[Barber Music, 2013] | |
Εισαγωγή: Δημήτρης Καλτσάς |
Η ιστορία έχει δείξει ότι οι δισκογραφικές επιστροφές μετά από απουσία ετών κρύβουν αρκετό ρίσκο. Θεωρητικά αυτό ίσχυε ακόμα και για τον Τάκη Μπαρμπέρη, ένα μουσικό που δεν έπαψε ποτέ να είναι δραστήριος από το τελευταίο του άλμπουμ. Μπορεί να είχε μεσολαβήσει η επιτυχής συνεργασία του με τον Πετρολούκα Χαλκιά σε διασκευές δημοτικών τραγουδιών (“Guitar And Clarinet In Parallel”) το 2010, αλλά δική του μουσική είχαμε να ακούσουμε από το αξέχαστο “Porto Kayio” [2004].
Ανατρέχοντας στη δισκογραφία του Τάκη, συμπεραίνει κανείς ότι κάθε βήμα του ήταν πολύ καλά προσεγμένο. Ο κιθαρίστας, που πρωτοεμφανίστηκε στο ιστορικό ντεμπούτο των ISKRA (“A New Day”, 1986), σε ηλικία μόλις 23 ετών, ξεκίνησε την προσωπική του καριέρα το 1990 με το “Something From July”. Μετά το εξαιρετικό και εξίσου jazz άλμπουμ “Are You Happy?” [1992], το προσωπικό του στυλ φάνηκε για πρώτη φορά ολοκληρωμένα στο “Episodes” [1995] και εξελίχθηκε εντυπωσιακά στο “Naiva” [1998], πριν συστηθεί και σε πιο ροκ ακροατήριο στο “Porto Kayio”.
Δημιουργώντας κατά την περίοδο ακμής του ethno-fusion και της world music στη δεκαετία του 1990, ο Μπαρμπέρης έχει καταφέρει να δώσει τη δική του εκδοχή στη jazz fusion, τόσο μουσικά όσο και ηχητικά. Η ισορροπία των επιρροών από την ινδική, τη βαλκανική και την ελληνική παραδοσιακή μουσική με το funk και το rock σε ένα ζεστό και εγκρατές jazz περιβάλλον έχει δικαιωματικά προσδώσει τη μοναδική ηχητική υπογραφή στο δημιουργό.
Στο “Jargon”, που κυκλοφόρησε το Δεκέμβριο του 2013, ο Τάκης Μπαρμπέρης δεν είχε κάτι να αποδείξει. Κι όμως, για άλλη μία φορά κάθε άλλο παρά αρκέστηκε στην αξιοπρέπεια…
Πόσο πιο ψηλά θα θέσει τον πήχη πλέον ο Τάκης;;;
Τριάντα χρόνια τώρα, από την καίρια συμμετοχή του κιόλας στους πρωτοποριακούς για τη χώρα μας ISKRA μα και από τα προσωπικά του μουσικά αραβουργήματα, ο Τάκης Μπαρμπέρης ουδέποτε σύνδεσε το όνομά του με κάτι κάτω του σημαντικού, ή έστω «πρόχειρου»! Αντιθέτως, υπήρξε πάντα εστιασμένος και ευφάνταστος, με μια χαρακτηριστική άνεση να εφευρίσκει το εκάστοτε concept γύρω από το οποίο θα κυκλοφορούσε κάθε του νέα δισκογραφική δουλεία. Διόλου τυχαίο λοιπόν το γεγονός και φέτος ότι το “Jargon” σε μαγεύει μονομιάς από το πρώτο κιόλας άκουσμα -και πρόσεξε- δίχως το παραμικρό δείγμα εκούσιας ή ακούσιας έστω εύπεπτης ρότας από μέρους αυτού (ως συνθέτη & κιθαρίστα) ή των εκλεκτών συναδέλφων του! Αντιθέτως μάλιστα. Για άλλη μια φορά το αγαπημένο του πάντρεμα Δύσης & Ανατολής, ο ήπιος ηλεκτρικός χαρακτήρας στα όρια του ακουστικού, μα το πιο σημαντικό, αυτές καθαυτές οι λυρικές συνθέσεις στο σύνολό τους, θέλουν τον Τάκη ξανά να μην έχει να ζηλέψει το παραμικρό από διεθνείς κολοσσούς της ηλεκτρικής jazz fusion όπως π.χ. ο Pat Metheny, παρά να στέκει για πολλοστή φορά «αδικοχαμένος» ως Έλληνας, γεννημένος στη χώρα που «πνίγει τα παιδιά της»… Οι Γιώργος Γεωργιάδης & Μιχάλης Καπηλίδης ζωγραφίζουν στα μετόπισθεν ως ιδανικό rhythm section της ευμενούς επιθετικότητάς του μουσικοσυνθέτη, οι Σαριδάκης & Κιριμκιρίδης στρώνουν πανέμορφο χαλί υφασμένο από τα ασπρόμαυρα πλήκτρα τους και οι oriental πινελιές του Satnam Sing Ramgorta στα tablas κλείνουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την εκτέλεση τούτης της πανέμορφης συνταγής. Οι αμετανόητοι φίλοι της ευφυούς μουσικής και δη της αυτοσχεδιαστικής (βλέπε jazz) θα αποκτήσουν και φέτος άλλη μια ζεστή συντροφιά για τα μοναχικά ταξίδια τους δια χειρός Μπαρμπέρη, το μόνο σίγουρο.
