Lapis Lazuli – Alien / Abra Cadaver

Sorry, this entry is only available in Ελληνικά.

 [Self-Released, 2014] 

Lapis Lazuli

Εισαγωγή:  Δημήτρης Καλτσάς
08 / 08 / 2014

 

Το να παίρνει μια μπάντα τo όνομά της από έναν ημιπολύτιμο λίθο είναι ευκολάκι έως αρκούντως ευφυές, από τη στιγμή που κανένας άλλος δεν καπάρωσε την ονομασία (σε περίπου μισό αιώνα rock μουσικής). Το lapis lazuli, λοιπόν, είναι ένα ημιπολύτιμο πέτρωμα με κύριο συστατικό τον λαζουρίτη, στον οποίο οφείλεται το χαρακτηριστικό του μπλε χρώμα, όπου βασίζεται κυρίως η αισθητική του αξία (εκτός των κρυστάλλων σιδηροπυρίτη που προσδίδουν μεταλλικές αναλαμπές). Το συγκεκριμένο πέτρωμα χρησιμοποιήθηκε μεταξύ άλλων στο περίφημο άγαλμα του Ebih-II στη Μεσοποταμία (2500 π.Χ.), στην -ακόμα γνωστότερη- νεκρική μάσκα του Τουταγχαμών (1323 π.Χ.) και στον πίνακα ‘Girl with a Pearl Earring’ (1665) του Johannes Vermeer. Στο συγκεκριμένο πέτρωμα αποδίδονται πολυάριθμες ιδιότητες (αναρωτιέμαι γιατί;), όπως ότι ενισχύει τις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους, φέρνει την αγάπη και εγγυάται την ευτυχία.

Ακούγοντας τη μουσική των Lapis Lazuli (φυσικά καμία σχέση με τους Γάλλους Lazuli των αδελφών Leonetti) τα παραπάνω αποκτούν μία μορφή πρόκλησης. Ωστόσο, αν ακούσει κανείς το συγκρότημα από το ιστορικό Canterbury θα διαπιστώσει ότι δεν ιδρώνει το αυτάκι τους για πολλά και ότι το άχτι τους είναι να παίξουν τη μουσική τους που βασίζεται στο ανηλεές jamming και τον δημιουργικό και πειραματισμό με έντονα χιουμοριστικά στοιχεία. Όπως δηλώνουν οι ίδιοι, η μουσική τους είναι μία μίξη ποικίλων στυλ, όπως: Funk, Progressive, Psychedelic, Fusion, Latin, Balkan και Afrobeat. Κι επειδή είναι όντως δύσκολο να το συλλάβει εύκολα κανείς αυτό στο σύνολό του, φανταστείτε ένα σχήμα με την οξύνοια που προδίδει η καταγωγή των συγκεκριμένων, με έντονο funk (και άλλοτε world) χρώμα και την instrumental φραστική καυστικότητα Ζαππικής προέλευσης.

Το σχήμα πρωτοσυστήθηκε με το κοινό πριν δύο χρόνια με τα “Reality Is” και “ Extended Play”, τα δύο μέρη του ντεμπούτου τους “The Bungalow Sessions” με μέση διάρκεια κομματιών τα 15,5 λεπτά περίπου. Στο φετινό “Alien / Abra Cadaver” τα πράγματα διαφοροποιούνται κάπως (λέμε τώρα…), με την μπάντα να οριοθετεί τους πειραματισμούς χωρίς να τους περιορίζει, δίνοντας σαφώς μεγαλύτερο βάρος στη σύνθεση. Το πότε θα καταξιωθούν στη συνείδηση του prog ακροατηρίου είναι μάλλον θέμα χρόνου. Το βέβαιο είναι ότι η σκηνή του Canterbury είναι και πάλι ενεργή και παραγωγική, με νέες μπάντες όπως οι Syd Arthur, Delta Sleep, The Boot Lagoon, Zoo For You και φυσικά οι Lapis Lazuli.


 

Semi-Precious Tones 

Καινούρια κυκλοφορία για το κουιντέτο από το Canterbury της Αγγλίας και ο τόπος διαμονής τους δίνει μόνο μια ιδέα για τη μουσική που περιέχεται σε αυτό το δισκάκι των έξι ή δύο -ανάλογα πώς θα το δει κανείς- κομματιών.

