ακόμα. Απλά πρέπει και οι ίδιοι να εξελιχθούν και να αποκτήσουν με τον καιρό εμπειρία στα θέματα του «περιτυλίγματος», που είναι και αυτά πολύ σημαντικά για να κάνει μία μπάντα το breakthrough. Και θα είναι κρίμα να μην γίνει αυτό, με αυτή τη φωνάρα που έχουν στη διάθεσή τους.

 

7.5 / 10

Κώστας Μπάρμπας

Be the first to comment

Leave a Reply