[Self-Released, 2016]
Intro: Giannis Zavradinos
20 / 09 / 2016
The Greek prog scene despite all odds continues to give us remarkable albums. This is due to the talent, hard work and mainly the determination shown both by the musicians and the people behind the bands that strive to promote them inside and across borders.
Mother Turtle from Thessaloniki, are one of those bands. In the last five years they have managed to make a sensation from the start and have nothing to envy from similar bands and releases abroad. Their main features are the perfect balance between structured ideas and experimentation, the technical competence of their music that works in favor of emotion and the smart use of their influences through knowledge of the past decades. Certainly, they do not lack modern aesthetics and expression that gives a new perspective to the term neo-prog without coming as a surprise to the traditional enthusiasts.
Three years after their impressive homonymous debut, the impatience of us all comes to an end with their second album, simply entitled “II.” The band once again takes over the release, thus indicating the autonomy and determination to achieve their musical vision.
[bandcamp width=650 height=120 album=3086511984 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]
The art of continuing the revolution
Bolder than ever and with more experimentation this time, Mother Turtle show us a renewed version of their sound, where the heavy / symphonic element gives way to directions that refer more to the jazz “sensitivities” of the Canterbury scene. All musicians have now the time and space to unfold their talent and improvisational ability and the significant additions to the band composition reinforce this commendable effort. Apart from the fixed core consisting of Kostas Konstantinidis (vocals, guitar), George Theodoropoulos (keyboards) and George Baltas (drums, vocals), George Filopelou on bass and Babis Prodromidis along with Alex Kiourntziadis on the woodwinds and strings respectively, contribute the maximum.
The opening “Overture”, despite its short duration and minimalistic development pleasantly takes us aback by the repeated multiple vocals that bring to mind similar moments by Gentle Giant. It’s an important piece which together with “The Art of Ending a Revolution” present the main lyrical focus of the album. Specifically, the average modern man seems to be with no memory, passionless and condemned in the self-destructive inaction and refusal to go beyond the limits.”Harvest Moon” follows with its haunting alternations unfolding one after the other like veils. The saxophone and violin come out like spikes of King Crimson and VDGG and operate faultlessly, combined with the theatrical tone of the vocals.
The common component of all tracks is the elaborate solos by Konstantinidis, designed note by note without verbosity and showing off with a “relief” sound thanks to the excellent production and its “live” aesthetics. “Ennui” sounds like an atmospheric evocation, an intense emotional moment where the flute and fretless bass make the piece hover. “Walpurgi Flame”, the longest track in the album starts with à la Floyd glissando guitar and the violin & saxophone duo gives a dramatic tone until a pretty delicate melodic “crust” is formed. The female vocals add sensuality along with the beautiful and colorful playing by Filopelou again in fretless. A truly adventurous piece of interesting changes and escalating tensions.
“The Tower” comes stealthily to awaken the terrible memories of 9/11 due to the nightmarish keys by George Theodoropoulos and the samples from news reports of the time back then. Theodoropoulos gets credit for his discretionary personal touches on the entire project, while the drumming by George Baltas shows confidence and comfort with which he links changes between rhythm and musical themes. The melancholic “The Art of Ending a Revolution” begins with optimism flares, where the contrast of emotions is identified and alternates with the singing of wind, string and electric guitar, until they come to the pattern of “Overture” and complete it with exemplary climax.
Mother Turtle manage to meet our expectations, thanks to the maturity, evolution and quality that distinguish them. Perseverance, passion and extra experience are paid off. Moreover, we did not expect anything different from a serious project and so structured that it can measure the pulse of the time both musically and lyrically. Even though they miss in popularity as the domestic music reality actually seems still unprepared to support the promising Greek prog, Mother Turtle prove that they master very well the art of NOT giving up on a revolution. We look forward to their next step.
9 / 10
Giannis Zavradinos
2nd opinion
“Judging from this debut and the perspective that it leaves mainly in the second half, the second album of Mother Turtle is rather” doomed “to be even better.” With this sentence I was closing my review on the first album of Mother Turtle and our expectations were vindicated to the fullest. With the additions of Babis Prodromidis on saxophone and flute and Alexis Kiourntziadis on violin they renew their sound giving it the option to move to other musical paths such as jazz-rock and Canterbury. Mother Turtle based the backbone of their second album on three long compositions, with the remaining three having an introductory character. Their great advantage once again is the excellent melodies with which they infuse their symphonic prog, but this time they invested even more in experimentation and in awesome rhythms and emotional change. From the British “Harvest Moon” and the excellent development of the atmospheric introduction of “Walpurgi Flame” and the exceptional guitar solo by Kostas Konstantinidis in the finale, and from there to the melodic “The Art Of Ending A Revolution” and the à la Gentle Giant vocals that close the album just as they started, we come to the same conclusion: we are dealing with one of the top progressive albums of 2016.
