[Equal Vision Records, 2015]
Εισαγωγή: Νίκος Βέβες
30 / 04 / 2015
Κανείς δε μπορεί να ισχυριστεί ότι η κατά πολλούς σημαντικότερη μπάντα της σύγχρονης crossover prog σκηνής δε διαθέτει μεγαλεπήβολα πλάνα και σύνεση. Η διάθεση του ιθύνοντα νου, συνθέτη, στιχουργού, κιθαρίστα, τραγουδιστή, ενίοτε πληκτρά, ενίοτε μπασίστα, μόνιμα εσωστρεφούς Casey Crescenzo να ηχογραφήσει ένα concept που θα εκτείνεται σε έξι δίσκους, με τους τρεις να έχουν ήδη κυκλοφορήσει και να αποτελούν διαμάντια και τον τέταρτο να έχει ανακοινωθεί για το τέλος του έτους, αποτελεί σίγουρα μεγαλεπήβολο σχέδιο. Ευτυχώς όμως, διαθέτει και τη σύνεση να ξέρει πότε πρέπει να κάνει ένα διάλειμμα ώστε να παίξει με τον ήχο του, να πειραματιστεί και να διαφοροποιηθεί περαιτέρω.
Αυτό το οποίο μέχρι πρότινος έλειπε από τη σχεδόν δεκαετή πορεία των Dear Hunter ήταν οι live κυκλοφορίες, πράγμα παράδοξο για ένα συγκρότημα που στις Η.Π.Α. φημίζεται για την ποιότητα των ζωντανών εμφανίσεών του. Αυτό ευτυχώς διορθώθηκε φέτος. Ή το 2013. Ανάλογα πώς θα το δει κανείς. Γιατί μπορεί το ’13 να κυκλοφόρησε το υπέροχο “Color Spectrum Live”, αλλά κυκλοφόρησε μόνο σε DVD και μόνο -επίσημα έστω- στην Αμερική. Και όπως προδίδει ο τίτλος του, περιείχε όλα τα κομμάτια από όλα τα EP που απάρτιζαν το “Color Spectrum”. Φέτος που κυκλοφόρησαν το “Live”, ναι, μπορούμε να κάνουμε λόγο για μια liveκυκλοφορία που είναι ενδεικτική της μέχρι τώρα καριέρας της μπάντας, που είναι αντιπροσωπευτική του συνόλου της δισκογραφίας της και, πιο σημαντικά, που δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα για την υπόσταση της μπάντας πάνω στη σκηνή.
Επουσιώδες παρενθετικό σχόλιο: πόσο cool και ταπεινό τυπάκι πρέπει να είσαι για να έχεις κάνει περιοδεία… σε σαλόνια ακροατών σου στις Η.Π.Α.;! Casey Crescenzo, κυρίες και κύριοι…
Απλά θεσπέσιο! Η αλήθεια είναι ότι οι Dear Hunter είναι από τα πιο αγαπημένα μου συγκροτήματα και πάντα παρακολουθώ με τεράστιο ενδιαφέρον τη δουλειά τους. Μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει πέντε ολοκληρωμένα album. Τα πρώτα τέσσερα αφηγούνται την ιστορία ενός αγοριού με το όνομα Dear Hunter και μόνο το “Migrant” (2013) ξεφεύγει λίγο από αυτή τη θεματολογία. Φέτος κυκλοφόρησε ο δίσκος “Live” ο οποίος περιλαμβάνει στο σύνολο του 10 τραγούδια από την περιοδεία που πραγματοποίησαν το 2013, με τη συνοδεία ενός κουαρτέτου εγχόρδων. Η κυκλοφορία του δίσκου αυτού συνοδεύεται και από ένα γράμμα του ιδρυτή του συγκροτήματος, Casey Crescenzo. Στην ανακοίνωση του αυτή ο Casey δηλώνει επίσης και την πολύ ευχάριστη είδηση για την επερχόμενη κυκλοφορία του δίσκου τους μέσα στο τρέχον έτος με τίτλο: “Act IV: Rebirth in Reprise”. Τι ωραία…! Ο δίσκος ξεκινά με μια ορχηστρική εκδοχή του “Battesimo del Fuego”, παρόλο που στον τίτλο του κομματιού δεν αναφέρεται ξεκάθαρα, και αμέσως συνεχίζει με το “Bring You Down” (από το “Migrant”). Η φωνή του Casey είναι γλυκιά ακριβώς όπως την έχουμε συνηθίσει χωρίς καμιά φανερή διαφορά από τις ηχογραφημένες τους δουλειές. Ακολουθεί το “The Procession” (από το “Act II: The Meaning of”, 2007) το οποίο κατέταξα εξαρχής στα τραγούδια που με