[InsideOut Music, 2014]
Εισαγωγή: Δημήτρης Καλτσάς
08 / 04 / 2014
Η ιστορία συχνά παίζει περίεργα παιχνίδια και τα πράγματα αρκετές φορές δεν εξελίσσονται κατά το φυσιολογικό με βάση τα δεδομένα. Αυτή η εκτροπή δε συμβαίνει πάντα με προφανή λόγο, αν δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις στις οποίες τα αρχικά αίτια αποκαλύπτονται a posteriori.
Oι Bigelf σχηματίστηκαν στο Los Angeles το 1991 με ηγετική μορφή και βασικότατο συνθέτη τον άνθρωπο πίσω από το μικρόφωνο και τα πλήκτρα, τον Damon Fox, ο οποίος ήταν εξαρχής ουσιαστικά ο αποκλειστικός υπεύθυνος για την πορεία της μπάντας. Οι Bigelf συστήθηκαν επισήμως στο κοινό με το EP τους “Closer To Doom” το 1996 και η πρώτη full-length δουλειά τους (“Money Machine”) κυκλοφόρησε το 2000. Τρία χρόνια αργότερα, στο “Hex”, η σύνθεσή τους είχε αλλάξει για άλλη μία φορά και η δημιουργικότητα και η ενέργειά τους ήταν πια στο απόγειο. Ωστόσο, το ρετρό (70s φυσικά) heavy rock (κυρίως D. Purple, A. Cooper) με στοιχεία progressive rock (π.χ. P. Floyd), glam rock (Bowie), doom-ίζουσας (B. Sabbath) ψυχεδέλειας, και 60s pop (Βeatles) των Bigelf είχε ευρεία απήχηση κυρίως στη Σκανδιναβία (το “Hex” κυκλοφόρησε από τη Σουηδική Warner και ο μπασίστας Duffy Snowhill είναι Φινλανδός).
Το “Cheat The Gallows” (2008) αποδείχθηκε πως δεν ήταν αρκετό ως επόμενο βήμα, αν και οι Bigelf είχαν την ευκαιρία να παίξουν με μεγάλα ονόματα εκείνη την περίοδο. Με την προσωπική παρέμβαση του Mike Portnoy (δηλωμένος οπαδός τους), περιόδευσαν με τους Dream Theater στο Progressive Nation 2009 tour στην Ευρώπη και τη Β. Αμερική και το 2010 στην περιοδεία των D. Theater στο Μεξικό και τη Ν. Αμερική. Την άνοιξη της ίδιας χρονιάς ήταν η support μπάντα στην περιοδεία των Porcupine Tree στη Β. Αμερική και όλα έδειχναν πως η επιτυχία ήταν πια στα χέρια τους…Παραδόξως και ξαφνικά όμως, ο Fox λίγο μετά ανακοίνωσε την παύση των Bigelf για προσωπικούς λόγους, ενώ δύο χρόνια μετά γνωστοποίησε την επαναδραστηριοποίησή τους.
Στο φετινό “Into The Maelstrom”, εκτός του Fox, το μόνο εναπομείναν μέλος είναι ο D. Snowhill στο μπάσο, ενώ τα drums ηχογράφησε ο (εδώ και χρόνια φίλος του Fox)…Μike Portnoy (δεν εξεπλάγη κανείς με αυτό, σωστά;). Με βάση την ιστορία της μπάντας, το τέταρτο άλμπουμ των Bigelf ως νέα προοπτική έχει μεγάλο ενδιαφέρον.
