Rishloo – Living As Ghosts With Buildings As Teeth

Sorry, this entry is only available in Greek.

 [Self-Released, 2014]

Rishloo - Living As Ghosts With Buildings As Teeth

Εισαγωγή: Δημήτρης Καλτσάς
07 / 02 / 2015

Η ιστορία των Rishloo είναι από εκείνες που αξίζει να αφηγείται κανείς, γιατί αποτελούν εξαίρεση και φωτεινό παράδειγμα. Σχηματίστηκαν το 2002 στο Seattle και από το ξεκίνημά τους το βάρος δόθηκε (και παραμένει μέχρι σήμερα αυστηρά) στην καλλιτεχνική διάσταση της μουσικής τους, παρά σε οτιδήποτε περιφερειακό. Ίσως μάλιστα αυτή η εμμονή τους να είναι ο κυριότερος -αν και σίγουρα όχι ο μόνος- λόγος που τους στερεί μέχρι και τις μέρες μας την ευρεία  αναγνώριση και επιτυχία.

Μετά το “Terras Fames” του 2004, ο Jesse Smith αντικατέστησε τον Taylor στα drums και αυτή είναι η μοναδική αλλαγή στη σύνθεση της κλειστής οικογένειας των Rishloo μέχρι σήμερα. Αυτό το σπάνιο δέσιμο του κουαρτέτου αναδείχθηκε πλήρως τρία χρόνια μετά, στο εξαιρετικό “Eidolon”, όπου ο χαρακτήρας των Rishloo είχε (περιέργως κατά τη γνώμη μου) ολοκληρωθεί μάλλον πρόωρα. Το βασικό τους μέλημα ήταν και είναι να γράψουν δυνατά κομμάτια, στα οποία η κιθάρα του Dave Gillett και το μπάσο του Sean Rydquist δίνουν συνεχώς επιθετικά riffs χωρίς να υπάρχει ο παραμικρός ψυχαναγκασμός για solo. Ηγετική μορφή και βασικός συνθέτης είναι ο χαρισματικός Drew Mailloux, η φωνή του οποίου ξεχωρίζει ως highlight των Rishloo, σε γραμμές γενναία έως θρασύτατα λυρικές. Το “Feathergun” [2009] ήρθε ως συνέχεια του “Eidolon” με τη διαφορά ότι η πάντα underground αφετηρία συνοδεύτηκε με επαγγελματικό στήσιμο, άξια παραγωγή, εξώφυλλο, logo και βέβαια κομμάτια που είχαν βάθος, ενθουσιασμό και έμπνευση, στοιχεία αρκετά για να συγκινήσουν τους φίλους του crossover prog και του εναλλακτικού rock γενικότερα.

Όλα έμοιαζαν ιδανικά, αλλά ξαφνικά όλα άλλαξαν και χάθηκε ο στόχος (ή κάτι τέτοιο). Ο Drew ήταν έτοιμος να τα παρατήσει οριστικά γιατί δεν είχε λόγο να γράφει πλέον, η μπάντα μπήκε στον πάγο, μη αναμενόμενα θα έλεγε κανείς, αλλά πολύ φυσιολογικά για καλλιτέχνες που δεν περιορίζονται και δεν κατευθύνονται εξωγενώς. Ευτυχώς τα πράγματα άλλαξαν και πέντε χρόνια μετά, το τέταρτο album τους είναι έτοιμο και ίσως πιο φιλόδοξο από οποιοδήποτε προηγούμενο. Ο Γιάννης και ο Νίκος αναλύουν σε βάθος το “Living As Ghosts With Buildings As Teeth” των Rishloo που αγαπάμε να τους αγαπάμε.


