[Revive Recordings, 2015]
Εισαγωγή: Δημήτρης Καλτσάς
Κατά την έκρηξη του post-rock πριν περίπου μία δεκαετία, οι God Is An Astronaut ήταν χωρίς αμφιβολία μία από πιο ιδιαίτερες περιπτώσεις και ένας από τους βασικούς συνδέσμους του είδους με το προοδευτικό ακροατήριο. Ειδικά στο δημιουργικό τους απόγειο με το “All is Violent, All is Bright” (2005) και το “Far From Refuge” (2007) έκαναν πολλούς να παραμιλούν και κέρδισαν οπαδούς ανά τον κόσμο. Ο συνδυασμός της έντονης μελωδικότητας με βαριά ρυθμικά σημεία, ατμοσφαιρικά spacey υποστρώματα και αυτή την ασίγαστη ενέργεια που τους χαρακτήριζε εξαρχής, ειδικά όταν αυτή εναλλασσόταν με επική δραματικότητα ξεχώρισε τους Ιρλανδούς και δίκαια. Η συνέχειά τους με εξαίρεση μία διακριτική στροφή στον ηλεκτρονικό ήχο ήταν στάσιμη και ποιοτικά η πορεία τους μέχρι σήμερα ήταν μάλλον πτωτική, ακολουθώντας τη γενικότερη τελμάτωση του είδους το οποίο υπηρετούν.
Το ομώνυμο album τους (2008), το “Age Οf Τhe Fifth Sun” (2010) και το “Origins” ελάχιστα προσέφεραν στην υστεροφημία της μπάντας, όντας περισσότερο βασισμένα στις δάφνες του παρελθόντος, παρά προσφέροντας κάτι καινούργιο ή έστω κάτι εξαιρετικό στα ίδια ακριβώς μουσικά πλαίσια.
Το φετινό “Helios | Erebus” είναι αισίως το έβδομο full-length album της μπάντας και το ερώτημα για το παρόν και το διαφαινόμενο μέλλον είναι παραπάνω από προφανές…
Η κατάρα ενός παρακμάζοντος genre (;) Λίγο πριν πατήσω το play για την πρώτη ακρόαση του “Helios | Erebus” ομολογώ ότι οι ελπίδες μου για κάτι εξαιρετικό ήταν περιορισμένες. Τρία σχεδόν διαδικαστικά albums και οκτώ χρόνια στασιμότητας και επανάληψης δεν είναι και λίγα. Ωστόσο, η ευχή διάψευσης φάνηκε να επιβεβαιώνεται με το εναρκτήριο “Agneya”. Η σκοτεινή μελωδία στην αρχή, η αντίθεσή της με την κατ’ εξέλιξη χορευτικότητα του βασικού θέματος και τα prog ρυθμικά δεν είναι κάτι νέο, αλλά αυτό ακριβώς που αγαπήσαμε από τους God Is An Astronaut, το οποίο εμφανίζεται και στη συνέχεια, αλλά πολύ αραιά… Καθώς προχωρούν τα κομμάτια γίνεται εμφανές ότι η ποικιλία ύφους και διαθέσεων δε λείπει από το album, ωστόσο η πρωτοτυπία απουσιάζει σε τέτοιο βαθμό που πολλά σημεία θυμίζουν πολύ έντονα παλιότερα κομμάτια (χαρακτηριστικό παράδειγμα η βασική μελωδία του κατά τα άλλα καλού “Vetus Memoria”) και αυτό μόνο θετικό δεν είναι βέβαια. Η απουσία έμπνευσης δεν κρύβεται πίσω από τα εκτενή ατμοσφαιρικά σημεία ή και ολόκληρα κομμάτια, όπως π.