Χαμένη ευκαιρία Νο3
Όταν αποκαλείται ένα γκρουπ ως αδικημένο (από τη ζωή;), πιθανώς η αναφορά να συνδέεται με την σχετική αδιαφορία που έδειξαν απέναντί του κοινό και Τύπος. Οι Bigelf συχνά πυκνά κατηγοριοποιούνται ως ένα από αυτά τα σχήματα, που δεν κατάφεραν ποτέ να αγγίξουν τον όνειρο του “breakthrough”. Το εκπληκτικό “Hex” του 2003 κυκλοφόρησε από την Σουηδική Warner, με ελάχιστη δηλαδή διανομή στην υπόλοιπη Ευρώπη, ενώ το “Cheat the Gallows”, παρότι σπρώχθηκε όσο γινόταν από τον βρετανικό μουσικό τύπο, δεν ήταν αντίστοιχης ποιότητας για να τους καθιερώσει ως ένα από τα σημαντικότερα vintage hard rock acts. Το συμβόλαιο με μια μπαρουτοκαπνισμένη εταιρεία, όπως η InsideOut, καθώς και η συνεργασία με τον Mike Portnoy ως session drummer τους, είναι ξεκάθαρο ότι θα δημιουργήσει αρκετό hype για το νέο δίσκο, “Into The Maelstrom”. Και ο Damon Fox, κινητήριος δύναμη των Bigelf, είχε όλα τα εχέγγυα να ξεπεράσει το “Hex” αριστούργημα του. Περιπετειώδεις συνθέσεις, καλογραμμένα spacey περάσματα, refrains βγαλμένα από τα 60’s και, το κυριότερο, τρομερή ρέντα στα riffs που διέθετε αυτή τη φορά (το “High” ένα από τα 4-5 καλύτερα τραγούδια που έγραψε ποτέ). Όμως, φαίνεται ότι η τεράστια αυτοπεποίθηση για τις φωνητικές δυνατότητες του, στοιχίζουν στο τελικό αποτέλεσμα. Μπορεί κάλλιστα να πιστεύει ότι αποτελεί μια τέλεια σύζευξη των Bowie και Daltrey (και ίσως πραγματικά είναι), αλλά θα ήταν επίσης συνετό, να επαναπροσδιορίσει την παρουσία της φωνής του μέσα στην μουσική, που ο ίδιος συνθέτει. Ακούγοντας το “Into The Maelstrom”, αισθάνομαι ότι η υπερβολή της ερμηνείας του μουτζουρώνει τις ωραίες στιγμές, που χτίζουν με κόπο ο ρυθμός και η δυναμική των υπόλοιπων οργάνων. Ένας έτερος προβληματισμός περί του άλμπουμ δεν θα μπορούσε να μην είναι ο υπερφορτωμένος ήχος των περισσότερων συνθέσεων, με αποκορύφωμα το “Edge of Oblivion”. Σημαντικά αξιόλογοι κιθαριστικοί ήχοι επικαλύπτονται με κάθε λογής «άχρηστο» γέμισμα από πλήκτρα / drums / φωνητικά, μειώνοντας την απόλαυση μιας μέσης ακρόασης (δηλαδή όχι κάποια σκατένια mp3s). Αναφέροντας τα αρνητικά του νέου άλμπουμ των Bigelf και δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι το “Into the Maelstrom” είναι ένας καλός δίσκος που θα μπορούσε να είναι πολύ καλύτερος, αντιλαμβάνεστε ότι μια – δυο λεπτομέρειες έκριναν την διαμόρφωση της γνώμης. Τελικά, εάν διατηρούσε την ορμή και τις ιδέες και απλά συντηρούσε την ηχητική λιτότητα του “Cheat The Gallows”, θα είχε κάνει κάτι πολύ καλύτερο. Χαμένη ευκαιρία παγκόσμιας αναγνώρισης Νο3.
6 / 10 Αλέξανδρος Τοπιντζής | Progressive pop θέα από heavy rock παράθυρο!