εντυπωσίασαν περισσότερο. Αυτό οφείλεται στην πολύ δυναμική και ξεσηκωτική εισαγωγή του που είναι ευχάριστα διαφορετική σε σύγκριση με την αντίστοιχη studio εκδοχή. Ακολουθούν τα “Shame” και “Girl”, με το δεύτερο να κερδίζει αμέσως τον ακροατή από το πρώτο κιόλας άκουσμα και στο οποίο κυριαρχεί έντονα η κιθάρα με ένα κάπως Satriani-κό σόλο. Ο δίσκος συνεχίζει με το “Home” (από το “The Color Spectrum”, 2011). Κάπου εδώ άρχισα να συνειδητοποιώ ότι δεν μπορούσα πλέον να ξεχωρίσω ποιο είναι το αγαπημένο μου κομμάτι τελικά. Το “Thief” και το “Mustard Gas” προέρχονται από τον ίδιο δίσκο (“Act III: Life and Death”, 2009) και χάρηκα όταν είδα ότι υπάρχουν και τα δύο και είναι συνεχόμενα όπως και στο δίσκο, γιατί η αλήθεια είναι ότι πάντα μου άρεσε να τα ακούω μαζί. Η δημιουργία μιας πιο έντονης ατμόσφαιρας σε σχέση με το δίσκο φτάνει στο αποκορύφωμα της με το “Progress” (κι αυτό από το “The Color Spectrum”). Θεωρώ ότι και αυτό το κομμάτι αποτελεί μια από τις εκπλήξεις του δίσκου. Η φωνή του Casey είναι γεμάτη ένταση και συναίσθημα και είναι απόλυτα εκφραστική. Ακολουθεί το “Where The Road Parts” (“Act II”) σε μια επίσης υπέροχη εκτέλεση και ο δίσκος κλείνει με το “Things That Hide Away”. Όλα τα τραγούδια θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά ενορχηστρωμένα, τα φωνητικά είναι απολύτως εκφραστικά και μεταφέρουν τα συναισθήματα και την ένταση της συναυλίας ακόμη και μέσα από το δίσκο. Η φωνή του Casey είναι ζεστή και δένει απόλυτα με τον ήχο του υπόλοιπου συγκροτήματος καθώς και με τα έγχορδα. Μου άρεσαν επίσης πολύ οι κιθαριστικοί αυτοσχεδιασμοί και τα σόλο που υπάρχουν σχεδόν σε όλα τα κομμάτια. Είναι μια πολύ καλή δουλειά, όλα δένουν αρμονικά και μεταφέρεται στον ακροατή η ατμόσφαιρα που έχει δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια της συναυλίας. Είναι ξεκάθαρο σε όλο το δίσκο ότι πρόκειται για “ολοζώντανες” ηχογραφήσεις και ο κόσμος ακούγεται να συμμετέχει σχεδόν σε όλα τα κομμάτια. Ο Casey στην ιστοσελίδα του συγκροτήματος αναφέρει “I hope that you feel, listening to the music, the love and excitement we felt performing”. Πιστεύω ότι τα κατάφεραν και με το παραπάνω. Η αλήθεια είναι ότι ακούγοντάς το θα ήθελα να ήμουνα και εγώ σε μια από τις συναυλίες τους, πράγμα που φαντάζει μάλλον απίθανο να συμβεί τουλάχιστον στη χώρα μας…
9.5 / 10 Ελένη Παναγιώτου | Ζωντανό παράδειγμα προς μίμηση Ήταν σχεδόν εννιά χρόνια και πέντε δίσκους πριν όταν πολλοί μουσικόφιλοι ανά την υφήλιο πάτησαν play στο πρώτο δισκογραφικό πόνημα των αδερφών Casey και Nick Crescenzo, το “ActI: The Lake South, The River North” και από τις πρώτες ήδη νότες του πρώτου κομματιού ήξεραν πως είχαν κάτι σημαντικό, ουσιαστικό, ευφυές και πρωτότυπο να γυρίζει γρήγορα μέσα στο CDplayerτους. Μέχρι το τέλος του “Battesimo del Fuoco” (μτφ.: «το βάπτισμα του πυρός» – ταιριαστό, δε θα ‘λεγες;), του πρώτου αυτού κομματιού του δίσκου, αλλά και του γενικότερου τριμερούς μέχρι τώρα concept, αλλά και της μπάντας, η αίσθηση «κάτσε, σκάσε, δώσε βάση» ήταν αναπόφευκτη. Εκπληκτική αίσθηση αναμφίβολα. Και σίγουρα θα ήταν δύσκολο να την αναπαράγουν ακόμα και οι ίδιοι