χ. τα επιτηδευμένα και άνευ ουσίας “Finem Solis”, “Obscura Somnia” και το “Sea Of Trees” που ηχητικά παραπέμπει έντονα στο σημερινό κατάντημα των Alcest. Αν και λίγες, οι κορυφαίες στιγμές του “Helios | Erebus” είναι απολαυστικές. Το 8μισάλετο ομώνυμο κομμάτι είναι προφανέστατα η πιο δουλεμένη σύνθεση στο album (μαζί με το “Agneya”) που παρασέρνει τον ακροατή με τη ροή του και τις πανέμορφες μελωδίες του, επενδύοντας επιτυχώς στην ατμοσφαιρικότητα (για μοναδική φορά εδώ). Το συγκεκριμένο κομμάτι αποτελεί την καλύτερη απόδειξη για το ότι ακόμα κι όταν επαναλαμβάνονται εμπνευσμένα, οι God Is An Astronaut μπορούν να είναι εξαιρετικοί. Στις θετικές εξαιρέσεις δεν γίνεται να μην αναφερθεί η πιθανότατα μοναδική έκπληξη που επιφυλάσσει το album. Το ξέσπασμα στο δεύτερο μισό του “Centralia” αποτελεί μία υποδειγματική επίδειξη ενεργοβόρου prog post-rock και δίχως άλλο είναι ένα από τα ομορφότερα σημεία στη δισκογραφία της μπάντας, αλλά σίγουρα όχι αρκετό για να σώσει τη γενική εικόνα του album. Η αποσπασματικότητα των αξιομνημόνευτων στιγμών, η άστοχη χρήση 5λεπτων intro (αν δεν είναι τέτοια τότε ακόμα χειρότερα), η αυτοαντιγραφή και η κατάχρηση των ίδιων post-rock μοτίβων που αποτελούν πλέον μία ωραιότατη τυποποίηση δηθενισμού, δυστυχώς μειώνουν σημαντικά τις πιθανότητες επιτυχίας του πολύ ταλαντούχου σχήματος. Συνολικά, το “Helios | Erebus” απογοητεύει, όχι απλώς επειδή στο μεγαλύτερο κομμάτι του είναι στημένο και πολύ προβλέψιμο έως αρκετά βαρετό, αλλά και γιατί η περίοδος παραγωγικής στασιμότητας παρατείνεται επ’ αόριστον για την ιρλανδική μπάντα που φαίνεται να έχει συμπαρασυρθεί από τη γενική τελμάτωση του post-rock στην καθαρή του μορφή.
5.5 / 10 Δημήτρης Καλτσάς | Δύσκολοι καιροί για το post-rock Είναι φορές που αντιλαμβάνομαι να απολαμβάνω έναν δίσκο πολύ πιο ξεκούραστα στις πρώτες ακροάσεις, όταν ο ήχος που εφαρμόζει η μπάντα δεν μεταβάλλεται σημαντικά σε σχέση με τις προηγούμενες κυκλοφορίες. Φαντάζομαι ότι πιθανώς αποτελεί μια φυσιολογική λειτουργία του εγκεφάλου να ερμηνεύει γρήγορα τα ερεθίσματα που του φαίνονται γνώριμα, διότι ανατρέχει στα όμοια που έχει ήδη αποθηκεύσει. Αντίστοιχα συνειδητοποιώ ότι σε μικρό χρονικό διάστημα η ευδαιμονία που μου προκαλούν τέτοιου τύπου άλμπουμ φθίνει σημαντικά με τον χρόνο που τους χαρίζω. Υποθέτω ότι υπάρχει μια αντίστοιχη εγκεφαλική λειτουργία που υποδεικνύει την επαναφορά των εμπειριών που έχουμε ήδη αποθηκευμένες, όταν ο δίσκος δεν δημιουργεί καινούργιες. Όλα αυτά έχουν σχέση με τους τελευταίους δίσκους των God Is an Astronaut, όπως και με αρκετές συναφείς post rock κυκλοφορίες από συγκροτήματα που άκμασαν στα 00’s. Και αυτό όχι διότι είναι κακοί ή μέτριοι δίσκοι, αλλά επειδή δεν έχουν να προσδώσουν τίποτα νέο στο μουσικό ύφος που οι ίδιες διαμόρφωσαν την προηγούμενη δεκαετία. Το “Helios | Erebus” εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία, διαθέτοντας