Προσωπικά εδώ και μία δεκαετία είμαι άκρως επιφυλακτικός με τις καινούριες μπάντες και τις κυκλοφορίες τους καθώς πιστεύω ότι σχεδόν ό,τι είχε να ειπωθεί στη μουσική έχει ειπωθεί κι ότι το να καθίσω να ασχοληθώ με εκατομμύρια μπάντες-κλώνους συγκροτημάτων της δεκαετίας του 1970, που προσωπικά λατρεύω παθολογικά, θα ήταν χάσιμο χρόνου. Βέβαια, οι Bigelf είναι μια περίπτωση συγκροτήματος που για κάποιο λόγο έχει κάνει αίσθηση από τη στιγμή που κυκλοφόρησε το πρώτο άλμπουμ τους το 2000. Ούτως ή άλλως το λίγο stoner, λίγο progressive, λίγο hard rock, λίγο ψυχεδέλεια, λίγο απ’ όλα στυλ που υιοθέτησαν ένα κάρο μπάντες την προηγούμενη δεκαετία «έπιασε» και κατά συνέπεια πολλές εξ αυτών συνεχίζουν να αναμασάνε και να αναμασάνε μέχρι να «φτύσουν επιτέλους την τσίχλα» να ησυχάσουμε. Δεν το λέω όμως αυτό για το συγκεκριμένο group και το πιο πρόσφατο album τους, αν και αυτό δεν ξεφεύγει απο την retro-λατρεία / μόδα των τελευταίων ετών, που χαρακτηρίζεται από ένα σαφώς πιο εμπορικό και catchy / ραδιοφωνικό προσανατολισμό απ’ ό,τι τα προηγούμενα albums τους. Μέχρι το τέταρτο κομμάτι ο δίσκος κυλάει ευχάριστα και συμπαθητικά χωρίς να παθαίνουμε βέβαια την πλάκα της ζωής μας,αλλά το track No.4 με τίτλο “Αllien Frequency” είναι τόσο δυνατό και τόσο ξεχωριστό που θα μπορούσε να είχε αποτελέσει το single / κράχτη του δίσκου, αντί του “Control Freak”. Εν συνεχεία, η εισαγωγή με το sitar στο επόμενο “The Professor & The Madman” με έφτιαξε άσχημα εξ αρχής και όντως επιβεβαιώθηκα όσο το άκουγα για το ότι θα κολλούσα μαζί του. Κομματάρα, έτσι απλά! Κολλητικό από την αρχή, Sabbath-ικό και ψυχεδελο-pop όσο χρειάζεται, με ατμοσφαιρικά φωνητικά, up-tempo ρυθμό και γοητευτικότατα παλιομοδίτικα πλήκτρα, στοιχεία βέβαια που για να ακριβολογούμε χαρακτηρίζουν όλο το δίσκο. Και ξαφνικά…”Vertigod”! Πρώτη σκέψη: τι θυμίζει η εισαγωγή; Μα φυσικά το “Α Τower Struck Down” του Steve Hackett. Ούτως ή άλλως πάντως, το Genesis στοιχείο είναι διάχυτο, απλόχερα δοσμένο και καθόλου συγκεκαλυμμένο (αν και όχι όλο το album, σίγουρα τέσσερα κομμάτια του δίσκου φέρνουν στο νου τους progressive rock τιτάνες των 1970’s), άρα το group μάλλον δεν έχει να ντραπεί για κάτι. “Εdge Of Oblivion” επόμενο κόλλημα. Τι να πω για αυτό το τραγούδι, όπου όλα αυτά τα retro / evil / creepy α λα 1970’s horror film στοιχεία είναι μαζεμένα και πολύ καλά χτυπημένα στο μπλέντερ! Αφορμώμενος από το πιο αδιάφορο για μένα κομμάτι του δίσκου, αλλά με «όνομα βαρύ σαν ιστορία», (“Τheater Of Dreams”), θα ήθελα να πω πως στο δίσκο τα drums στο άλμπουμ έχει παίξει ο «σύγχρονος Νταλάρας του progressive rock / metal», ο Μike Portnoy, πρώην drummer των Dream Theater. To album το καταχάρηκα. Έχει διαυγέστατο ήχο, μαγικές μελωδικές στιγμές όπως τα ονειρώδη χασίματα στο “ITM”, είναι σαφώς στιγματισμένο στις κιθάρες από το λατρεμένο όλων των groups του είδους παλιομοδίτικο Black Sabbath ήχο και γενικά πρόκειται για πολύ προσεγμένη δισκογραφική δουλειά με progressive pop (ναι, γιατί όχι;) οπτική και πολλή μα πολλή μελωδία.
8 / 10 Γιώργος Τσοποτός |
Κάντε το πρώτο σχόλιο