[Eagle Vision, 2014]
Εισαγωγή: Κώστας Μπάρμπας
19 / 12 / 2014
Είναι σχεδόν αδύνατο να αναλύσουμε στον περιορισμένο χώρο μιας εισαγωγής τη σημασία του Peter Gabriel, όχι μόνο για τη μουσική που απασχολεί τον παρόντα ιστότοπο, αλλά και για το rock και pop παγκόσμιο στερέωμα γενικότερα.
Ας μείνουμε στο σημείο που τέμνει την προσωπική του καριέρα, την κυκλοφορία του “So” το 1986. Τα τέσσερα albums που προηγήθηκαν (όλα με τίτλο απλά το όνομά του), ακροβατούσαν ανάμεσα στην pop/rock σύνθεση και στην έμφυτη διάθεση του καλλιτέχνη για πειραματισμό. Αυτή η ευφυής pop συνοδεύτηκε -ειδικά στον τρίτο και τέταρτο δίσκο- από ηχητικές παραγωγές που έφθαναν στα όρια τις διαθέσιμες τεχνολογίες της εποχής. Εκείνη είναι, λοιπόν, η στιγμή που ο Gabriel αποφασίζει να χρησιμοποιήσει όλη αυτή την συσσωρευμένη εμπειρία και τεχνογνωσία, για να κυκλοφορήσει έναν pop δίσκο που θα τον μετατρέψει σε superstar. Παρόλα αυτά, η μουσική του, όσο μαζική και αν έγινε, δεν έχασε ποτέ την εκλεκτικότητα των πρώτων του κυκλοφοριών (κάτι που δεν κατάφεραν τόσο καλά οι υπόλοιποι Genesis). Αυτό σε συνδυασμό με την έντονη πολιτική και ακτιβιστική του δράση, του έδωσε τον τίτλο του thinking man’s pop star.
Μετά το 1986, όπως και θα ήταν λογικό, εκτοξεύθηκαν σε μέγεθος και οι ζωντανές του εμφανίσεις. Πέρα από το μέγεθος όμως, ο Gabriel κατάφερνε πάντα να δημιουργεί εντυπωσιακά shows, βασισμένα σε έξυπνες και πρωτότυπες ιδέες, αποφεύγοντας τον φθηνό εντυπωσιασμό. Κι αν στην εποχή του στους Genesis η επί σκηνής παρουσία του ήταν στατικά θεατρική, ως σόλο καλλιτέχνης έδωσε το μεγαλύτερο βάρος στη σημασία της συνεχούς κίνησης.
Στις 9 Σεπτεμβρίου του 2012 ξεκίνησε μία ακόμα μεγάλη περιοδεία. Η “Back to Front Tour” διήρκησε μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου του 2014, για ένα σύνολο 67 εμφανίσεων. Ο κεντρικός άξονας ήταν η παρουσίαση του “So” στην ολότητά του, με σχεδόν το ίδιο line-up μουσικών της περιοδείας του 1986-87. Το παρουσιαζόμενο DVD γυρίστηκε κατά την εμφάνιση στην O2 Arena του Λονδίνου. Ο γράφων (που δεν τον έχει δει ποτέ ζωντανά) μαζί με τον ιδεολογικά φίλα προσκείμενο, Ηλία Γουμάγια (που τον είδε για πρώτη φορά σε αυτή την περιοδεία), αναλύουν περαιτέρω.
