[English Electric Recordings, 2015]
Εισαγωγή: Νίκος Βέβες
23 / 10 / 2015
Οι Big Big Train αποτελούν μία από αυτές τις μάλλον ιδιαίτερες περιπτώσεις συγκροτημάτων που παρά την παρατεταμένη μουσική του ύπαρξη και δραστηριότητα καταλήγουν να λαμβάνουν την αναγνώριση που τους αρμόζει μάλλον ξαφνικά και σίγουρα με καθυστέρηση.
Παρά το γεγονός, λοιπόν, ότι υπάρχουν από το 1990, με το ντεμπούτο τους Goodbye to the Age of Steam να έχει κυκλοφορήσει το 1994, χρειάστηκαν δεκαεννιά χρόνια και έξι δίσκοι ώστε να αρχίσουν να θεωρούνται σημαντικό όνομα στο prog και αυτό έγινε με το “Underfall Yard” του 2009 και επισφραγίστηκε με τα “English Electric (Part One)” και “English Electric (Part Two)” των 2012 και 2013 αντίστοιχα.
Με βασικό χαρακτηριστικό τους στον ήχο τη μελωδικότητα, οι Big Big Train έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν τον δικό τους ιδιαίτερο ήχο, με τις επιρροές τους όμως όχι μόνο να είναι έκδηλες, αλλά να κυμαίνονται από τις αναμενόμενες (prog σχήματα όπως οι Genesis, οι Van Der Graaf Generator, οι Gentle Giant και οι King Crimson) μέχρι τις ασυνήθιστες (pop, αλλά και new wave).
Αυτό που κάνει τη μεγαλύτερη ίσως εντύπωση και είναι ενδεικτικό της εκτίμησης που χαίρουν από μουσικούς του προοδευτικού χώρου είναι οι άνθρωποι που έχουν συνεργαστεί με τους Big Big Train είτε ως μέλη (με τον Steve Hughes των Enid να έχει υπάρξει μέλος τους και τον Nick D’Virgilio των Spock’s Beard να εξακολουθεί να είναι στα τύμπανα) ή ως καλεσμένοι (όπως, χαρακτηριστικά, ο Pete Trewavas των Marillion και ο Jem Godfrey των Frost*).
Έχοντας ήδη στα σκαριά την επόμενη full-length κυκλοφορία τους, η οποία θα φέρει τον τίτλο “Folklore”, οι Big Big Train φέτος αποφάσισαν να μας προσφέρουν ένα EP τεσσάρων κομματιών ως ορεκτικό.
Πρόγευση déjà-vu Οι Big Big Train ανήκουν στην ιδιόμορφη κατηγορία συγκροτημάτων των οποίων τα κάμποσα πρώτα albums έχουν ως ταβάνι το επίπεδο του απλά καλού (εν προκειμένω τα 5 πρώτα στο διάστημα 1994-2007). Αυτή η σημείωση έγινε για να τονιστεί η εκπληκτική άνοδός τους στο “The Underfall Yard” (2009) και ακόμα περισσότερο στο πανέμορφο “English Electric (Part One)” (2012). Ακόμα κι αν το δεύτερο μέρος του “English Electric” ήταν κατώτερο, οι προσδοκίες για το επερχόμενο “Folklore” είναι δικαιολογημένα υψηλές. Το “Wassail” EP αποτελεί μια πρόγευση του επόμενου full-length με τρία νέα κομμάτια και μετά από λίγες ακροάσεις τα πράγματα γίνονται αρκετά