[InsideOut, 2016]
Intro: Dimitris Kaltsas
Translation: Niki Nikolakaki
07 / 12 / 2016
No matter what we say about this man, it would be too little, regardless of our opinion on the personality and the music of Devin Townsend. What can’t be denied is his overcapacity, the constant changes and experiments in parallel “fronts” that he has created himself, his purely artistic, perfectionistic and spontaneously humorous creative approach and of course the fact that he is a bit crazy, but even this somehow makes him likeable and popular.
Shortly before 20 years have gone by (!) since the release of the historic Biomech, the aspirations of Devin Townsend seem quite different today, but perhaps quite reasonably (“reasonably” seems perfectly right).
Overproduced sentimentality
I remember some time ago I watched on YouTube a video of the peculiar Canadian with the participation on stage of Anneke Van Giersbergen on vocals, in a packed hall in London and I was wondering how difficult it is for the Greek audience to identify with the show presented on stage by Devin Townsend. Male and female dancers wearing band t-shirts in a dance that brings to mind more of revelry, of pop choruses and melodies, filtered both by heavy guitars and deafening loops. The people were being amused, after all Devin has a loyal audience in Europe, guilt free and receptive to pop shows. Of course, the music of Devin is not pop but reveals the more relaxed side of this workaholic figure. After all, 27 albums in total with all of his bands in a career of 21 years, is the least an impressive number.
In this year’s Transcendence, the seventh album of the said project, the emblematic figure of Devin continues the tradition of over produced albums, where different layers of sounds and influences mingle to meet his musical vision. Progressive themes, heavy guitars, beautiful and substantial solos and of course the ubiquitous keyboards embellish the sound of Transcendence. Even Devin’s vocals seem to be placed in the mixing of the album in order to serve the music. I do not know if this has something to do with his knowing that he does not have any special vocal qualities, but he succeeds impressively in points and through catchy choral refrains, in gushing out compositions of exceptional beauty and melodies of emotional intensity. All this through vocals skillfully struggling to be heard through a patchwork of sounds and different influences that -oh what a surprise- comes to shape after some hearings and ultimately succeeds in creating an exceptional album.
The production is “clean” as expected, but not clinical, after all the Canadian knows the art of the producer. The result is characterized by homogeneity and succeeds to be Devin Townsend’s music. It’s hard to think of a group that plays like him. He makes a class of his own and it will be of particular interest to see how he will develop his sound and his compositions in the future.
Expected, simple but essential is Anneke’s participation in some songs.
8 / 10
Petros Papadogiannis
2nd opinion
Devin Townsend selects under a slightly pagan perspective, the issue of perpetual search for knowledge of the man concerning himself and his self-improvement. Craft your life in ways you will be shown, as stated in the highlight of the album Higher. To achieve this he is employing a not very complex music creation, but a smart, spacy, symphonic and simultaneously mystical one, and at the same time dramatic, experimenting, moving in the range of progressive metal / rock. The variety and abundance of textures in Transendence are its strong elements, all tied together and serving its purpose, but without many special moments. It’s an album that is pleasant to listen and has interesting ideas, without being however a groundbreaking proposal.
7 / 10
Meletis Doulgeroglou
[InsideOut, 2016]
Εισαγωγή: Δημήτρης Καλτσάς
07 / 12 / 2016
Ό,τι και να πει κανείς για τον κύριο αυτό θα είναι λίγο, όποια και να είναι η άποψη καθενός για την προσωπικότητα και τη μουσική του Devin Townsend. Τα στοιχεία που μάλλον δεν επιδέχονται αμφισβήτησης είναι η υπερπαραγωγικότητα, οι συνεχείς αλλαγές και πειραματισμοί στα παράλληλα «μέτωπα» που έχει ανοίξει ή δημιουργήσει ο ίδιος, η αμιγώς καλλιτεχνική, τελειομανής αλλά και πηγαία χιουμοριστική δημιουργική προσέγγιση και φυσικά το γεγονός πως ο ίδιος δεν… πολυστέκει στα καλά του, αλλά ακόμα κι αυτό με έναν τρόπο που τον κάνει συμπαθή και αγαπητό.
Λίγο πριν κλείσουν 20 χρόνια (!) από την κυκλοφορία του ιστορικού πια “Biomech”, οι βλέψεις του Devin Townsend φαντάζουν αρκετά διαφορετικές σήμερα, αλλά ίσως απόλυτα λογικά («λογικά», πιο σωστά).