οκτώ συνθέσεις που εφαρμόζουν μέχρι κεραίας τις post πρακτικές, με συνάφεια και μεράκι μεν, με ατολμία και αλεξιθυμία δε. Οι συναισθηματικές εκρήξεις που επιφύλασσαν δίσκοι σαν το “All Is Violent, All Is Bright” ή οι απέραντες εκτάσεις θλίψης που οι Ιρλανδοί καλλιέργησαν επίμονα στα “Far From Refuge” και “A Moment of Stillness” EP αποτέλεσαν μνημεία του post-rock και δυστυχώς δεν επαναλαμβάνονται. Και δεν θα περιμέναμε κάτι τέτοιο. Το πολύ-πολύ να ζητούσαμε από αυτούς να πειραματιστούν λίγο παραπάνω. Να δοκιμάσουν περίτεχνες ενορχηστρώσεις, εφευρετικές κλιμακώσεις, να παίξουν πιο τεχνικά ή αντίθετα να γίνουν απλοί και άμεσοι. Αντ’ αυτού επέμειναν να κάνουν μια ακόμα ελλειπτική περιφορά στα πλαίσια της ανά δύο έτη περιστροφής του γύρω από τον εαυτό τους, που ενώ δεν συναρπάζει καταφέρνει τουλάχιστον να μην είναι παντελώς αδιάφορη. Το “Agneya” που ανοίγει τον δίσκο αποτελεί μια όμορφα δομημένη σύνθεση, με το βασικό κιθαριστικό θέμα να σκάει σε καίρια σημεία, δίνοντας την κυριαρχία στην δυναμική του κομματιού και όχι στην ατμόσφαιρα. Περίπου ότι έκαναν και οι Isis όταν καθόριζαν το post metal. Το “Pig Powder” που ακολουθεί, λογίζεται στην low tempo μανιέρα, ενώ η space αποφώνηση μόνο ως παρηγοριά στον άρρωστο εκλαμβάνεται. Το “Vetus Memoria” διαθέτει δύο σκέλη, εκ των οποίων το ένα (τα πρώτα τρία λεπτά) θα μπορούσε να λείπει, ενώ το άλλο θα μπορούσε να είναι μια από τις κορυφαίες στιγμές του άλμπουμ, εάν απολάμβανε μιας πιο εμπνευσμένης ανάπτυξης (έτσι λέμε ευγενικά το ξεχείλωμα). Το πεντάλεπτο διάλειμμα του “Finem Solis” θα προλογίσει την ομώνυμη με τον δίσκο σύνθεση, η οποία στην σχεδόν εννιάλεπτη διάρκειά της θα μας θυμίσει γιατί οι God Is An Astronaut παραμένουν μια σταθερή αξία του χώρου. Με χαρακτήρα λιγότερο ινστρουμενταλιζέ, αφού υπάρχουν και φωνητικά, ο ρυθμός ανεβαίνει ύστερα από μια δίλεπτη, κιθαριστική, υπερβατική περιπλάνηση (έτσι λέμε ευγενικά τις γκλιν-γκλον εισαγωγές) και οι ομοβροντίες από riffs διαδέχεται η μία την άλλη. Ακόμα μια ανέμπνευστη αστρική αιώρηση μας περιμένει στο “Obscura Somnia”, που ειλικρινά μόνο αν είσαι τίγκα ερωτευμένος παίζει να αντέξεις την τετράλεπτη διάρκειά του χωρίς να πατήσεις skip για το “Centralia” (εάν δεν σε κουράσει η μονότονη κλιμάκωσή του θα ανταμειφθείς με το κυρίως πιάτο που σερβίρεται μετά από τρία λεπτά περίπου). Το “Sea of Trees” που κλείνει τον δίσκο είναι ένα όμορφο, καλοκαιρινό τραγούδι με αιθέρια, αντρικά φωνητικά (από αυτά που μ’ αρέσει να τα αποκαλώ gay friendly) που στοχεύει εξόφθαλμα στην αναίμακτη λήξη του άλμπουμ. Και το κατάφεραν. Και το ξεχάσαμε. Πάμε γι’άλλα…
6 / 10 Αλέξανδρος Τοπιντζής |
Κάντε το πρώτο σχόλιο