ξεκάθαρα. Στο ομώνυμο κομμάτι γίνονται σαφείς οι προθέσεις τους που έμμεσα δηλώνονται και στον τίτλο του προσεχούς, ένατου album τους. Εδώ οι Big Big Train εντυπωσιάζουν για άλλη μία φορά με την πολυσχιδή ενορχήστρωση και τις πολλές εναλλαγές που ικανοποιούν και τους πιο απαιτητικούς prog ακροατές. Κιθάρα και φλάουτο δρουν εν παραλλήλω, ενώ και το μαντολίνο και το βιολί αυξάνουν κατά πολύ το (τόσο) βρετανικό folk που κυριαρχεί στο κομμάτι με το πανέμορφο (μα τόσο Genesis) ρεφραίν. Το “Lost Rivers of London” δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με το “Wassail”, κινούμενο σε 80s pop/rock μονοπάτια με καθαρά prog εξέλιξη στη συνέχεια και την μελωδική πολυπλοκότητα που έχει το trademark των Big Big Train. Αν και οι φωνητικές γραμμές, οι folk χρωματισμοί και τα σόλο έχουν ενδιαφέρον, οι κορυφώσεις είναι ξεπατικομένες από τους Genesis για άλλη μία φορά και το τελικό αποτέλεσμα είναι υφολογικά οριακό, ενώ κάπου θυμίζει και M. Oldfield, (μόνο που αυτός ήξερε να παίζει με την pop ιδιοφυώς κάποτε). Το συγκεκριμένο κομμάτι διαχωρίζει όσους αρέσκονται στην υπερδοσολογία βρετανικότητας με τα καλά και τα γλυκερά της και σε αυτούς που έχουν εσωτερικό κόφτη στη φλωρίλα που στο progressive rock από τα 80s και δώθε δεν είναι καθόλου σπάνια, ειδικά στο νησί, απ’ όπου ξεκίνησε η αναβίωση του είδους. Το “Mudlarks” είναι ένα κατά βάση instrumental κομμάτι από το οποίο προτιμότερο θα ήταν να απουσίαζαν τα ελάχιστα φωνητικά που θυμίζουν (σε επίπεδο sample) κάτι μεταξύ των ατμοσφαιρικών δεύτερων του Steven Wilson και των Genesis (ναι, πάλι). Συνθετικά το jamming αυτό είναι η πιο αδύναμη στιγμή στο EP και συνολικά φαίνεται πως ο frontman της μπάντας, David Longdon, ο οποίος εκτός των τόσο Phil Collins φωνητικών είναι και υπεύθυνος για το φλάουτο, το μαντολίνο και τη σύνθεση του “Wassail”, εδώ συνθετικά υπερτερεί του Greg Spawton, οι μπασογραμμές του οποίου μάλλον δεν είναι αρκετές για να ενθουσιάσουν. Το “Master James of St. George” που κλείνει το “Wassail” EP είναι απλώς μία live studio εκτέλεση του κομματιού από το “Underfall Yard”, ελάχιστα παραλλαγμένο, κατά τι υποδεέστερο και υποψήφιο για βραβείο αχρείαστου filler της χρονιάς. Συνολικά, μένει η χαρά για το ομώνυμο κομμάτι και η προσμονή για το “Folklore” φυσικά δεν εξανεμίστηκε, αλλά πλέον κρατάω μικρό καλάθι με την ευχή μιας ακόμα ευχάριστης έκπληξης από αυτή την εξαιρετική μπάντα (που αγαπάει τους Genesis όσο κι εγώ).