8.5 / 10
Paris Gravouniotis
[Self-Released, 2016]
Εισαγωγή: Γιάννης Ζαβραδινός
20 / 09 / 2016
Η Ελληνική prog σκηνή παρ’ όλες τις αντιξοότητες, συνεχίζει να μας δίνει αξιόλογα έργα. Αυτό οφείλεται στο ταλέντο, τη σκληρή δουλειά και πολλές φορές την αυταπάρνηση που δείχνουν τόσο οι μουσικοί όσο και οι άνθρωποι πίσω από τις μπάντες που πασχίζουν για την προώθησή τους εντός κι εκτός συνόρων.
Oι Mother Turtle από την Θεσσαλονίκη είναι μία από αυτές τις μπάντες. Στα πέντε περίπου χρόνια ζωής τους έχουν καταφέρει να κάνουν αίσθηση εξαρχής και δεν έχουν τίποτα απολύτως να ζηλέψουν από αντίστοιχες μπάντες και κυκλοφορίες του εξωτερικού. Κύρια χαρακτηριστά η τέλεια ισορροπία μεταξύ συγκροτημένων ιδεών και πειραματισμού, η άρτια τεχνική κατάρτιση των μουσικών που λειτουργεί υπέρ του συναισθήματος και η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των επιρροών τους μέσα από τη γνώση περασμένων δεκαετιών. Ασφαλώς δεν λείπει η σύγχρονη αισθητική και έκφραση που δίνει νέα οπτική στον όρο neo-prog χωρίς να ξενίζει τους λάτρεις της παραδοσιακής σχολής.
Τρία χρόνια μετά το εντυπωσιακό ομώνυμο ντεμπούτο των Mother Turtle (οι κριτικές μας εδώ) η ανυπομονησία όλων φτάνει στο τέλος με τη φετινή τους δουλειά που τιτλοφορείται απλά “ΙΙ”.’Όπως και τότε έτσι και τώρα η ίδια η μπάντα αναλαμβάνει την κυκλοφορία, κάτι που δείχνει την αυτονομία και αποφασιστικότητα με την οποία διαχειρίζεται το μουσικό της όραμα.
[bandcamp width=650 height=120 album=3086511984 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]
Η τέχνη του να συνεχίζεις την επανάσταση
Πιο τολμηροί από ποτέ και με περισσότερη πειραματική διάθεση αυτή τη φορά, οι Mother Turtle παρουσιάζουν μια ανανεωμένη εκδοχή τους όπου το heavy / συμφωνικό στοιχείο δίνει τη θέση του σε κατευθύνσεις που παραπέμπουν περισσότερο στις jazz «ευαισθησίες» της Canterbury σκηνής. Ο κάθε μουσικός πλέον έχει το χρόνο και τον χώρο για να ξεδιπλώσει το ταλέντο και την αυτοσχεδιαστική του ικανότητα και οι η σημαντικές προσθήκες στη σύνθεση της μπάντας ενισχύουν την αξιέπαινη αυτη προσπάθεια. Πέρα από τον σταθερό πυρήνα που αποτελείται από τον Κώστα Κωνσταντινίδη (φωνητικά, κιθάρα), Γιώργο Θεοδωρόπουλο (πλήκτρα) και Γιώργο Μπαλτά (τύμπανα, φωνητικά), ο Γιώργος Φιλοπέλου στο μπάσο και οι Μπάμπης Προδρομίδης, Άλεξ Κιουρντζιάδης στα πνευστά και έγχορδα αντίστοιχα, συνεισφέρουν τα μέγιστα.
Το εισαγωγικό “Overture” παρά τη μικρή διάρκειά του και την μινιμαλιστική του ανάπτυξη ξαφνιάζει ευχάριστα με τα επαναλαμβανόμενα και πολλαπλά φωνητικά που φέρνουν στο μυαλό ανάλογες στιγμές à la Gentle Giant. Σημαντικό κομμάτι που μαζί με το “The Art of Ending a Revolution” δίνουν το στίγμα της στιχουργικής του έργου και χτίζεται λυρικά πάνω σε αυτό. Εδώ παρουσιάζεται ο μέσος σύγχρονος άνθρωπος, αμνήμωνας, απαθής και καταδικασμένος μέσα στην αυτοκαταστροφική του απραξία και την άρνησή του να κάνει υπερβάσεις. Ακολουθεί το “Ηarvest Moon” με τις στοιχειωμένες εναλλαγές να ξετυλίγονται η μία μετά την άλλη σαν πέπλα. Το σαξόφωνο και το βιολί βγαίνουν σαν αιχμές από King Crimson και VDGG και λειτουργούν αλάνθαστα, συνδυαστικά με το θεατρικό ύφος των φωνητικών.
