[Rune Grammofon, 2015]
Εισαγωγή: Πάρης Γραβουνιώτης
10 / 12 / 2015
Το ότι η Νορβηγία συγκαταλέγεται πλέον μέσα στις τρεις πιο συνεπείς και αξιόπιστες χώρες στον χώρο του progressive, τόσο σε ποιότητα όσο και σε ποσότητα, οφείλεται εν πολλοίς στην τρομερή σκηνή που έχει δημιουργηθεί εκεί την τελευταία πενταετία κυρίως. Με δισκογραφικά συνεπή σχήματα όπως οι Motorpsycho, Gazpacho, Wobbler, Jaga Jazzist αλλά και με σχήματα που έκαναν τα πρώτα τους βήματα και μας άφησαν με το στόμα ανοιχτό (βλ. Atlanter, Grand General, Electric Eye, Seven Impale) οι Νορβηγοί εντυπωσιάζουν με τον επαγγελματισμό και τον καλλιτεχνικό περφεξιονισμό τους. Ένα από αυτά τα συγκροτήματα είναι και οι Elephant9 που σχηματίστηκαν στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας ως project του drummer των Shining Thorstein Lofthus, του πληκτρά των Supersilent Ståle Storløkken και του μπασίστα Nicolai Hængsle Eilertsen. Το ντεμπούτο τους “Dodovoodoo” (2007) άφησε τις καλύτερες των εντυπώσεων ενώ το επόμενο τους πόνημα, το “Walk The Nile” (2010) ήταν ακόμη καλύτερο και πιο φιλόδοξο, με την απουσία κιθάρας να μην ξενίζει καθόλου. Με τον προηγούμενο δίσκο τους, το “Atlantis”, εγκαινίασαν τη συνεργασία τους με τον σπουδαίο Σουηδό κιθαρίστα Reine Fiske (Landberk, Morte Macabre, Paatos, Dungen, Motorpsycho μεταξύ άλλων), μια συνεργασία που από ό,τι φαίνεται και από τον φετινό τους δίσκο με τίτλο “Silver Mountain” έγινε για να εδραιωθεί. Αυτό που μένει να δούμε είναι αν με τον τέταρτο δίσκο τους oι Elephant9 κατάφεραν να συνεχίσουν το εξαιρετικό τους σερί και αν άγγιξαν την προσωπική τους κορυφή.
A fusion wet dream Υπάρχουν κάποιες στιγμές όπου ο music nerd πιάνει τον εαυτό του να φαντάζεται μια ανύπαρκτη μπάντα, η οποία παίζει μέσα στο μυαλό του μια μουσική, της οποίας ο συνδυασμός ύφους, επιρροών και εκτέλεσης αποτελεί ονείρωξη για τον ίδιο. Δεν σας κρύβω πως ένοιωσα να ζω ένα τέτοιου είδους όνειρο κατά τις πρώτες ακροάσεις του “Silver Mountain” των έτσι και αλλιώς αγαπημένων Elephant9, συνοδευόμενων για δεύτερη φορά από τον Reine Fiske. Βέβαια, οι Νορβηγοί από το “Atlantis”, την πρώτη τους σύμπραξη με τον πολύπειρο κιθαρίστα, είχαν φροντίσει να μας προϊδεάσουν για το τι έπεται. Η αρκετά progressive rock εκδοχή του jazz fusion των δύο πρώτων δίσκων απέκτησε μια νέα ψυχεδελική διάσταση μέσω της συμμετοχής του Fiske, αλλά και μια περαιτέρω -ας μου επιτραπεί η έκφραση- νορβηγικότητα. Στο “Silver Mountain” η τετράδα χτίζει πάνω στην πρώτη σύμπραξή και πλέον μεγαλουργεί από κάθε άποψη. Από την πρώτη επαφή με το εναρκτήριο “Occidentali” γίνεται αντιληπτή η αξιοθαύμαστη αίσθηση σύνθεσης των μελών οι οποίοι όμως δεν κάνουν εκπτώσεις στο jamming και τον αυτοσχεδιασμό. Το άκουσμα δίνει την παράδοξη αίσθηση του χτισίματος στέρεων συνθετικών δόμων πάνω στο χάος ενός jam session χωρίς φρένα. Ευτυχώς όμως για τον ακροατή τα φρένα θα πατηθούν πολλές φορές κατά τη διάρκεια του δίσκου. Θα ήταν και σαδιστικό εκ μέρους τους να μη μας δώσουν τις απαραίτητες ανάσες. Η σε πολλά εισαγωγικά «διασκευή» του “You Are the Sunshine of My Life” του μεγάλου Stevie Wonder, αποτελεί και την πιο smooth κατάθεση του album. Τα δύο κομμάτια που ακολουθούν αποτελούν την κορύφωση του δίσκου. Το “Abhartach” είναι από αυτές τις συνθέσεις που σε κάνουν να σηκωθείς όρθιος και να περπατάς νευρικά, προσπαθώντας να διαχειριστείς αυτό που ακούς. Και πραγματικά είναι δύσκολο να διαχειριστείς τη μουσικότητα που αποπνέουν τα πλήκτρα του Storløkken και η κιθάρα του Fiske, παρά τους θορυβώδεις ήχους που παράγουν, παιγμένα πάνω στις ρυθμικές σπαζοκεφαλιές των Eilertsen και Lofthus. Το εικοσάλεπτο “Kungsten” ξεκινά με ένα αδιανόητο μείγμα ακουστικών κιθάρων (από τα μεγάλα ατού του δίσκου η χρήση της ακουστικής) και ψυχεδελικών ήχων πάνω σε ένα τεταμένο ρυθμικό πανηγύρι (οδοστρωτήρας εδώ ο Lofthus), μέχρι να βυθιστεί απότομα και σχεδόν αναγκαστικά στην ξαφνική ηρεμία και αφού περάσει και από αλλά «κύματα», να καταλήξει όπως ακριβώς άρχισε. Το “The Above Ground Sound” που ρίχνει την αυλαία, αν και όχι τόσο εμφατικά, χρησιμοποιεί και αυτό αυξομειώσεις στην ένταση, κλείνοντας ιδανικά τον δίσκο και προσθέτοντας στην ποικιλία του. Δεν είναι και λίγο στις μέρες μας να ακούς Popol Vuh ακουστικό σημείο μέσα σε fusion δίσκο, ε; Η αλήθεια είναι βέβαια, ότι θα μπορούσε να επωφεληθεί από ένα μικρό «ψαλίδι» 3-4 λεπτών στη διάρκειά του, αλλά αυτό είναι και το μοναδικό ίσως μειονέκτημα που θα βρει κανείς στο “Silver Mountain”. Η φήμη της εξωπραγματικής live μπάντας που ακολουθεί τους Elephant9 για πρώτη φορά εξαργυρώνεται αδιαμφισβήτητα σε studio ηχογράφηση, παρόλο που οι τρεις προηγούμενες κυκλοφορίες τους είναι κάτι παραπάνω από εξαιρετικές. Οι παικτικές ικανότητές τους (όπως και του Fiske) δεν χρήζουν αμφισβήτησης. Είναι όμως το σχεδόν μαγικό δέσιμο των τεσσάρων που τους επιτρέπει να πετύχουν τα όσα ακούμε. Το δέσιμο αυτό μεταφέρεται και στον τρόπο που οι μουσικές τους επιρροές ομογενοποιούνται, κάνοντας πραγματικότητα την ονείρωξη που περιγράφτηκε στην εισαγωγή και αφήνοντας ως παρακαταθήκη έναν από τους καλύτερους δίσκους στην ιστορία του jazz-rock / fusion.
