[BackToTheFudda, 2015]
Εισαγωγή: Δημήτρης Καλτσάς
04 / 09 / 2015
Ψάχνοντας κανείς να τοποθετήσει το φετινό “Four Of A Kind” στη σειρά κυκλοφοριών των Goblin, διαπιστώνει πως αυτό εκτός από πολύ δύσκολο είναι μάλλον μάταιο. Κι αυτό, γιατί αρκετοί από τους εμπλεκόμενους καλλιτέχνες τα τελευταία χρόνια έκαναν κατάχρηση του ονόματος της μπάντας σε διάφορα σχήματα για σκοπούς προφανείς ή μη.
Από τις ελπιδοφόρες ημέρες των Oliver και των Cherry Five στην εποχή της απόλυτης καταξίωσης στα πρώτα χρόνια τoυς ως Goblin, η μπάντα αυτή παρέδωσε μαθήματα μουσικής επένδυσης σε μερικές από τις σπουδαιότερες κιν/κές ταινίες τρόμου κυρίως του επί πολλά έτη συνεργάτη τους Dario Argento, όπως στα θρυλικά “Profondo Rosso”, “Suspiria”, “Tenebre”, “Phenomena”, αλλά και στο “Dawn Of The Dead” του George Romero. Eκτός των soundtracks, τα albums των Goblin ήταν λίγα και από αυτά ξεχωρίζει με μεγάλη διαφορά το “Roller” [1976] που δίκαια έχει κερδίσει μία περίοπτη θέση στα διαμάντια του Rock Progressivo Italiano.
Για χάρη του παλιού τους φίλου Dario οι Goblin επανασυνδέθηκαν το 2000 για το “Non Ho Sonno” μετά από απουσία πολλών ετών, αλλά η επιτυχία δεν ήταν αρκετή για να κρατήσει τον ηγέτη Claudio Simonetti μαζί με τους υπόλοιπους. Εκείνος διατήρησε τους Daemonia και τα υπόλοιπα original μέλη (Maurizio Guarini, Fabio Pignatelli, Massimo Morante, Agostino Marangolo) επέστρεψαν ως Back To The Goblin το 2005. Παράλληλα, το 2010 ο Simonetti σχημάτισε τους New Goblin με τους Μorante και Guarini, ενώ στα τέλη της ίδιας χρονιάς σχηματίστηκαν οι Goblin Rebirth με τους Pignatelli και Marangolo στη σύνθεσή τους (!). Σαν να μην έφτανε αυτό, το 2013 ο Simonetti σχημάτισε με μέλη των Daemonia τους Claudio Simonetti’s Goblin, οι οποίοι κυκλοφόρησαν πέρυσι το “The Murder Collection” με νιοστές επανεκτελέσεις μερικών εκ των σημαντικότερων κομματιών των Goblin, ενώ φέτος κυκλοφόρησε το ντεμπούτο των Goblin Rebirth, αλλά και το νέο album των γνήσιων Goblin, των πρώην Back To The Goblin, των τεσσάρων εκ των πέντε μελών στο “Profondo Rosso”. Mετά από όλα αυτά είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνουν προβλέψεις για το “Four Of A Kind”, όχι μόνο γιατί τα χρόνια έχουν περάσει και οι αλλαγές ονομάτων έχουν ζαλίσει, αλλά και γιατί η μουσική εδώ δεν έχει εικόνα.