Κοινή συνισταμένη όλων των κομματιών είναι τα περίτεχνα σόλο του Κωνσταντινίδη, μελετημένα νότα προς νότα χωρίς φλυαρίες και διάθεση επιδειξομανίας με ήχο «ανάγλυφο» χάρη στην εξαιρετική παραγωγή και την “live” αισθητική του. Το “Ennui” ακούγεται σαν μια ατμοσφαιρική επίκληση, μια έντονη συναισθηματική στιγμή όπου το φλάουτο και το άταστο μπάσο κάνουν το κομμάτι να αιωρείται.Το “Walpurgi Flame”, το μεγαλύτερο κομμάτι σε διάρκεια του δίσκου ξεκινάει με à la Floyd glissando κιθάρα και το βιολί μαζί με το σαξόφωνο να δίνουν δραματικό τόνο μέχρι να σχηματιστεί μια όμορφη λεπτή μελωδική «κρούστα». Τα γυναικεία φωνητικά προσθέτουν αισθαντικότητα μαζί με το υπέροχο και γεμάτο χρώμα παίξιμο του Φιλοπέλου πάλι στο άταστο. Ένα πραγματικά περιπετειώδες κομμάτι με ενδιαφέρουσες αλλαγές και κλιμακωτές εντάσεις.
Το “The Tower” έρχεται ύπουλα να μας ξυπνήσει φριχτές μνήμες από την 9/11 χάρη στα εφιαλτικά πλήκτρα του Γιώργου Θεοδωρόπουλου και τα ηχητικά ντοκουμέντα από τις τότε ανταποκρίσεις. Ο Θεοδωρόπουλος παίρνει τα εύσημα για τις διακριτικές προσωπικές του πινελιές επί του συνολικού έργου, ενώ το παίξιμο στα τύμπανα από τον Γιώργο Μπαλτά δείχνουν την αυτοπεποίθηση και την άνεση με την οποία συνδέει τις αλλαγές μεταξύ ρυθμού και μουσικών θεμάτων. Το μελαγχολικό “The Art of Ending a Revolution” ξεκινά με εκλάμψεις αισιοδοξίας, όπου η αντίθεσή των συναισθημάτων ταυτίζεται και εναλλάσσεται με τις μονωδίες πνευστών, εγχόρδων και ηλεκτρικής κιθάρας, ώσπου να καταλήξουν στο μοτίβο του “Overture” και να ολοκληρωθεί με υποδειγματική κορύφωση.
Οι Μother Turtle καταφέρνουν να τηρήσουν τα αναμενόμενα, χάρη στην ωριμότητα, και την ποιοτική εξελιξιμότητα που τους διακρίνει. Η επιμονή, το μεράκι και η επιπλέον εμπειρία απέδωσε καρπούς τους οποίους απολαμβάνουμε. Εξάλλου, δεν περιμέναμε τίποτα διαφορετικό από ένα έργο σοβαρό και συγκροτημένο που μετρά τον σφυγμό της εποχής τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά. Όσο κι αν η δημοτικότητα τους διαφεύγει, όσο κι αν η εγχώρια μουσική πραγματικότητα φαντάζει ακόμα ανέτοιμη να υποστηρίξει φερέλπιδες του Ελληνικού prog, οι Mother Turtle αποδεικνύουν πως κατέχουν πολύ καλά την τέχνη του να ΜΗΝ εγκαταλείπουν μια επανάσταση. Ανυπομονούμε για τη συνέχεια.
9 / 10
Γιάννης Ζαβραδινός
2η γνώμη
“Κρίνοντας από το ντεμπούτο αυτό και την προοπτική που αφήνει κυρίως το δεύτερο μισό του, το δεύτερο album των Mother Turtle είναι μάλλον «καταδικασμένο» να είναι ακόμα καλύτερο”. Με αυτήν την πρόταση έκλεινε η κριτική μου στον πρώτο, ομώνυμο δίσκο των Θεσσαλονικιών prog rockers και οι προσδοκίες μας δικαίωσαν και με το παραπάνω. Με τις προσθήκες των Μπάμπη Προδρομίδη στο σαξόφωνο και το φλάουτο και Αλέξη Κιουρντζιάδη στο βιολί να ανανεώνουν τον ήχο τους προσδίδοντάς τους την ευχέρεια να κινηθούν και σε άλλα παρακλάδια όπως το jazz-rock και το Canterbury, οι Mother Turtle βάσισαν την ραχοκοκκαλιά του δεύτερου τους δίσκου στις τρεις μεγάλης διάρκειας συνθέσεις, με τις υπόλοιπες τρεις να έχουν εισαγωγικό χαρακτήρα. Το μεγάλο τους όπλο για άλλη μια φορά είναι οι εξαιρετικές μελωδίες με τις οποίες εμποτίζουν το symphonic prog τους, ωστόσο αυτή τη φορά επένδυσαν ακόμη περισσότερο στον πειραματισμό και στις φοβερές αλλαγές ρυθμών και συναισθημάτων. Από το βρετανικότατο “Harvest Moon” και την άρτια ανάπτυξή του στην ατμοσφαιρική εισαγωγή του “Walpurgi Flame” και το εξαιρετικό κιθαριστικό solo του Κώστα Κωνσταντινίδη στο φινάλε και από εκεί στο μελωδικό “The Art Of Ending A Revolution” και τα à la Gentle Giant φωνητικά που κλείνουν τον δίσκο όπως ακριβώς τον άρχισαν, καταλήγουμε στο ίδιο συμπέρασμα: έχουμε να κάνουμε με έναν από τους κορυφαίους progressive δίσκους του 2016.
8.5 / 10
Πάρης Γραβουνιώτης
Be the first to comment