9.5 / 10 Κώστας Μπάρμπας | Nordic experimental awesomeness Το πείραμα με την συνεργασία του νορβηγικού jazz trio των Elephant9 με τον Reine Fiske αποδείχτηκε άκρως επιτυχημένο καλλιτεχνικά από τον προηγούμενο τους δίσκο, έτσι το κουαρτέτο πλέον (αν και ακόμη αναφέρονται ως Elephant9 with Reine Fiske) για άλλη μια φορά υπό την στέγη της πολυαγαπημένης Rune Grammofon μας έδωσε το τέταρτο album της μπάντας υπό την ονομασία “Silver Mountain”. Ο δημιουργικός τους καμβάς παραμένει το jazz-rock, όμως το αποτέλεσμα ηχεί τόσο πλούσιο και πυκνό που περιορίζεται μέσα σε αυτές τις δύο λέξεις. Το οπλοστάσιο του πληκτρά Ståle Storløkken είναι γεμάτο, είτε επιθυμεί να βγάλει heavy ήχο (Hammond organ, Fhender Rhodes), είτε πειραματικό (Minimoog), είτε μελωδικό (grand piano), ενώ ο ψυχεδελικός, fuzz-αριστός και οξύς ήχος της κιθάρας του Reine Fiske γεμίζει με ενέργεια και πάθος το τελικό αποτέλεσμα. Μαέστροι των διονυσιακών ρυθμών και των κλιμακούμενων εναλλαγών είναι το rhythm section των Nicolai Hængsle Eilertsen και Thorstein Lofthus, οι οποίοι είναι στην κυριολεξία μια ορχήστρα μόνοι τους, εντυπωσιάζοντας με το εκνευριστικά αλάνθαστο τους παίξιμο. Στο εναρκτήριο “Occidentali” περικλείεται εν πολλοίς το πνεύμα των Elephant9. Βορειοευρωπαϊκό jazz-rock με αρκετά King Crimson και avant-garde στοιχεία και εντονότατο πειραματισμό. Μέσα στον jam χαρακτήρα τους αχνοφαίνεται και η prog μορφή της σύνθεσης, με το μουσικό θέμα που ανοίγει να είναι το ίδιο με αυτό που ρίχνει την αυλαία, και όλο το jamming να βρίσκεται στο ενδιάμεσο. Στο “You Are The Sunshine Of My Life” που ακολουθεί ακούμε την ίσως πιο μελωδική στιγμή του δίσκου, με την αισθητική του krautrock και της σκανδιναβικής ψυχεδέλειας να ρίχνει το πέπλο της πάνω σε μία εξαιρετική σύνθεση όπου το άστρο του Reine Fiske πραγματικά λάμπει. Συνέχεια με το «ραδιενεργό» “Abhartach” όπου τα πράγματα σοβαρεύουν για τα καλά. Με ένα μπάσιμο βγαλμένο από το ντεμπούτο των Passport, το κουαρτέτο παίζει σχεδόν 10 ασταμάτητα λεπτά στο κόκκινο, με το πύρινο heavy jamming τους να ακούγεται τόσο γοητευτικά επικίνδυνο που κάθε του ακρόαση να αποτελεί πρόκληση για τον ακροατή. Το δεύτερο μέρος του δίσκου αποτελείται από δύο εικοσάλεπτες συνθέσεις, με την συνολική διάρκεια του να εκτοξεύεται στα 76 λεπτά. Στο “Kungsten” οι εναλλαγές έχουν την τιμητική τους. Ο γρήγορος πειραματικός ρυθμός του κομματιού με την βοήθεια του percussion, δίνει την θέση του σε μια μαγική ψυχεδελική ατμόσφαιρα, η οποία διακόπτεται απότομα με ένα ξαφνικό heavy jam με το δίπολο Hammond – κιθάρας να πρωταγωνιστεί. Μετά πάλι ένα ακουστικό μελωδικό διάστημα με το φινάλε να είναι στο ίδιο πνεύμα της εισαγωγής. Στην ίδια λογική κινείται και το “The Above Ground Sound” που κλείνει και την αυλαία του Silver Mountain, με τον πειραματισμό να είναι και πάλι στο επίκεντρο. Τα πρώτα 8 λεπτά κινούνται σε avant-jazz πλαίσια, με τη συνέχεια να είναι και πάλι ακουστική και ψυχεδελική, μέχρι που άλλο ένα πειραματικό jamming δίνει την θέση του σε μια εντελώς mediation στιγμή για να κλείσει έτσι με εντυπωσιακό τρόπο ένα από τα κορυφαία albums της χρονιάς που διανύουμε. Το τεχνικό και εκτελεστικό επίπεδο των Elephant9 δεν επιδέχεται κριτικής, ενώ η εντελώς σύγχρονη προσέγγισή τους σε έναν ούτως ή άλλως vintage ήχο, τους καθιστά ως ένα από τα πλέον κορυφαία jazz / prog σχήματα των καιρών μας. Εάν ο ακροατής επιθυμεί μουσική που με βάση τον πειραματισμό εξερευνεί και συνδυάζει την jazz-rock με το heavy στοιχείο, το avant πνεύμα και την ψυχεδελική αισθητική, εδώ θα βρει τον παράδεισό του. Τα βήματα που πραγματοποιούν ως συγκρότημα από δίσκο σε δίσκο είναι αλματώδη και αυτό μας βεβαιώνει για μια εξίσου λαμπρή συνέχεια. Μέχρι τότε, το “Silver Mountain” είναι «καταδικασμένο» να παίζει στο repeat ξανά και ξανά.