Το “Alien / Abra Cadaver” είναι λοιπόν ένα instrumental άλμπουμ με 6 κομμάτια εκ των οποίων τα πέντε πρώτα απαρτίζουν τη σουίτα “Alien”, η οποία φτάνει τη συνολική διάρκεια των 38 λεπτών, και το “Abra Cadaver” των μόλις 25. Από αυτό και μόνο είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πως ο δίσκος δεν αποτελεί το πιο εύπεπτο άκουσμα. ΑΛΛΑ.
Οι Lapis Lazuli έχουν πάρει κάτι το οποίο θα μπορούσε κάλλιστα να φαντάζει αναχρονιστικό και εκτός προοδευτικής «μόδας» και το έχουν απογειώσει. Η σουίτα “Alien”, φερ’ ειπείν, είναι όντως Canterbury με τα αρκετά σημεία της που φέρνουν στον νου τους σπουδαίους στυλοβάτες της σκηνής Soft Machine, αλλά πολύ συχνά περνούν και σε άλλα χωράφια όπως αυτά της Ethnic μουσικής (ακούστε το τρίτο μέρος του Alien για περασματάκια από βαλκανική τζαζ και μουσική mariachi), της Jazz και του Ζαππικού avant-garde, αφού σε πολλά σημεία θυμίζουν τις εποχές του “Grand Wazoo”, έχοντας όμως και μια υποψία ακόμα και από Panzerballett, ειδικά όταν τα αιχμηρά, στακάτα riffάκια -γιατί έχουν κι από δαύτα- της κιθάρας συνοδεύονται αριστοτεχνικά από χάλκινα πνευστά.

Κι αν φαντάζει δελεαστικό να χαρακτηρίσει κάποιος τον δίσκο ως «μουσική μόνο για μουσικούς», αυτό απέχει παρασάγγας από την αλήθεια. Γιατί οι Lapis Lazuli καταφέρνουν και διατηρούν ένα έντονο στοιχείο χαβαλέ και αλέγκρας διάθεσης, τα οποία είναι ιδιαίτερα έκδηλα στο τέταρτο μέρος του “Alien”, και αξιομνημόνευτα περάσματα που σίγουρα απευθύνονται και στον ακροατή που δεν είναι μουσικός. Θα το καταλάβετε όταν τα πόδια σας θα αρχίσουν να κινούνται ρυθμικά αυτοβούλως κατά τη διάρκεια κάποιων swing περασμάτων (ναι, και τέτοια έχει ο μπαξές).

Δεν τελειώσαμε εδώ. Γιατί το “Abra Cadaver” με την απίστευτη κιθαριστική δουλειά, τη Latin διάθεση και τα κάποια ψυχεδελικά, space-rock περάσματα αποτελεί καταπληκτικό κλείσιμο για έναν καθ’ όλα καταπληκτικό δίσκο.

Ανακεφαλαιώνοντας, οι Lapis Lazuli είναι έξυπνοι μουσικοί, παιχταράδες, χαβαλετζήδες με απίστευτη γνώση σύνθεσης και ενορχήστρωσης και με μια έξυπνη, φρέσκια ματιά πάνω σε κάτι που φαινομενικά δεν ταιριάζει στη σύγχρονη μουσική -προοδευτική και μη- πραγματικότητα. Δέστε το όλο αυτό με μια κορδέλα πολύ καλής, καθαρής παραγωγής (ακόμα και αν η μίξη του δίσκου δεν είναι ιδανική) και έχετε το “Alien / Abra Cadaver”.

Και μη νομίζετε ούτε για μια στιγμή πως οι διάρκειες των κομματιών ή η instrumental φύση της μπάντας θα σας αποτρέψουν να επιστρέψετε σε αυτόν τον δίσκο ξανά και ξανά και ξανά.

 

9 / 10

Νίκος Βέβες

 

Aρκεί να πατήσεις το play 

Κάποτε θα γινόταν αυτό. Από τη στιγμή που (και) στο Canterbury αναβίωσε η τοπική prog σκηνή, οι λογικά πολύ υψηλές απαιτήσεις από τους σύγχρονους συνεχιστές των 70s μεγαθήριων θα ικανοποιούνταν κάποια στιγμή. Αν απορεί κανείς για τη βεβαιότητα περί αυτού, αρκεί να κοιτάξει (ακούσει για την ακρίβεια) τι συμβαίνει παγκοσμίως σήμερα. Αυτό που κάνουν με τόση επιτυχία οι Αμερικανοί στις μέρες μας είναι τοπική παράδοση για τους Άγγλους (αν και ομολογουμένως άργησαν να «ξυπνήσουν»).

Στο φετινό album των απολαυστικών Lapis Lazuli τα πράγματα είναι πολύ απλά. Οι βασικές συνθέσεις είναι δύο και ίσως ριψοκίνδυνα διαφορετικές στη δομή και το ύφος τους. Αυτό βέβαια δεν είναι καινούργιο στοιχείο στην ιστορία της μπάντας. Το ρίσκο είναι βασικό κομμάτι της φιλοσοφίας των Lapis Lazuli. Η διαφορά είναι όμως ότι αυτό που πριν το “Alien / Abra Cadaver” φαινόταν σαν άγνοια κινδύνου, στο συγκεκριμένο album ακούγεται ως σχηματοποιημένο, πολυποίκιλο ύφος με τον παραγωγικό πειραματισμό να έχει κάνει το θαύμα του και πάλι στο Canterbury. Γρίφοι τέλος. Ας τα πάρουμε ένα-ένα τα… δύο.