6 / 10 Δημήτρης Καλτσάς | Γευστικός μηλίτης, αλλά βγαίνει μόνο σε half-pint Είναι σημαντικό να ξέρει κανείς πως το το “Wassail” των Big Big Train είναι προπομπός δίσκου που θα ονομάζεται “Folklore” γιατί έτσι το τρίπτυχο τίτλος-εξώφυλλο-περιεχόμενο μετατρέπεται σε ένα πολύ όμορφο και ενιαίο σύνολο. Wassailing λοιπόν ήταν ένα έθιμο του Ιανουαρίου σύμφωνα με το οποίο ο αγροτικός πληθυσμός περιοχών της Αγγλίας που παρασκεύαζαν μηλίτη έψελνε ξόρκια και τραγουδούσε τραγούδια προς τις μηλιές ώστε να ξορκίσει τα κακά πνεύματα και να διασφαλίσει καλή σοδειά. Αυτή η φολκλορική πληροφορία λοιπόν αρχικά προκαλεί δίψα και μετά εξηγεί τον τίτλο, αλλά και το εξώφυλλο με τα μήλα, όπως και τους στίχους του ομώνυμου κομματιού. Το οποίο οφείλει να είναι κατιτίς folk, έτσι δεν είναι; “Apple tree, old apple tree, bountiful we raise a glass to thee.” Φλάουτο, μαντολίνο, χωρωδιακά φωνητικά στην εισαγωγή και βρίσκεσαι ως δια μαγείας στη χιονισμένη αγγλική επαρχία λίγο πριν οι Big Big Train σου θυμίσουν πως ακούς prog με ένα ρεφραίν που θα μπορούσε να είναι από κομμάτι των Genesis. Η μελωδία βρίσκεται στο προσκήνιο και είναι τόσο prog όσο και folk, ενισχύεται από κάποια όμορφα περάσματα από βιολί (τα συγκεκριμένα με έξτρα βλαχιά, μπόνους πόιντς), funk φρασούλες στην κιθάρα, hammond και έξοχο παιχνίδι με τις δυναμικές, ενώ ο πολυοργανίστας David Longdon κάνει πραγματικά καταπληκτική δουλειά στα φωνητικά και σε σημεία θυμίζει λίγο σε χροιά τον Peter Gabriel, το οποίο είναι σίγουρα ατού. Το “Wassail” είναι από αυτά τα κομμάτια που θα σε κάνουν να χαμογελάσεις θες-δε θες και θα σε αναγκάσει να το ακούσεις αρκετές φορές πριν περάσεις στο δεύτερο κομμάτι του EP. Το “Lost Rivers of London” αρχικά φαίνεται να έχει μια πιο pop αισθητική και δη δεκαετίας ’80 μέχρι που μπλέκονται τα δεύτερα φωνητικά και το βιολί για να προσδώσουν μια προοδευτικότερη ταυτότητα στο κομμάτι, η οποία και θα επισφραγιστεί με ένα τεχνικό σόλο στα πλήκτρα και αρκετές αλλαγές, κυρίως σε επίπεδο ενορχήστρωσης. Χωρίς να είναι κάτι σπουδαίο, το “Lost Rivers of London” σίγουρα δεν μπορεί να μπει στην κατηγορία των filler. Το σχεδόν (ναι, σχεδόν!) ορχηστρικό “Mudlarks” ξεκινά με ελαφρώς jazz διάθεση πριν μετατραπεί σε ένα εντυπωσιακό όργιο τεχνικής σε πλήκτρα και κιθάρες από τους κυρίους Poole, Spawton και Gregory, ενώ πολύ ενδιαφέροντα είναι και τα ντραμς του Nick D’Virgilio. Το EP κλείνει με μια studio live εκδοχή του “Master James of St. George” από το “The Underfall Yard” και παρότι υπάρχουν διαφορές από το πρωτότυπο, είναι τόσο λίγες και διακριτικές που είναι αμφίβολο κατά πόσο χρειαζόταν να υπάρχει στο “Wassail” πέρα από το να δείξει ότι μπορούν να το παίξουν και ζωντανά. Επ’ ουδενί κακό, ίσως περιττό. Στο σύνολό του, το “Wassail” καταφέρνει να κάνει αυτό που είναι ο σκοπός του. Να προετοιμάσει το έδαφος για το επόμενο full-length, αλλά και να δείξει τις πάμπολλες πτυχές της μουσικής τους σε κάποιον που έρχεται σε πρώτη επαφή με τη μπάντα μέσα στον ελάχιστο δυνατό χρόνο.
7 / 10 Νίκος Βέβες |
Be the first to comment