10 / 10 Χρήστος Κισατζεκιάν | Καλαισθησία ελληνικής κοπής
To play έχει πατηθεί, το “Jargon” κυλάει στα ηχεία και μετά από 53 λεπτά, η εντύπωση της πρώτης ακρόασης έχει ήδη παγιωθεί και απλά επιβεβαιώνεται στις πολυάριθμες που ακολουθούν. Η συνταγή είναι η ίδια, αλλά υπάρχουν αρκετές και σημαντικές διαφορές, που δίνουν στο έκτο άλμπουμ του Τάκη Μπαρμπέρη σαφή και μοναδικό χαρακτήρα. Η βαλκανική, η ινδική και πρωτίστως η ελληνική μουσική συνδυάζονται ιδανικά με rock ενέργεια ή / και funk διάθεση. Το σημαντικότερο όμως, και ίσως το στοιχείο που διακρίνει τον Μπαρμπέρη από πάρα πολλούς άλλους μουσικούς (παγκόσμια), είναι ότι η jazz ως γλώσσα έκφρασης εξυπηρετεί τα κομμάτια του και δεν αποτελεί αυτοσκοπό. Οι πολυάριθμες βασικές γραμμές χαρακτηρίζονται από αυτή τη μελωδική δωρικότητα του κιθαρίστα, αλλά η συνθετική λεπτομέρεια δεν αφαιρεί «αέρα» από τις συνθέσεις. Στο “Jargon” η άψογη ενορχήστρωση δίνει χώρο σε πιο ανοικτό παίξιμο. Το ρυθμικό section είναι το ίδιο με το “Porto Kayio” και για άλλη μία φορά οι Γιώργος Γεωργιάδης (μπάσο) και Μιχάλης Καπηλίδης (ντραμς) είναι εξαιρετικοί, εξασφαλίζοντας τη ζωντάνια και την ενέργεια στα κομμάτια. Ο παλαιότερος συνεργάτης του Μπαρμπέρη στο άλμπουμ, ο Μάνος Σαριδάκης (πιάνο & synth) προσφέρει ένα από τα ομορφότερα σόλο στο δίσκο στο “Balkan Wings”, όπως και ο Γιάννης Κιριμκιρίδης (ηλ. πιάνο) στο εναρκτήριο “Slide It”. Τα tablas δε θα μπορούσαν να λείπουν από ένα δίσκο του Τάκη και ο Satnam Sing Ramgotra προσθέτει στη μουσική δοσολογία επιπλέον δόσεις ανατολής, ίσως πιο έντονα στο “Eucalyptus” και το ατμοσφαιρικότατο “Normalize Me” που κλείνει το άλμπουμ. Πλην του δημιουργού, την παράσταση κλέβει αναμφισβήτητα νομίζω το εκπληκτικό παίξιμο του Ανδρέα Πολυζωγόπουλου. Ο σπουδαίος τρομπετίστας λάμπει με το smoothness του στο “Flamenco Girl” και ως δίδυμο με τον Τάκη στο “Blackout Spirit”, ενώ κλείνει το υπέροχο “Waiting” (η μελωδία του οποίου θυμίζει –ευχάριστα φυσικά– το “Mirage” του Jean Luc Ponty) με ένα επιθετικό σόλο, μία από τις πιο εντυπωσιακές στιγμές στο “Jargon”. Ο ίδιος ο Μπαρμπέρης, έχοντας συνθέσει 9 σχεδόν ισάξια κομμάτια και επιτυγχάνοντας μία παραγωγή υψηλού επιπέδου, στο δίσκο αυτό αφήνεται αρκετά και επιδίδεται και σε πιο περιπετειώδη σόλο. Αν και το να ξεχωρίσει κανείς στιγμές του στο δίσκο είναι καθαρά υποκειμενικό, νομίζω πως τα “Orfa Funk”, “Jargon” και “Normalize Me” χρωστούν μεγάλο κομμάτι της μαγείας τους -κατά αντιστοιχία- στο groove, την εγκεφαλικότητα και το ψυχωμένο κιθαριστικό παίξιμο του Τάκη. Καταπληκτικό άλμπουμ. Ελπίζω το επόμενο να μην καθυστερήσει το ίδιο.
9 / 10 Δημήτρης Καλτσάς |
Κάντε το πρώτο σχόλιο