[Self-released, 2014]
Εισαγωγή: Λευτέρης Σταθάρας
28 / 02 / 2014
Εν αρχή είναι ο Fredrik Thordendal και οι Meshuggah. Τι θέλω να πω με αυτό; Οι Meshuggah είναι το συγκρότημα το οποίο μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο για μια μορφή εξέλιξης του σκληρού ήχου. Χαμηλά κουρδισμένα έγχορδα, πολλή ενέργεια και μπόλικο palm mute. Eιδικά στην αρχή της νέας χιλιετίας, το παράδειγμα των Meshuggah ακολούθησαν ουκ ολίγες μπάντες με αποτέλεσμα σήμερα να βομβαρδιζόμαστε από νέες κυκλοφορίες που, όπως σε κάθε είδος μουσικής, άλλες είναι καλές και άλλες όχι. Tesseract, Animals as Leaders, Periphery, Vildhjarta είναι μερικές από τις μπάντες που έχουν γίνει γνωστές τα τελευταία χρόνια στο djent ιδίωμα.
Σε αυτή την κατηγορία συγκροτημάτων ανήκουν και οι Dynahead, οι οποίοι ιδρύθηκαν το φθινόπωρο του 2004 και 10 χρόνια μετά κυκλοφορούν τον τέταρτο δίσκο τους. Οι Βραζιλιάνοι έχουν καταφέρει να προσθέσουν στα παραπάνω τη δική τους ταυτότητα με αρκετούς ρυθμούς επηρεασμένους από τη βραζιλιάνικη μουσική. Το επίσης θετικό με τους Dynahead είναι ότι διαθέτουν τα άλμπουμ τους δωρεάν από το επίσημο τους site (κλικ). Η τέταρτη δισκογραφική τους δουλειά έχει τίτλο “Chordata II” και αποτελεί στιχουργική συνέχεια της προηγούμενης. Το “Chordata” είναι μια αλληγορική ιστορία που αφορά τη «βιολογική εξέλιξη της ζωής και της κοινωνίας», όπως σημειώνουν οι ίδιοι.
Mουντιαλικό djent metal και υστερία prog στερεοτύπων
Ντζεντοποιώντας τη ριφολογική φιλοσοφία της σκληρής μουσικής δεν παράγεις απαραίτητα “έξυπνους” δίσκους. Όπως αν συνεχίσω να αποτυπώνω τις σκέψεις μου συνδυάζοντας εκτεταμένα ελληνικές και αγγλικές λέξεις μοιραία θα γελοιοποιηθώ, έτσι και μεγάλο κομμάτι της νέας αυτής σκηνής (της djent metal, βρε) έχει απολέσει από καιρό τον σεβασμό μου. Ευτυχώς οι Dynahead με το “Chordata II” πράττουν με σύνεση την ενσωμάτωση του djent riffing στο κλασικό prog metal τους, διατηρώντας έναν μετριοπαθή χαρακτήρα και άν έπαιρναν και κάποιες καλύτερες αποφάσεις διαχείρισης του αξιόλογου υλικού τους, θα είχαν ακόμα καλύτερα αποτελέσματα. Οι Βραζιλιάνοι στο σαραντάλεπτο αλμπουμ τους περιλαμβάνουν τέσσερα τραγούδια και ένα εικοσάλεπτο κομμάτι. Παραδοσιακά το magnum opus είναι το τμήμα ενός δίσκου προοδευτικού ροκ / μέταλ, που θα κερδίσει τις εντυπώσεις ή θα προκαλέσει κοιλιά στην απόλαυση της ακρόασης. Στην περίπτωση του “Chordata II”, το “Kode” απλώνει τις ιδέες του σε τέτοια έκταση και με τέτοιο τρόπο, που δεν καταφέρνει να διατηρήσει το ενδιαφέρον αμείωτο. Η δίλεπτη, σχεδόν metalcore, δυναμική έναρξή του δίνει τη θέση της σε μια επίσης δίλεπτη ανάσα βραζιλιάνικης jazz και αφού επανέλθουμε σε μια τρίλεπτη «ινταστριαλιζέ» αλληλουχία riffs, για άλλα (μαντέψτε…) δύο λεπτά χαλαρώνουμε με Neurosis feedback και κάπως έτσι πάει μέχρι το τέλος, για να μη σας κουράζω. Εξετάζοντας κάθε εξάλεπτο, η αλήθεια είναι ότι οι ιδέες που συγχωνεύονται είναι αξιόλογες και η ποικιλία των φωνητικών εξωπραγματική. Όμως η σύνθεση δεν εντυπώνεται και σου μένει στο τέλος ένα τεράστιο ερωτηματικό να αιωρείται πάνω από το κεφάλι σου. Εάν το τεμάχιζαν σε τρία τραγούδια με μέση-αρχή-τέλος, οι εντυπώσεις θα ήταν δραματικά πιο θετικές. Οι υπόλοιπες συνθέσεις, ως πιο σφιχτοδεμένα υποσύνολα της έμπνευσης που ομολογουμένως διαθέτουν οι Dynahead, κερδίζουν το στοίχημα τόσο της ψυχαγωγίας, όσο και της προόδου. Για παράδειγμα, η πανέξυπνη μίξη Meshuggah και Pain of Salvation στο “Mortem”, κάνουν τα πόδια μου ακόμα να χορεύουν, ενώ όλο το “Legis” είναι ένα σύγχρονο, αριστούργημα εμπορικού προοδευτικού metal, από αυτά που γράφουν οι Between The Buried and Me. Εάν έλειπε και το νερόβραστο, ακουστικό “Numinous” που κλείνει τη διλογία, ίσως να έπαιρναν και κανά ποντάκι παραπάνω.
