[Self-Released, 2014]
Εισαγωγή: Δημήτρης Καλτσάς
02 / 09 / 2014
Το instrumental prog rock / fusion είναι επιβεβαιωμένα πλέον μία αρκετά ανεπτυγμένη τάση στη σύγχρονη εποχή. To “γιατί” παραμένει βέβαια ένα καλό ερώτημα. Οφείλεται στην άνοδο της προοδευτικής και πειραματικής μουσικής σήμερα, στην αποφυγή της διαδικασίας εύρεσης τραγουδιστή ή μήπως στη σαφή στροφή ειδικά του rock ακροατηρίου (και) σε πιο περιπετειώδη και αρκετές φορές λιγότερο song-oriented μουσική; Το βέβαιο είναι ότι με δυσκολία θα μπορούσε κανείς να είχε προβλέψει την άνοδο των instrumental (και αρκετές φορές jam) σχημάτων στην εποχή μας.
Οι TAUK αποτελούν περίπτωση μπάντας από εκείνες που όχι απλώς συμπαθεί κανείς, αλλά στις οποίες μπορεί και να ελπίζει βάσιμα για το μέλλον. Το κουαρτέτο των Matt Jalbert (κιθάρα), Charlie Dolan (μπάσο), Alric “A.C.” Carter (πλήκτρα) και Isaac Teel (ντραμς) σχηματίστηκε από την περίοδο που οι τρεις πρώτοι ήταν συμμαθητές στο Γυμνάσιο. Το 2012 κυκλοφόρησε το πρώτο τους EP με τίτλο “Pull Factors”, στο οποίο φάνηκε για πρώτη φορά (και με εντυπωσικά διαμορφωμένο τρόπο) ο χαρακτήρας της μπάντας: προοδευτικό jam fusion με έμφαση στις βασικές φράσεις και το χαρακτηριστικά δεμένο και χρονικά αρκούντως αυστηρό παίξιμο, με ένα ιδιαίτερο dirty funk cool groove που ειδικά στο πρώτο τους full length album, το “Homunculus” (2013), φάνηκε έντονα, αγγίζοντας τη σεξουαλικότητα.
Το “Collisions” αποτελεί την πιο φιλόδοξη δουλειά των TAUK και το δύσκολο όσο και σημαντικό έργο της παραγωγής ανέλαβε ο Robert Carranza (γνωστός ως παραγωγός στο “The Bedlam in Goliath“ των Mars Volta to 2008 και το εξαιρετικό “Se Dice Bisonte, No Bùfalo” του Omar Rodriguez-Lopez ένα χρόνο πριν). Ο στόχος της αμεσότητας και της ταχείας και ευρείας αποδοχής, που έχουν θέσει οι ίδιοι οι TAUK, φαντάζει δύσκολο εγχείρημα για οποιαδήποτε instrumental μπάντα, πόσο δε μάλλον για μία περίπτωση όπου η τεχνική αποτελεί βασικό μέσο έκφρασης. Ο Τρύφωνας και ο Γιώργος αναλύουν σε βάθος τις εντυπώσεις τους για το δεύτερο album της μπάντας από το Oyster Bay της Νέας Υόρκης, όπου εξάλλου πρωτοσχηματίστηκαν οι ρίζες του ήχου αυτού.
[soundcloud url=”https://api.soundcloud.com/playlists/43956518″ params=”color=ff5500&auto_play=false&hide_related=false&show_comments=true&show_user=true&show_reposts=false” width=”100%” height=”350″ iframe=”true” /]
Συγκρούσεις εποχών και πολιτισμών Μετά το “Pull Factors” και το “Homunculus”, οι Αμερικανοί TAUK κυκλοφορούν το “Collisions” με σκοπό να μας παρασύρουν στους sexy (όπως οι ίδιοι λένε) ρυθμούς τους. Αυτό το sexy γίνεται αντιληπτό από την αρχή, μιας και το κυρίως στοιχείο της μπάντας είναι το funk. Αυτό το funk όμως της δεκαετίας του ‘80 που θυμίζει εισαγωγές από σειρές της εποχής. Άλλοτε καλά κρυμμένο και άλλοτε πιο εμφανές, είναι αυτό που σε συνδυασμό με μία πολύ πειστική αίσθηση από prog rock δεκαετίας ‘70, διαμορφώνει τον ήχο των TAUK. Το κερασάκι στην τούρτα έρχονται να βάλουν οι πολύ συχνές αναφορές σε άπω ανατολή, οι οποίες συναντώνται σε πολλά από τα κομμάτια του album και τα ηλεκτρονικά στοιχεία που συχνά–πυκνά ακούγονται. Ομολογουμένως η μίξη αυτών των ήχων είναι κάτι αρκετά πρωτότυπο και βγάζει ένα original αποτέλεσμα. Οι μελωδίες και οι συνθέσεις είναι αρκετά όμορφες και κρατάνε το ενδιαφέρον του ακροατή για το μεγαλύτερο μέρος του album, αν και σε κάποια σημεία υπάρχουν αρκετές πτώσεις που, ευτυχώς, η πολυδιάστατη φύση του συγκροτήματος καταφέρνει να μη μεγεθύνει. Οι συνθέσεις στις κιθάρες είναι καλές έως και φανταστικές (αν εξαιρέσουμε τις προαναφερθείσες μεταπτώσεις). Επίσης να αναφέρουμε ότι παρόλο που τα κομμάτια είναι πάνω κάτω στο ίδιο στυλ, οι TAUK καταφέρνουν με… κυριολεκτική μαεστρία να τα κάνουν να ακούγονται διαφορετικά μεταξύ τους και έχοντας μια τεράστια γκάμα από θέματα και μελωδίες. Το συγκρότημα εκτελεστικά αποδίδει πολύ καλά. Το rhythm section είναι άψογο και πολύ εμπνευσμένο. Οι κιθάρες παρότι λιτές και περιορισμένες στα απολύτως απαραίτητα κάνουν μια χαρά τη δουλειά τους (τις λίγες φορές που σολάρουν πάντως το κάνουν πολύ ωραία). Στα πλήκτρα επίσης έχει γίνει καλή δουλειά, ειδικά στην αναπαραγωγή των ήχων της δεκαετίας του ‘70. Ορισμένες φορές δε, θα λέγαμε ότι ο Alric Carter το παρακάνει με τη χρήση πάρα πολλών διαφορετικών ήχων, οι περισσότεροι από τους οποίους ταιριάζουν όμως αρκετά καλά. Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι το “Collisions” δεν είναι μνημείο της instrumental μουσικής, είναι όμως ένα πολύ ωραίο album. Καλή μουσική, με όμορφες ιδέες τις περισσότερες στιγμές αλλά και με κάποιες συνθετικές μεταπτώσεις που χαλάνε σε κάποιες στιγμές την κατά τα άλλα ωραία εικόνα. Θα αρέσει πολύ σε fans του 70s prog, μιας και μεταφέρει το κλίμα της εποχής πειστικά και ζωντανά (και επαυξημένα θα λέγαμε με τις αναμίξεις με άλλες εποχές). Ξεχωρίζουμε τα κομμάτια “Sweet Revenge” και “Dusty Jacket” που είναι μικρά instrumental διαμαντάκια.