Ακριβή pop για την ελίτ Παράπονο δεν έχουμε. Ο Peter Gabriel φροντίζει ανά καιρούς να μας τροφοδοτεί με εξαιρετικό οπτικοακουστικό υλικό από τις ζωντανές του εμφανίσεις. Βλέποντας αποσπάσματα από το σύνολο της βιντεογραφίας του, παρατηρεί κανείς πως υπάρχουν κοινές συνισταμένες, όπως η αξιοποίηση της τελευταίας λέξης της τεχνολογίας κάθε εποχής, αλλά και μια κοινή φιλοσοφία για το πώς πρέπει να στήνεται ένα show. Μόνο η ηλικία του έχει θέσει κάποιους περιορισμούς τα τελευταία χρόνια, που παρόλα αυτά τους αντιπαρέρχεται, με μια, προερχόμενη από το βάρος της προσωπικότητάς του, στιβαρότητα επί σκηνής. Πάντως, για τα 64 του χρόνια συνεχίζει να παραμένει αρκούντως κινητικός και επιπροσθέτως κρατάει τη φωνή του σχεδόν αναλλοίωτη. Το show είναι χωρισμένο σε 3 μέρη. Η αρχή γίνεται με το ακουστικό πρόγευμα, όπου τα φώτα της αρένας παραμένουν ανοιχτά και ο Gabriel κάνει από νωρίς την παρουσίαση των μουσικών που τον συνοδεύουν. Μουσικοί του μεγέθους των Tony Levin, David Rhodes, David Sancious και Manu Katché, συν την προσθήκη της Jennie Abrahamson και της Linnea Olsson στα φωνητικά, που διατηρούν την παράδοση που θέλει τις backing bands του Gabriel να υπερβαίνουν τον session χαρακτήρα τους, χωρίς όμως και να τον χάνουν. Το “Shock Τhe Monkey” μπορεί να επιλεχτεί ως highlight στα τέσσερα ακουστικά κομμάτια (το ένα ακυκλοφόρητο). Στο δεύτερο μέρος ο φωτισμός χαμηλώνει και ο ηλεκτρισμός παίρνει τα ηνία, δίνοντας τις δύο αγαπημένες μου στιγμές του show, τα “The Family And The Fishing Net” και “No Self Control”. Εξαιρετικός είναι εδώ ο συνδυασμός του μινιμαλιστικού σκηνικού με τον φωτισμό και τη σκηνική παρουσία. Μάλιστα, στην σκηνική κινητικότητα παίρνουν μέρος ακόμα και οι γερανοί φωτισμού, σε μια χορογραφία όπου ο Gabriel προσπαθεί να τους αποφύγει ενώ έρχονται κατά πάνω του. Η αρκετά σύγχρονη σκηνοθεσία προσθέτει και αυτή στο τελικό αποτέλεσμα, με το μοντάζ να είναι αρκετά γρήγορο (τριών δευτερολέπτων περίπου, εκτός από μερικά μεγαλύτερα σε διάρκεια πλάνα κυρίως στις μπαλάντες) αλλά και πολύ πετυχημένο. Ο ήχος και η εικόνα, όπως ήταν αναμενόμενο, θα δοκιμάσουν τις δυνατότητες των καινούργιων σας τηλεοράσεων. Προς το τέλος του δεύτερου μέρους η μπάντα παίζει το “Solsbury Hill” και η κάμερα στρέφεται αρκετά προς το κοινό του Λονδίνου. Ένα κοινό αποτελούμενο κυρίως από μεσήλικες λευκούς γιάπηδες, πολλοί εκ των οποίον συνοδευόμενοι από τις σιτεμένες συζύγους τους. Αυτή η αντίθεση σε σχέση με την πολυεθνική μπάντα, αλλά και την πολυεθνική μουσική που παρουσιάζει ο Gabriel, θα μπορούσε να κάνει κάποιον κακοπροαίρετο να πει ότι στην ουσία παρουσιάζει μια light ευρωπαϊκή εκδοχή προορισμένη για το συγκεκριμένο κοινό, όπου μετά το πέρας της συναυλίας θα σπεύσει να δωρίσει ένα ποσό στη μάχη κατά του ebola. Όπως και να έχει, η περιοδεία είχε και άλλες στάσεις εκτός του Λονδίνου και ο Gabriel (ο άνθρωπος που έγραψε το “Biko” το 1980 δηλαδή) είναι πολύ μεγάλη προσωπικότητα και δεν είναι δυνατόν να κριθεί ως ένας άλλος Bono. Άλλωστε, η αλήθεια βρίσκεται στα ίδια τα τραγούδια του, που βγάζουν έναν ειλικρινέστατο ανθρωπισμό. Το τρίτο μέρος λοιπόν είναι η παρουσίαση ολόκληρου του “So” και παρά τις προσωπικές προτιμήσεις