 

Salutations from the crossover prog nation

Η αλήθεια είναι ότι τους Rishloo δε τους γνώριζα (γιουχάρετε ελεύθερα) και η πρώτη επαφή μου μαζί τους είναι το τελευταίο τους πόνημα, το οποίο με οδήγησε να ψάξω τη δισκογραφία τους για να αποκτήσω μια πλήρη εικόνα της μπάντας. Ιδρύθηκαν το 2002 από τον κιθαρίστα Dave Gillett και τον μπασίστα Sean Rydquist ενώ λίγο αργότερα προστέθηκε ο τραγουδιστής και βασικός συνθέτης Andrew Mailloux. Τρεις δίσκους μετά και μια αλλαγή μέλους από το δεύτερη κιόλας κυκλοφορία, στη θέση του ντράμερ Tyler πήγε ο Jesse Smith, η μπάντα μας προσφέρει το crossover prog της.

Η μουσική που παίζουν μου θυμίζει αρκετά The Mars Volta και Dredg ή τουλάχιστον αυτή την καλιφορνέζικη ανεμελιά που έχουν οι δίσκοι τους, με ψήγματα jazz και blues παιξίματος, τα οποία προσδίδουν πλουραλισμό στα κομμάτια και σου κρατούν το ενδιαφέρον. Βέβαια όταν τα κομμάτια γίνονται πιο σκοτεινά φαίνεται η Seattle καταγωγή τους, αφού το crossover prog αλληλεπιδρά με το grunge.

Ο δίσκος έχει ορισμένα κομμάτια που έχουν συνοχή και μια κοινή ταυτότητα, όπως τα “The Great Rain Beatle”, “Landmines”, “Dead Rope Machine”, “Just A Ride” που τον ανοίγουν και τον κλείνουν και αποτελούν δυναμικά τραγούδια με εναλλαγές αργών και επιθετικών μερών, ελάχιστη παραμόρφωση στις κιθάρες, φοβερό μπάσο, όπου δίνει τη δυνατότητα στον ντράμερ να ξεσαλώνει σε σημεία, λίγα αλλά ουσιώδη solo από την κιθάρα και γενικότερα αρκετά φορτισμένη ερμηνεία από τον τραγουδιστή. Υπάρχουν όμως και τα αντίθετα όπως τα “Salutations” και “Winslow”, που το μεν πρώτο θυμίζει πολύ Dredg μιας και είναι αργό σε όλη τη διάρκειά του με διάσπαρτα ηλεκτρονικά beats και samples που είναι η βάση για μια ερμηνεία γεμάτη συναίσθημα, ενώ το δεύτερο αποτελεί το πιο metal κομμάτι του δίσκου, γρήγορο, αρκετά βαρύ και τεχνικό με τα φωνητικά αρκούντως επιθετικά.

Το τραγούδι που πραγματικά ξεχωρίζει όμως σε εδώ είναι το “Dark Charade” με διάρκεια κοντά στα 11 λεπτά επιτρέπει στο συγκρότημα να αναπτύξει όλες τις ιδέες του, μελαγχολικές, ψυχεδελικές, σκοτεινές, επιθετικές, αργές μελοποιώντας στίχους που αναφέρονται στον σκοτεινό δυσεπίλυτο γρίφο της άρνησης της προοπτικής στην υλιστική κοινωνία και τη ζωή που περνάει. ΕΠΟΣ.

Το “Living As Ghosts With Buildings As Teeth”, αποτελεί έναν πολύ ωραίο crossover prog δίσκο, με τραγούδια εύπεπτα και ευχάριστα (λόγω παραγωγής) και συνάμα προοδευτικά με την έννοια της σύνθεσης, που συνεχίζει το momentum καλών κυκλοφοριών του συγκροτήματος. Ένας δίσκος λοιπόν, που λειτουργεί ευεργετικά στη στέρηση που μας έχουν δημιουργήσει οι Dredg, που κάνει καλή «παρέα», χωρίς να απαιτεί από τον ακροατή να βρίσκεται σε μια συγκεκριμένη διάθεση για να τον ακούσει, που εδραιώνει τη μπάντα στους ηγέτες του ιδιώματος.