Ουσιώδης επιστροφή Ένα από τα πιο ιδιαίτερα συγκροτήματα που εμφανίστηκαν στις χρυσές σελίδες του ιταλικού prog είναι αναμφίβολα οι Goblin: ιδιάζουσα περίπτωση μιας και οι περισσότερες δισκογραφικές του δημιουργίες συνδέθηκαν με τη δημιουργία των ιταλικών ταινιών τρόμου στις οποίες κατέθεσαν την έμπνευσή τους στη μελοποίηση κινηματογραφικών σκηνών που έχουν μείνει ανεξίτηλα εντυπωμένες στη μνήμη των σινεφίλ. Ο φετινός δίσκος των Goblin “Four Of A Kind” είναι το ουσιαστικότερο βήμα της επανασύνδεσής τους. Αν και μου φαίνεται παράδοξο ένας δίσκος των Goblin να μην είναι ταυτόχρονα και μουσική σε ταινία, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το εξαιρετικό “Roller” που κυκλοφόρησε εμβόλιμα στα επιφανή τους soundtracks δεν υπολείπεται σε ποιότητα, γιατί η μουσική τους είχε πάντα αυτοτέλεια μέσα στο πανδαιμόνιο των εικόνων που εντασσόταν. Το “Four Of A Kind” όπως κάθε δίσκος των Goblin (με εξαίρεση το “Il Fantastico Viaggio Del Bagarozzo Mark”) είναι ορχηστρικός και συνεχίζει τη παράδοση που οι ίδιοι δημιούργησαν στο προοδευτικό rock: ατμοσφαιρική μουσική που άλλες φορές παρουσιάζεται καθησυχαστική και άλλες φορές εκτρέπεται σε σκοτεινούς λαβυρίνθους. Ο δίσκος, χωρίς να είναι εξαιρετικά σκοτεινός ή καλύτερα horror, διαθέτει στα οκτώ του κομμάτια πολύ καλές μελωδίες, με μια αίσθηση αδιευκρίνιστου μυστηρίου να υφέρπει σε αυτές. Όπως στο “Ιn The Name Of Goblin” που κατά κάποιο τρόπο αποτίει φόρο τιμής στο όνομα της μπάντας και ίσως αποτελεί και την πεμπτουσία της μουσικής τους ιδιοσυστασίας. Χαρακτηριστικό κομμάτι είναι επίσης το “Μousse Roll” με εισαγωγή βγαλμένη από το “Suspiria” που αναπτύσσεται προοδευτικά για να κλείσει με το ίδιο σχεδόν τρόπο που άρχισε, ίσως το καλύτερο κομμάτι του δίσκου. Εξαιρετικό κομμάτι είναι επίσης το “Kindgom” με τα ατμοσφαιρικά του πλήκτρα (πιάνο και Ηammond) να καθοδηγούνται από το μπάσο του Pignatelli και την κιθάρα του (πολύ καλού) Μorante να το ολοκληρώνει. Ο Μorante είναι πρωταγωνιστής και στο “Dark Blue(s)” που σε σημεία θυμίζει τον David Gilmour στο σόλο του. Το “Love And Hate” συμπληρώνει τα καλύτερα κομμάτια του δίσκου, σε μια επίδειξη του Guarini στο πιάνο (στην αρχή και το τέλος του κομματιού η επιρροή των ELPείναι ολοφάνερη). Το “Four Of A Kind” δεν είναι αριστούργημα και σίγουρα βρίσκεται αρκετά μακριά από τις κορυφαίες στιγμές των Goblin. Είναι όμως ένας καλός δίσκος που γνωστοποιεί τους Goblin σε ένα νεότερο ακροατήριο δίνοντάς του το έναυσμα για μια διπλή αναζήτηση: το έργο των Goblin της 70s περιόδου και τις αντίστοιχες ταινίες που συνόδευσε μουσικά, αυτές του πάλαι ποτέ σπουδαίου ιταλικού κινηματογράφου.