Το “Alien” είναι μία σουίτα συνολικής διάρκειας 38μιση λεπτών περίπου, χωρισμένη σε πέντε μέρη, τα οποία ακούγονται εξίσου ταιριαστά ως τμήματα ενός συνόλου, αλλά και ως αυτόνομες μονάδες. Πρόκειται δίχως αμφιβολία για την πιο πολυδουλεμένη σύνθεση του συγκροτήματος, που σήμερα μπορεί να ξεχαστεί σε ένα rar αρχείο στο φάκελο των λήψεων (αν εντοπίσει κανείς το album στον τεράστιο όγκο ανεξάρτητων κυκλοφοριών), όταν θα μπορούσε ανετότατα να ήταν το magnum opus μιας 70s μπάντας του Canterbury. Ναι, καμία υπερβολή. Από τις πρώτες νότες του “Alien I” τα πράγματα γίνονται σαφή: οι αιχμηρές κιθαριστικές μελωδίες συχνά απαντώνται φραστικά από σαξόφωνο και τρομπέτα, με τα πλήκτρα να μεταβάλλουν το περιβάλλον σε διακυμάνσεις μεταξύ Canterbury-flavored fusion και space / psych-prog, ενώ το groove του ρυθμικού section είναι επιεικώς σεμιναριακό. Οι επιρροές από τους προγόνους είναι εντονότατες φυσικά, ίσως πιο πολύ από τους Soft Machine της δεύτερης περιόδου και τους National Health, ενώ το ύφος στάζει θείο Frank εποχής “The Grand Wazoo”. Η επιθετικότητα του πρώτου μέρους (με το tribute κλείσιμο στο “Master Builder” των Gong) μετατρέπεται σε funk rock / math-prog στο “Alien II”, κατόπιν σε latin rock στο “Alien III”, σε πιο χιουμοριστικό (και σε σημεία swing jazz) fusion που κυμαίνεται μεταξύ heavy και… Atari ήχων (\m/) στο “Alien IV” και καταλήγει σε ένα bad trip space-prog τμήμα που οδηγεί σε ένα δεόντως επικό κλείσιμο στο πέμπτο μέρος.

Στο “Abra Cadaver” τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Το 25λεπτο κομμάτι είναι ενιαίο με σαφώς πιο έντονο jamming χαρακτήρα. Εδώ η συνθετική αυστηρότητα είναι μειωμένη, αλλά όχι και η απόδοση της μπάντας, που επενδύει στο βασικό της πλεονέκτημα. Οι έξι συνοδοιπόροι επιδεικνύουν το πόσο δεμένοι μπορούν να ακούγονται, ξεκινώντας από έντονο latin rock (ακούγονται επιρροές Mars Volta σε σημεία χωρίς όμως να χάνεται το βρετανικό χρώμα). Το κομμάτι εξελίσσεται μάλλον αργά στη συνέχεια και ενώ ο ελεύθερος χαρακτήρας του είναι ευχάριστος και το επίπεδο τεχνικής σταθερά εντυπωσιακό, νομίζω πως το μεσαίο τμήμα θα μπορούσε να είναι μικρότερο και ίσως θα ήταν καταλληλότερο για ένα ζωντανό album, παρά για το συγκεκριμένο (έκανα και παρατήρηση, τέλεια!). Στο 18ο λεπτό η αγγλική ψυχεδέλεια (π.χ. Andwellas Dream) και η βαλκανική folk αναμιγνύονται ιδανικά (υπάρχει και ελληνικό χρώμα εδώ), ενώ στα τελευταία περίπου πέντε λεπτά του κομματιού και του δίσκου οι δόσεις world music αυξάνονται και η Βalkan folk δίνει τη θέση της σε ινδιάνικη παραδοσιακή μουσική με τα γνωστά vocalese.

Όλα τα παραπάνω ακούγονται αστεία, το ξέρω. Progressive rock, psychedelia, space rock, world music, folk (από 3 ηπείρους), latin, ethnic, jazz fusion, afrobeat, carnival music, swing jazz… Δύσκολο να το πιστέψεις, όντως. Κι όμως, γίνεται. Αρκεί… ξέρεις τι…  

 

8.5 / 10

Δημήτρης Καλτσάς

Be the first to comment

Leave a Reply