είναι αντικειμενικά η κορυφή της εμφάνισης. Είναι άλλωστε πολύ δύσκολο να μείνει κανείς ασυγκίνητος στο άκουσμα του “In Your Eyes “ ή να μην αρχίσει να κουνιέται στο “Sledgehammer”. Ως αγαπημένη μου στιγμή εδώ θα επέλεγα την άψογη ερμηνευτικά και οπτικά εκτέλεση του “Mercy Street”. Προλογισμένο από τον Gabriel με αναφορές υπέρ της παγκοσμιοποίησης και των ανθρώπων που προσπαθούν να κάνουν την διαφορά στον πλανήτη, το “Biko” κλείνει μια ακόμα αποτυπωμένη σε video εκπληκτική ζωντανή εμφάνιση του, που μας αφήνει με το μοναδικό παράπονο της μη εκτέλεσης κάποιου κομματιού από το “Up”, αλλά για αυτό υπάρχει και το “Growing Up Live”…
9 / 10 Κώστας Μπάρμπας | Όλα καλά. Προσπαθώ εδώ και καιρό να βάλω σε τάξη τις σκέψεις μου και να βρω δυο λόγια να πω για τη φετινή κυκλοφορία DVD του Peter Gabriel με τίτλο “Back To Front”. Βλέπετε, το γεγονός ότι είχα την τύχη να παρακολουθήσω τον Gabriel τον Οκτώβριο του ’13 στο Hydro της Γλασκώβης, όπου έπαιξε ακριβώς το ίδιο σετ κομματιών, εμπεριέχει τον κίνδυνο άτοπων χιψτερικών συγκρίσεων τύπου «καλό το DVD, αλλά η συναυλία ήταν καλύτερη». Θα προσπαθήσω λοιπόν να κρατήσω αποστάσεις από εκείνη τη συναισθηματικά φορτισμένη νύχτα και θα επικεντρωθώ σε μια καταπληκτική κυκλοφορία,η οποία σχεδόν συνέπεσε με την ανακήρυξη του Gabriel σε “Prog God 2014”, διάβολε. Το DVD αποτυπώνει τη συναυλία στην O2 Αrena του Λονδίνου που έγινε στα πλαίσια της επιτυχημένης “Back To Front Tour”, η οποία συνεχιζόταν μέχρι πριν λίγο καιρό. Μία περιοδεία η οποία ήρθε για να γιορτάσει τα 25 χρόνια από την κυκλοφορία του “So”, του δίσκου του Gabriel που γνώρισε τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία της καριέρας του, με το ίδιο ακριβώς line-up επί σκηνής (Tony Levin, David Rhodes, David Sancious, Manu Katche). Ο σκηνοθέτης Hamish Hamilton, έχοντας στη διάθεσή του τελευταίας τεχνολογίας εξοπλισμό, κάνει εξαιρετική δουλειά. Πέρα από την οπτικοακουστική απόδοση των γεγονότων επί σκηνής, τα κοντινά πλάνα στο «φτασμένο», politically correct κοινό της συναυλίας είναι πραγματικά κάτι το ξεχωριστό και προσωπικά το εκλαμβάνω ως λεπτοφυές τρολλάρισμα..! Ας ξεκαθαρίσουμε τα εξής από την αρχή: καθ’ όλη τη διάρκεια του DVD δεν υπάρχει πουθενά στιγμή που υστερεί σε παραμέτρους όπως η τελειότητα της παραγωγής, η εκτελεστική δεινότητα της μπάντας, η απόδοση του εξηντατετράχρονου Peter, ο οποίος συνεχίζεi ακόμα σε έντονους δημιουργικούς ρυθμούς εν έτει 2014. Τώρα μπορούμε να πατήσουμε play. Κατά την έναρξη ο Peter Gabriel αναφέρεται σε ένα «προσωπείο» το οποίο φοράει στις συναυλίες σαν μέσο έκφρασης, ένα στίγμα της θεατρικότητάς του, η οποία τον χαρακτηρίζει άλλωστε σε όλη του την καριέρα. Xωρίς καμία ιδιαίτερη εισαγωγή που να προμηνύει την έλευσή του επί σκηνής βγαίνει, με τα φώτα ανοιχτά και με μόνη συντροφιά ένα φλυτζάνι τσάι, ο ίδιος προσπαθεί με τον τρόπο αυτό να φέρει το κοινό κοντά στη δική του απλή καθημερινότητα. ”Are we sitting comfortably?” είναι η πρώτη κουβέντα που λέει απευθυνόμενος στον κόσμο και στη συνέχεια εξηγεί πως η συναυλία που θα ακολουθήσει χωρίζεται σε τρία μέρη: το «ορεκτικό» (ακουστικό μέρος), το «κυρίως πιάτο» (ηλεκτρικό και πιο σκοτεινό) και το «γλυκό» (ολόκληρο το “So”). Tο εναρκτήριο κομμάτι είναι το “Daddy Long Legs”, το οποίο ο Gabriel ερμηνεύει στο πιάνο με τη συνοδεία του Tony Levin και ακολούθως προσέρχονται στη σκηνή τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας. Στη συνέχεια ακούγονται τα “Come Talk To Me” και “Shock The Monkey” σε unplugged εκτέλεση, ενώ η μετάβαση στο δεύτερο μέρος της συναυλίας έρχεται με το “Digging In The Dirt”, όπου το σκηνικό αλλάζει τελείως, τα φώτα και τα special effects μπαίνουν στο παιχνίδι και δημιουργούν τη γνωστή μοντέρνα, φουτουριστική, minimal αισθητική των shows του Peter Gabriel, με την μπάντα να δείχνει σε σουπερ φόρμα και να επιδίδεται στις γνωστές χορογραφίες κατά τη διάρκεια των κομματιών. Στο σημείο αυτό ξεχωρίζει το “The Family And the Fishing Net” με την προοδευτικά σκοτεινή του ατμόσφαιρα να αφήνει το κοινό αμήχανο και ταυτόχρονα εμβρόντητο και έτσι να αποτελεί μία από τις κορυφαίες στιγμές του live. Mεταξύ άλλων, ακούμε και ένα νέο κομμάτι με τίτλο “Show Yourself”, ευχάριστο μεν, χωρίς να προσθέτει κάτι ιδιαίτερο στο αποτέλεσμα δε. “Part Three” για τη συνέχεια: οι προβολείς κοκκινίζουν, το «γλυκό» που είναι ολόκληρο το “So”, σερβίρεται με το “Red Rain” και ο Peter Gabriel με τη μπάντα του παρουσιάζει το πιο pop και ταυτόχρονα πιο εμπορικό αλμπουμ του, χρησιμοποιώντας τα πλέον σύγχρονα οπτικοακουστικά μέσα. Σημείωση για πρωτοδισκακιστές: η σειρά με την οποία ακούγονται τα κομμάτια του “So” είναι αυτή που υπάρχει στη remastered edition του δίσκου (2002) και όχι αυτή του original album. Παρά το γεγονός ότι δεν είμαι οπαδός του συγκεκριμένου δίσκου, μπορώ να πω πως δε με χάλασε καθόλου. Η στιγμή μάλιστα που ο ίδιος ξαπλώνει στους ομόκεντρους ασπρόμαυρους κύκλους στο κέντρο της σκηνής τραγουδώντας το “Mercy Street” σε μία βαθιά ενδοσκοπική ερμηνεία, περικυκλωμένος από τους τεράστιους προβολείς που κινούνταν με τρόπο υποβλητικής χορογραφίας, είναι ίσως η κορυφαία του DVD (και της συναυλίας). Επίσης,η πανηγυρική εκτέλεση του “In Your Eyes” με την καθερωμένη multinational πινελιά και με attraction τα backing vocals του τεράστιου Tony Levin, μόνο όμορφα συναισθήματα προσφέρει. Στο encore ακούμε το “The Tower That Ate People” με έναν πύργο σε σχήμα περιστρεφόμενης έλικας να ξεδιπλώνεται απ’ την οροφή και να προσεδαφίζεται στο κέντρο της σκηνής καταπίνοντας το Gabriel (θύμισε κάτι απ’ τα παπατζιλίκια του Growing Up Live DVD) και στη συνέχεια το “Biko”, το οποίο ο ίδιος προλογίζει κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στη δύναμη της εικόνας και πώς αυτή μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Το παράπονο για την απουσία κομματιών από το “Up” είναι αρκετό για να κατεβάσει τη βαθμολογία από το 10/10. Οπωσδήποτε όμως η καλλιτεχνική δραστηριότητα του Peter Gabriel συνεχίζει να βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο, όπως άλλωστε μας έχει συνηθίσει όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό που μένει μετά το «γεύμα», όπως ο ίδιος χαρακτήρισε το περιεχόμενο της νέας κυκλοφορίας του, είναι να αποφασίσει αυτός και οι άλλοι τέσσερις παλιοί συνοδοιπόροι του πως ήρθε η ώρα για το «δείπνο». Μέχρι τότε, όλα καλά.
9 / 10 Ηλίας Γουμάγιας |
Κάντε το πρώτο σχόλιο