7 / 10 Χρήστος Μήνος | O εφιάλτης στο δρόμο με τους Goblin To “Four Of A Kind” καλείται κατά κάποιον τρόπο να ξεκαθαρίσει την όποια σύγχυση μεταξύ των οπαδών, σχετικά με το ποια από όλες τις εκδοχές των Goblin αποτελούν τη φυσική συνέχεια της παλαιάς τους αίγλης και ποιους θα έπρεπε να ακολουθήσουν. Απόλυτα εναρμονισμένοι με το παρόν, διατηρώντας όλα εκείνα τα στοιχεία για οποία λατρεύτηκαν από το πιστό κοινό τους, καταφέρνουν να παίξουν με χαρακτηριστική πειστικότητα αξιοπρεπές prog rock σε μουσικά άνισους καιρούς, “Uneven Times” όπως λέει και ο τίτλος του πρώτου κομματιού. Από το ξεκίνημά του δεν αφήνει κανένα απολύτως περιθώριο αμφισβήτησης για την μεγάλη τους επιστροφή! Γενικά, η ατμόσφαιρα που επικρατεί είναι μια δυσοίωνη αναμονή για κάτι “σατανικό” που καραδοκεί κι όσο αυτό καθυστερεί αυξάνει τη δυσφορία. Αυτό είναι εξάλλου και το μεγαλύτερο ταλέντο τους και ξέρουν να το εκμεταλλεύονται με τον καλύτερο τρόπο, ως απόληξη μιας άρτιας παράδοσης που έχουν στο να αποδίδουν μουσικά ταινίες τρόμου. Ακόμα πιο επιβλητικό και γοτθικό το “Ιn The Name Of Goblin” παρατείνει τον ενθουσιασμό μας μέχρι να έρθει η εισαγωγή του “Μousse Roll” να μας θυμίσει με μια αρρωστημένη νοσταλγία το “Suspiria” και να καταλήξει σε πιο rock ύφος. Πιο μοντέρνο, με αισθητική να θυμίζει τους Goblin της δεκαετίας του ’80 (κυρίως ρυθμικά) ακούγεται το “Bon Ton” ενώ στο “Kingdom” δεσπόζουν τα πλήκτρα του Μaurizio Guarini που με τα υπέροχα περάσματα δίνει χώρο στην κιθάρα του Μassimo Morante για συμπληρώσει δραματικά την κορύφωση του κομματιού. Στο “Dark Blue(s)” διαπιστώνουμε το μόνο ίσως ψεγάδι μιας κατά τα άλλα καθαρής παραγωγής, τον όχι και τόσο φυσικό ήχο στα τύμπανα. Μια blues φόρμα με τον Μorante να επιδίδεται σε ένα πιο συναισθηματικό σόλο, αυτό είναι το λιγότερο Goblin κομμάτι του δίσκου. Η αποκατάσταση έρχεται με το “Love & Hate” με ενδιαφέρουσες εναλλαγές στη διάθεση -(σε σημεία ρομαντική), ίσως για να τονίσει το κοντράστ αγάπης/μίσους. Μαζί με τα “Uneven Times” και “Ιn The Name Of Goblin” ανήκει στα κορυφαία κομμάτια του δίσκου. Το όγδοο και τελευταίο που τιτλοφορείται “008” είναι ένα όμορφο και μετρημένο τζαμάρισμα, βασισμένο σε κιθαριστικές φράσεις, που τελικά ούτε κουράζει αλλά ούτε και εντυπωσιάζει. Στα συν του “Four Of A Kind” είναι ότι οι διάρκειες είναι απόλυτα λογικές, χωρίς φλυαρίες και τεχνάσματα εντυπωσιασμού, ίσα που επιτρέπουν στον ακροατή να εμπεδώσει τις ιδέες και τις αλλαγές. Με νοικοκυρεμένο στήσιμο στην ανάπτυξη και την ενορχήστρωση και με “οικονομικό” παίξιμο, οι Goblin ξέρουν πολύ καλά πώς να ξεκινούν ένα κομμάτι και πότε να το κλείνουν. Όσον αφορά δε την ατμόσφαιρα, μιλάμε για ένα soundtrack που περιμένει την κατάλληλη ταινία τρόμου για να το ενσαρκώσει.
8 / 10 Γιάννης Ζαβραδινός |
Be the first to comment