οι Dear Hunter, έτσι δεν είναι; Όχι. Καθόλου. Γιατί το έχουν κάνει άλλες δύο φορές από τότε (στα “Act II: The Meaning of”, and All Things Regarding Ms. Leading” και “Act III: Life and Death”). Και το κάνουν και σε αυτόν τον live δίσκο. …Εδώ χρησιμοποιώντας πάλι το “Battesimo del Fuoco”(!!!), αλλά με ένα κουαρτέτο εγχόρδων να έχει αντικαταστήσει πλήρως τις φωνές (τι φωνές!) του πρωτότυπου! Κάτσε, σκάσε, δώσε βάση! Κουαρτέτο εγχόρδων. Λογικό. Ήδη από το “Act II” o Casey Crescenzo ενσωμάτωνε φυσικά έγχορδα στη μουσική που έγραφε και ηχογραφούσε και στο “Act III” έπαιζαν καίριο ρόλο στο εξαιρετικό μουσικό αποτέλεσμα. Αν λάβει κανείς υπόψη και την κυκλοφορία του ορχηστρικού “Amour & Attrition” από την τροφαντή, μουσάτη διάνοια (γουί λαβ γιου, Κέισι) σε ρόλο συνθέτη, είναι εύκολο να συμπεράνει πως το συγκεκριμένο live δεν χρησιμοποιεί το κουαρτέτο εγχόρδων καθ’ όλη τη διάρκειά του για λόγους φτηνού, εφήμερου εντυπωσιασμού, αλλά το αξιοποιεί για λόγους ουσιώδους μουσικής συνεισφοράς στα ζωντανά ηχοτοπία που παράγουν οι Dear Hunter. Ως προς τα κομμάτια που περιέχονται σε αυτό το μάλλον μικρής διάρκειας (51 λεπτά είναι λίγα), η επιλογή τους πρέπει να ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Θα ήταν εύκολο να γκρινιάξει κάποιος για την απουσία κομματιών όπως τα “The Church and the Dime”, “Smiling Swine”, “The Oracles on the Delphi Express”, “The Poison Woman”, “He Said He Had a Story”, “Lillian”, “Whisper”, μα και τόσων άλλων. Λαμβάνοντας υπόψη όμως πως πρόκειται για την πρώτη αμιγώς ηχητική live κυκλοφορία των Dear Hunter, όλη η δισκογραφία τους εκπροσωπείται επάξια. Ενδεικτικά, το “Procession” από το “Act III”, έτσι όπως ακούγεται με τη σύμπραξη των εγχόρδων είναι απλά συγκλονιστικό και δείχνει τι σπουδαίο λαρύγγι έχει ο Crescenzo και ζωντανά, το “Mustard Gas” του “Act III”, ένα σίγουρα δύσκολο κομμάτι για να αποδοθεί ζωντανά, είναι επιτυχώς και μεγαλοπρεπώς παρόν, το “Home” από το “Color Spectrum” κάθε άλλο παρά υπολείπεται του συναισθηματικού βάρους που φέρουν σύνθεση και στίχοι και το “Shame” ακούγεται έξοχο και αποδεικνύει πως αν το έχεις το falsetto δε χρειάζεσαι τη μαμά Crescenzo να τραγουδάει στο ρεφρέν. Έκπληξη αποτελεί το “Progress” (εξαιρετικά παιγμένο φυσικά) από το “Indigo” EP του “Color Spectrum”, ένα κομμάτι που είχε μάλλον περάσει απαρατήρητο. Οι μοναδικές ένστασεις σχετίζονται αφ’ ενός με το γεγονός ότι τα κομμάτια είναι προφανέστατα από διαφορετικά live, δίνοντας έτσι μια αίσθηση ζωντανής «ασυνέχειας» και αφ’ ετέρου ότι η καθ’ όλα έξοχη μίξη δεν έχει συμπεριλάβει σχεδόν καθόλου το κοινό, το οποίο ακούγεται σχεδόν απαθές ακόμα και σε κομμάτια όπως το “Thief”. Έχουμε λοιπόν μία live κυκλοφορία που μπορεί να λειτουργήσει ως εισαγωγή καινούριων ακροατών, αλλά και ως ρετροσπεκτίβα της μέχρι τώρα καριέρας των Dear Hunter. Το πιο σημαντικό όμως είναι πως οι εκτελέσεις των κομματιών με τη συμμετοχή του κουαρτέτου εγχόρδων αποπνέουν έναν φρέσκο αέρα ακόμα και για τους οπαδούς που είναι πλήρως εξοικειωμένοι με τη δισκογραφία της σημαντικότερης ίσως μπάντας του crossover prog.
9 /10 Νίκος Βέβες |
Be the first to comment