9 / 10 Πάρης Γραβουνιώτης |
[Rune Grammofon, 2015]
Εισαγωγή: Πάρης Γραβουνιώτης
10 / 12 / 2015
Το ότι η Νορβηγία συγκαταλέγεται πλέον μέσα στις τρεις πιο συνεπείς και αξιόπιστες χώρες στον χώρο του progressive, τόσο σε ποιότητα όσο και σε ποσότητα, οφείλεται εν πολλοίς στην τρομερή σκηνή που έχει δημιουργηθεί εκεί την τελευταία πενταετία κυρίως. Με δισκογραφικά συνεπή σχήματα όπως οι Motorpsycho, Gazpacho, Wobbler, Jaga Jazzist αλλά και με σχήματα που έκαναν τα πρώτα τους βήματα και μας άφησαν με το στόμα ανοιχτό (βλ. Atlanter, Grand General, Electric Eye, Seven Impale) οι Νορβηγοί εντυπωσιάζουν με τον επαγγελματισμό και τον καλλιτεχνικό περφεξιονισμό τους. Ένα από αυτά τα συγκροτήματα είναι και οι Elephant9 που σχηματίστηκαν στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας ως project του drummer των Shining Thorstein Lofthus, του πληκτρά των Supersilent Ståle Storløkken και του μπασίστα Nicolai Hængsle Eilertsen. Το ντεμπούτο τους “Dodovoodoo” (2007) άφησε τις καλύτερες των εντυπώσεων ενώ το επόμενο τους πόνημα, το “Walk The Nile” (2010) ήταν ακόμη καλύτερο και πιο φιλόδοξο, με την απουσία κιθάρας να μην ξενίζει καθόλου. Με τον προηγούμενο δίσκο τους, το “Atlantis”, εγκαινίασαν τη συνεργασία τους με τον σπουδαίο Σουηδό κιθαρίστα Reine Fiske (Landberk, Morte Macabre, Paatos, Dungen, Motorpsycho μεταξύ άλλων), μια συνεργασία που από ό,τι φαίνεται και από τον φετινό τους δίσκο με τίτλο “Silver Mountain” έγινε για να εδραιωθεί. Αυτό που μένει να δούμε είναι αν με τον τέταρτο δίσκο τους oι Elephant9 κατάφεραν να συνεχίσουν το εξαιρετικό τους σερί και αν άγγιξαν την προσωπική τους κορυφή.
A fusion wet dream Υπάρχουν κάποιες στιγμές όπου ο music nerd πιάνει τον εαυτό του να φαντάζεται μια ανύπαρκτη μπάντα, η οποία παίζει μέσα στο μυαλό του μια μουσική, της οποίας ο συνδυασμός ύφους, επιρροών και εκτέλεσης αποτελεί ονείρωξη για τον ίδιο. Δεν σας κρύβω πως ένοιωσα να ζω ένα τέτοιου είδους όνειρο κατά τις πρώτες ακροάσεις του “Silver Mountain” των έτσι και αλλιώς αγαπημένων Elephant9, συνοδευόμενων για δεύτερη φορά από τον Reine Fiske. Βέβαια, οι Νορβηγοί από το “Atlantis”, την πρώτη τους σύμπραξη με τον πολύπειρο κιθαρίστα, είχαν φροντίσει να μας προϊδεάσουν για το τι έπεται. Η αρκετά progressive rock εκδοχή του jazz fusion των δύο πρώτων δίσκων απέκτησε μια νέα ψυχεδελική διάσταση μέσω της συμμετοχής του Fiske, αλλά και μια περαιτέρω -ας μου επιτραπεί η έκφραση- νορβηγικότητα. Στο “Silver Mountain” η τετράδα χτίζει πάνω στην πρώτη σύμπραξή και πλέον μεγαλουργεί από κάθε άποψη. Από την πρώτη επαφή