6 / 10 Αλέξανδρος Τοπιντζής | Got djamba?
Το Djamba είναι αποτυχημένη προσπάθεια σύμπτυξης των λέξεων djent και samba. Το τελικό αποτέλεσμα βέβαια ακούγεται σαν “τζάμπα” που επίσης ταιριάζει στη συγκεκριμένη περίπτωση, μιας και οι Dynahead προσφέρουν το cd τους δωρεάν μέσα από την επίσημη ιστοσελίδα τους. Σε περίπτωση που υπήρχαν αμφιβολίες ότι το “Chordata II” είναι συνέχεια του “Chordata I”, τα κομμάτια συνεχίζουν την αρίθμηση του πρώτου μέρους. Έτσι το 10ο κομμάτι βρίσκεται στα ίδια μουσικά όρια, με επιθετικά riffs, μελωδικά ξεσπάσματα και αρκετά βραζιλιάνικα στοιχεία. Τα φωνητικά είναι ποικίλα και εξαιρετικά στην εκτέλεση τους. Ο Caio Duarte είναι ένας πολύ καλός τραγουδιστής με αξιοζήλευτες δυνατότητες. Τα καθαρά του φωνητικά είναι ιδιαίτερα ψηλά και κάνουν τα κομμάτια πολύ φιλικά, ενώ τα χαμηλά growls κάνουν τη παρουσία τους στα πιο heavy μέρη, ενώ τα screams κυριαρχούν στα πιο speedάτα και επιθετικά σημεία. Την παραγωγή του δίσκου ανέλαβε ο ίδιος ο Duarte με εξαιρετικά αποτελέσματα. Ο ήχος είναι καλογυαλισμένος, στοιχείο που βοηθάει στο να αναδειχθούν τα καλά στοιχεία των συνθέσεων. Ο ήχος γενικά θυμίζει κάπως Protest The Hero και στα πιο ήρεμα και μελωδικά κομμάτια θυμίζει και λίγο από Tool. Στο εικοσάλεπτο “Kode”, που καταλαμβάνει τη μισή διάρκεια του δίσκου, γίνονται πολύ έντονα όλα τα στοιχεία που έχει βάλει η μπάντα στη μουσική της.Το κομμάτι αυτό μάλιστα, αν και μεγάλο σε διάρκεια, έχει αρκετές εναλλαγές και καταφέρνει να κρατήσει το ενδιαφέρον. Ο Djent ήχος στην κιθάρα είναι καθαρός, με την πλειονότητα των riffs να είναι πολύ groovy. Στα πιο ήρεμα σημεία του κομματιού έγιναν εμφανείς οι βραζιλιάνικες καταβολές των συντελεστών, θυμίζοντας και λίγο Bossa nova. Η σύνδεση του Bossa nova με τον djent ήχο ακούγεται λίγο παράξενη, αλλά οι Dynahead το καταφέρνουν πολύ καλά και χωρίς να ακούγεται κάτι παράταιρο. Τα υπόλοιπα κομμάτια του δίσκου κυμαίνονται σε ένα πολύ καλό επίπεδο. Εξαιρετικό δείγμα για το πόσο καλό είναι και το rhythm section των Dynahead είναι το κομμάτι “Mortem” που είναι πιο επιθετικό και ξερό από τα υπόλοιπα, με πολύ καλά drums (που τα παίζει πάλι ο Duarte, όπως επίσης και όσα πλήκτρα ακούγονται στο δίσκο). Το βασικό μειονέκτημα στο δίσκο είναι κυρίως η δουλειά στη κιθάρα. Αν και υπάρχει αρκετή ποικιλία στα riffs, δεν υπάρχει μάλλον αρκετή φαντασία στα leads και λείπουν τα solos που θα ανέβαζαν ακόμα περισσότερο το δίσκο. Το “Chordata II” είναι ένα άλμπουμ που θα κρατήσει το ενδιαφέρον από τις πρώτες ακροάσεις. Το αν θα καταφέρει να ξεχωρίσει και να βοηθήσει την μπάντα να ακουστεί και εκτός Βραζιλίας είναι κάτι που μόνο ο χρόνος μπορεί να δείξει, αλλά έχει όλες τις δυνατότητες να το κάνει. Όπως προτείνει και η μπάντα στο booklet της… “listen thoroughly”.
8 / 10 Λευτέρης Σταθάρας |
Κάντε το πρώτο σχόλιο