7.5 / 10 Τρύφωνας Κακλαμάνος | Collision course Αύγουστος… ο πιο ζεστός μήνας του χρόνου. Οι παραλίες εντός και εκτός αστικών κέντρων σφύζουν από ζωή και η οκνηρία έχει την τιμητική της. Μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα έρχεται να μας χτυπήσει σαν λίβας το 2ο full length album των TAUK. Το heavy funk (και όχι μόνο) κουαρτέτο από την Νέα Υόρκη μετά από το πολύ καλό περσινό “Homunculus” μας χαρίζει την απόλυτη κυκλοφορία της καλοκαιρινής σεζόν. Το όνομα αυτής “Collision”, μια σύγκρουση ή καλύτερα μία όαση στην έρημο του καλοκαιριού. Οι πιτσιρικάδες από το Long Island -που μόνο στην ηλικία μπορείς να τους χαρακτηρίσεις έτσι- δείχνουν από την πρώτη στιγμή του album τις ορέξεις τους, έχοντας τον βραβευμένο με Grammy παραγωγό Robert Carranza (Mars Volta) να δημιουργεί έναν συμπαγή και αιθέριο ήχο. Δουλειά τους είναι να κάνουν αυτό που ξέρουν πολύ καλά και στην περίπτωση των TAUK είναι να δημιουργούν καλή μουσική. Από το εισαγωγικό κομμάτι “Friction” με το μπάσο, τα πλήκτρα και την κιθάρα σε πλήρη funky-fusion αρμονία, καταλαβαίνεις το τι θα επακολουθήσει στη συνέχεια. Η ενέργεια, το συναίσθημα και η σωστή κατανομή των γνώσεών τους πάνω στις δομές των κομματιών όχι μόνο δεν σε κουράζουν, αλλά σε κάνουν να θες να το ακούς ξανά και ξανά, προσπαθώντας να καταλάβεις πώς πραγματικά αυτοί οι τύποι δεν χάνουν την μπάλα και φιλτράρουν καταπληκτικά τις γνώσεις τους χωρίς να βαριέσαι ούτε στιγμή κατά την διάρκεια της ακρόασης. Η απουσία φωνητικών όχι μόνο δεν ξενίζει, αλλά κάνει τη ροή του δίσκου πολύ πιο εύκολη και ευχάριστη. Δίνοντας πάρα πολύ χώρο στον ακροατή να αντιληφθεί πραγματικά τον τρόπο με τον οποίο οι συνθέσεις από αισθαντικές και ήρεμες σε σημεία (με τον Alric Carter γνήσιο τέκνο των διδαχών των μεγάλων Αμερικανών πληκτράδων) γίνονται απίστευτα sexy, οργιαστικές fusion ελεγείες στα χέρια η μάλλον στα δάχτυλα του φοβερού Matt Jalbert. Το rhythm section με τη σειρά του (Teel / Dolan σε drums, μπάσο αντίστοιχα) γεμίζει κυριολεκτικά τα ΠΑΝΤΑ. Οι ρυθμοί ποικίλουν και από ξεσηκωτικοί funk γίνονται ταξιδιάρικοι και ατμοσφαιρικοί. Από το πορωτικό “Mokuba” στο tripy “On Guard” και το εντελώς jazz “Mindshift”, η μπάντα απλά οργιάζει. Κάθε ακρόαση του “Collision” σου δημιουργεί πραγματικά διαφορετικά συναισθήματα, με αποτέλεσμα να τελειώνει ο δίσκος και απλά σαν χρέος σου είναι να ξαναπατάς το play… Φοβερό πάθος, γνώση και εμπειρία που άλλες μπάντες με πολύ κόπο κερδίζουν, στους TAUK αναγνωρίζεται ήδη από το δεύτερο κιόλας album τους, όντας εξαιρετικά ταλαντούχοι και εντελώς μα εντελώς πηγαίοι με ένα αίσθημα ωριμότητας. Είναι βέβαιο πως το μέλλον τους ανήκει.
9.5 / 10 Γιώργος Βατικιώτης |
Be the first to comment