με το εναρκτήριο “Occidentali” γίνεται αντιληπτή η αξιοθαύμαστη αίσθηση σύνθεσης των μελών οι οποίοι όμως δεν κάνουν εκπτώσεις στο jamming και τον αυτοσχεδιασμό. Το άκουσμα δίνει την παράδοξη αίσθηση του χτισίματος στέρεων συνθετικών δόμων πάνω στο χάος ενός jam session χωρίς φρένα. Ευτυχώς όμως για τον ακροατή τα φρένα θα πατηθούν πολλές φορές κατά τη διάρκεια του δίσκου. Θα ήταν και σαδιστικό εκ μέρους τους να μη μας δώσουν τις απαραίτητες ανάσες. Η σε πολλά εισαγωγικά «διασκευή» του “You Are the Sunshine of My Life” του μεγάλου Stevie Wonder, αποτελεί και την πιο smooth κατάθεση του album. Τα δύο κομμάτια που ακολουθούν αποτελούν την κορύφωση του δίσκου. Το “Abhartach” είναι από αυτές τις συνθέσεις που σε κάνουν να σηκωθείς όρθιος και να περπατάς νευρικά, προσπαθώντας να διαχειριστείς αυτό που ακούς. Και πραγματικά είναι δύσκολο να διαχειριστείς τη μουσικότητα που αποπνέουν τα πλήκτρα του Storløkken και η κιθάρα του Fiske, παρά τους θορυβώδεις ήχους που παράγουν, παιγμένα πάνω στις ρυθμικές σπαζοκεφαλιές των Eilertsen και Lofthus. Το εικοσάλεπτο “Kungsten” ξεκινά με ένα αδιανόητο μείγμα ακουστικών κιθάρων (από τα μεγάλα ατού του δίσκου η χρήση της ακουστικής) και ψυχεδελικών ήχων πάνω σε ένα τεταμένο ρυθμικό πανηγύρι (οδοστρωτήρας εδώ ο Lofthus), μέχρι να βυθιστεί απότομα και σχεδόν αναγκαστικά στην ξαφνική ηρεμία και αφού περάσει και από αλλά «κύματα», να καταλήξει όπως ακριβώς άρχισε. Το “The Above Ground Sound” που ρίχνει την αυλαία, αν και όχι τόσο εμφατικά, χρησιμοποιεί και αυτό αυξομειώσεις στην ένταση, κλείνοντας ιδανικά τον δίσκο και προσθέτοντας στην ποικιλία του. Δεν είναι και λίγο στις μέρες μας να ακούς Popol Vuh ακουστικό σημείο μέσα σε fusion δίσκο, ε; Η αλήθεια είναι βέβαια, ότι θα μπορούσε να επωφεληθεί από ένα μικρό «ψαλίδι» 3-4 λεπτών στη διάρκειά του, αλλά αυτό είναι και το μοναδικό ίσως μειονέκτημα που θα βρει κανείς στο “Silver Mountain”. Η φήμη της εξωπραγματικής live μπάντας που ακολουθεί τους Elephant9 για πρώτη φορά εξαργυρώνεται αδιαμφισβήτητα σε studio ηχογράφηση, παρόλο που οι τρεις προηγούμενες κυκλοφορίες τους είναι κάτι παραπάνω από εξαιρετικές. Οι παικτικές ικανότητές τους (όπως και του Fiske) δεν χρήζουν αμφισβήτησης. Είναι όμως το σχεδόν μαγικό δέσιμο των τεσσάρων που τους επιτρέπει να πετύχουν τα όσα ακούμε. Το δέσιμο αυτό μεταφέρεται και στον τρόπο που οι μουσικές τους επιρροές ομογενοποιούνται, κάνοντας πραγματικότητα την ονείρωξη που περιγράφτηκε στην εισαγωγή και αφήνοντας ως παρακαταθήκη έναν από τους καλύτερους δίσκους στην ιστορία του jazz-rock / fusion.