 

8.5 / 10

Γιάννης Βούλγαρης

 

Ούτε μια νότα στράφι

Η τέταρτη δισκογραφική δουλειά των Αμερικανών Rishloo ανήκει στην κατηγορία των σχετικά λιγοστών δίσκων που αφήνουν καλή εντύπωση με την πρώτη ακρόαση, αλλά με κάθε επόμενη… ξεδιπλώνουν όλο και περισσότερο τη μεγαλοπρέπεια και την έμπνευση που περιέχουν.

Όσοι έχουν ακούσει τις προηγούμενες τρεις δουλειές των Rishloo, και κυρίως εκείνο το εκπληκτικό “Eidolon”, έχουν μια πολύ καλή ιδέα τι να περιμένουν πριν βάλουν το δισκάκι να παίξει για πρώτη φορά. Το “Living As Ghosts With Buildings As Teeth” είναι ένας δίσκος έξυπνου, καλοδουλεμένου, σύγχρονου heavy crossover prog με εμφανείς τις επιρροές από μεγαθήρια του χώρου, όπως οι Mars Volta και οι dredg, αλλά εδώ είναι καλύτερα, αν και όχι διακριτικότερα, αφομοιωμένες στα οχτώ κομμάτια του δίσκου.

Σε επίπεδο συνθέσεων, οι Rishloo πραγματικά εντυπωσιάζουν με την έμπνευσή τους. Δεν έχει νόημα να περιμένει κανείς το filler του δίσκου κατά την πρώτη ακρόαση γιατί πολύ απλά δεν υπάρχει. Για την ακρίβεια, είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστεί έστω περιττή νότα στα 50 λεπτά του δίσκου.

Μιλώντας για δυσκολίες, είναι εξίσου δύσκολο να βρεθούν και τα κομμάτια που να ξεχωρίζουν. Όλα διαθέτουν κάτι που να δίνει αξία στο “Livng As Ghosts”. Από τα riffs και τις φράσεις του Gillett ο οποίος δε διστάζει να περάσει από τον heavy prog ήχο των Mars Volta σε κομμάτια όπως το “Last Rain Beatle” σε πιο post-rock τόνους στο “Dark Charade” ή σε πιο ακραία licks στο “Dead Rope Machine”, μεχρι τη rhythm section των Rydquist και Smith (μπάσο και ντραμς αντίστοιχα) που ξέρει πότε να στηρίξει τη μελωδία και πότε να γεμίσει έξυπνα τον ήχο, δεν υπάρχει τίποτα που να δίνει την εντύπωση του διεκπεραιωτικού, βεβιασμένου ή ανέμπνευστου.

Ειδική μνεία φυσικά πρέπει να γίνει στο σπουδαίο λαρύγγι του καταπληκτικού Andrew Mailloux. Με τη φωνή του να είναι ωριμότερη από ποτέ, με την ικανότητα να περνά επιτυχώς από τη χλευαστική χροιά του Omar Rodriguez-Lopez στην ειρωνική επιθετικότητα του Claudio Sanchez και από τη μελωδικότητα του Gavin Hayes στα γρέζια του Casey Crescenzo, παραδίδοντας παράλληλα σεμινάρια ανωτάτου επιπέδου πάνω στο ακαδημαϊκό αντικείμενο «Ερμηνεία – Πώς διαφέρει από την εκτέλεση και πώς γίνεται σωστά», δε θα υπάρξει ακροατής που να μείνει ασυγκίνητος από τις φωνητικές του ικανότητες και το εκφραστικό του ταλέντο.

Όλα αυτά σε έναν δίσκο με πραγματικά έξοχη παραγωγή, με έξυπνη δουλειά στο layering, με υποδειγματική μίξη. Ψάχνοντας για μειονεκτήματα μετά από τις αλλεπάλληλες πτώσεις σαγονιού κατά την ακρόαση του δίσκου, μόνο ένα μπορεί να βρεθεί: τα 50 λεπτά είναι λίγα. Έπρεπε να είχε τουλάχιστον άλλο τόσο ο δίσκος. Και βάλε.

 

9 / 10

Νίκος Βέβες

Be the first to comment

Leave a Reply