9.5 / 10 Κώστας Μπάρμπας | Nordic experimental awesomeness Το πείραμα με την συνεργασία του νορβηγικού jazz trio των Elephant9 με τον Reine Fiske αποδείχτηκε άκρως επιτυχημένο καλλιτεχνικά από τον προηγούμενο τους δίσκο, έτσι το κουαρτέτο πλέον (αν και ακόμη αναφέρονται ως Elephant9 with Reine Fiske) για άλλη μια φορά υπό την στέγη της πολυαγαπημένης Rune Grammofon μας έδωσε το τέταρτο album της μπάντας υπό την ονομασία “Silver Mountain”. Ο δημιουργικός τους καμβάς παραμένει το jazz-rock, όμως το αποτέλεσμα ηχεί τόσο πλούσιο και πυκνό που περιορίζεται μέσα σε αυτές τις δύο λέξεις. Το οπλοστάσιο του πληκτρά Ståle Storløkken είναι γεμάτο, είτε επιθυμεί να βγάλει heavy ήχο (Hammond organ, Fhender Rhodes), είτε πειραματικό (Minimoog), είτε μελωδικό (grand piano), ενώ ο ψυχεδελικός, fuzz-αριστός και οξύς ήχος της κιθάρας του Reine Fiske γεμίζει με ενέργεια και πάθος το τελικό αποτέλεσμα. Μαέστροι των διονυσιακών ρυθμών και των κλιμακούμενων εναλλαγών είναι το rhythm section των Nicolai Hængsle Eilertsen και Thorstein Lofthus, οι οποίοι είναι στην κυριολεξία μια ορχήστρα μόνοι τους, εντυπωσιάζοντας με το εκνευριστικά αλάνθαστο τους παίξιμο. Στο εναρκτήριο “Occidentali” περικλείεται εν πολλοίς το πνεύμα των Elephant9. Βορειοευρωπαϊκό jazz-rock με αρκετά King Crimson και avant-garde στοιχεία και εντονότατο πειραματισμό. Μέσα στον jam χαρακτήρα τους αχνοφαίνεται και η prog μορφή της σύνθεσης, με το μουσικό θέμα που ανοίγει να είναι το ίδιο με αυτό που ρίχνει την αυλαία, και όλο το jamming να βρίσκεται στο ενδιάμεσο. Στο “You Are The Sunshine Of My Life” που ακολουθεί ακούμε την ίσως πιο μελωδική στιγμή του δίσκου, με την αισθητική του krautrock και της σκανδιναβικής ψυχεδέλειας να ρίχνει το πέπλο της πάνω σε μία εξαιρετική σύνθεση όπου το άστρο του Reine Fiske πραγματικά λάμπει. Συνέχεια με το «ραδιενεργό» “Abhartach” όπου τα πράγματα σοβαρεύουν για τα καλά. Με ένα μπάσιμο βγαλμένο από το ντεμπούτο των Passport, το κουαρτέτο παίζει σχεδόν 10 ασταμάτητα λεπτά στο κόκκινο, με το πύρινο heavy jamming τους να ακούγεται τόσο γοητευτικά επικίνδυνο που κάθε του ακρόαση να αποτελεί πρόκληση για τον ακροατή. Το δεύτερο μέρος του δίσκου αποτελείται από δύο εικοσάλεπτες συνθέσεις, με την συνολική διάρκεια του να εκτοξεύεται στα 76 λεπτά. Στο “Kungsten” οι εναλλαγές έχουν την τιμητική τους. Ο γρήγορος πειραματικός ρυθμός του κομματιού με την βοήθεια του percussion, δίνει την θέση του σε μια μαγική ψυχεδελική ατμόσφαιρα, η οποία διακόπτεται απότομα με ένα ξαφνικό heavy jam με το δίπολο Hammond – κιθάρας να πρωταγωνιστεί. Μετά πάλι ένα ακουστικό μελωδικό διάστημα με το φινάλε να είναι στο ίδιο πνεύμα της εισαγωγής. Στην ίδια λογική κινείται και το “The Above Ground Sound” που κλείνει και την αυλαία του Silver Mountain, με τον πειραματισμό να είναι και πάλι στο επίκεντρο. Τα πρώτα 8 λεπτά κινούνται σε avant-jazz πλαίσια, με τη συνέχεια να είναι και πάλι ακουστική και ψυχεδελική, μέχρι που άλλο ένα πειραματικό jamming δίνει την θέση του σε μια εντελώς mediation στιγμή για να κλείσει έτσι με εντυπωσιακό τρόπο ένα από τα κορυφαία albums της χρονιάς που διανύουμε. Το τεχνικό και εκτελεστικό επίπεδο των Elephant9 δεν επιδέχεται κριτικής, ενώ η εντελώς σύγχρονη προσέγγισή τους σε έναν ούτως ή άλλως vintage ήχο, τους καθιστά ως ένα από τα πλέον κορυφαία jazz / prog σχήματα των καιρών μας. Εάν ο ακροατής επιθυμεί μουσική που με βάση τον πειραματισμό εξερευνεί και συνδυάζει την jazz-rock με το heavy στοιχείο, το avant πνεύμα και την ψυχεδελική αισθητική, εδώ θα βρει τον παράδεισό του. Τα βήματα που πραγματοποιούν ως συγκρότημα από δίσκο σε δίσκο είναι αλματώδη και αυτό μας βεβαιώνει για μια εξίσου λαμπρή συνέχεια. Μέχρι τότε, το “Silver Mountain” είναι «καταδικασμένο» να παίζει στο repeat ξανά και ξανά.
9 / 10 Πάρης Γραβουνιώτης |
Be the first to comment