Overproduced συναισθηματισμός
Θυμάμαι πριν λίγο καιρό να παρακολουθώ στο YouTube ένα βίντεο του ιδιόμορφου αυτού Καναδού με τη συμμετοχή επί σκηνής της Anneke Van Giersbergen στα δεύτερα φωνητικά, σε μία κατάμεστη αίθουσα στο Λονδίνο και να αναρωτιέμαι το πόσο δύσκολο είναι το ελληνικό κοινό να ταυτιστεί με το show που παρουσιάζει επί σκηνής ο Devin Townsend. Χορεύτριες και χορευτές με μπλουζάκια του γκρουπ σε έναν χορό που περισσότερο σε ξεσάλωμα φέρνει, pop ρεφρέν και μελωδίες, φιλτραρισμένα αμφότερα από βαριές κιθάρες και εκκωφαντικά loops. Ο κόσμος από κάτω να διασκεδάζει, ο Devin άλλωστε έχει ένα πιστό κοινό στην Ευρώπη που είναι απενοχοποιημένο και δεκτικό σε ποπ θεάματα. Φυσικά η μουσική του Devin δεν είναι pop αλλά φανερώνει την πιο χαλαρή πλευρά της εργασιομανούς αυτής φιγούρας. Άλλωστε 27 άλμπουμ συνολικά με όλες του τις μπάντες σε μία καριέρα 21 ετών είναι το λιγότερο εντυπωσιακό νούμερο.
Στο φετινό “Τranscendence”, τον έβδομο δίσκο του εν λόγω project του, η εμβληματική μορφή του Devin συνεχίζει στην παράδοση των over produced άλμπουμ, όπου διαφορετικά στρώματα ήχων και επιρροών μπλέκονται ώστε να ικανοποιήσουν το μουσικό του όραμα. Progressive θέματα, βαριές κιθάρες, πανέμορφα και ουσιαστικά solo και φυσικά τα πανταχού παρόντα πλήκτρα διανθίζουν τον ήχο του “Transcendence”. Ακόμα και τα φωνητικά του Devin φαίνεται να είναι τοποθετημένα στη μίξη του άλμπουμ ώστε να υπηρετούν τη μουσική. Δεν ξέρω αν έχει να κάνει με τη γνώση του ότι δε διαθέτει και ιδιαίτερες φωνητικές αρετές, ωστόσο καταφέρνει εντυπωσιακά σε σημεία αλλά και μέσω κολλητικών χορωδιακών ρεφρέν, να αναβλύζουν οι συνθέσεις μελωδίες ιδιαίτερης ομορφιάς και συναισθηματικής έντασης. Όλα αυτά μέσα από φωνητικά που τεχνηέντως παλεύουν να ακουστούν μέσα από ένα συνονθύλευμα ήχων και διαφορετικών επιρροών, που -ω τι έκπληξη- αποκτούν μορφή μετά από κάποιες ακροάσεις και τελικά καταφέρνουν στη δημιουργία ενός εξαιρετικού άλμπουμ.
Η παραγωγή αναμενόμενα «καθαρή» , όχι όμως κλινική, ο Καναδός άλλωστε γνωρίζει και την τέχνη του παραγωγού. Το αποτέλεσμα παρουσιάζει ομοιογένεια. Καταφέρνει να είναι Devin Townsend music, δυσκολεύομαι να σκεφτώ κάποιο γκρουπ που παίζει όπως αυτός. Μία κατηγορία μόνος του και θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο πως θα εξελίξει τον ήχο του και τις συνθέσεις του στο μέλλον.
Αναμενόμενη, λιτή μα ουσιαστική η συμμετοχή της Anneke σε ορισμένα τραγούδια.
8 / 10
Πέτρος Παπαδογιάννης
2η γνώμη
Ο Devin Townsend επιλέγει υπό ένα ελαφρώς παγανιστικό πρίσμα, το θέμα της αέναης αναζήτησης για τη γνώση του ανθρώπου όσον αφορά στον εαυτό του αλλά και τη βελτίωσή του. Craft your life in ways you will be shown, όπως αναφέρει στο highlight του album, το “Higher”. Για να το πετύχει αυτό επιστρατεύει μια όχι εξαιρετικά σύνθετη μουσική δημιουργία, αλλά έξυπνη, spacy, συμφωνική και ταυτόχρονα μυστικιστική, θεατρική, πειραματιζόμενη, κινούμενη στο φάσμα του progressive metal / rock. Η ποικιλία και η πληθώρα υφών του “Transendence” είναι τα δυνατά του στοιχεία, με το σύνολο να δένει και να εξυπηρετεί το σκοπό του, χωρίς όμως πολλές ξεχωριστές στιγμές. Ένα album που ακούγεται ευχάριστα και έχει ενδιαφέρουσες ιδέες, χωρίς να αποτελεί όμως μια ρηξικέλευθη πρόταση.
7 / 10
Μελέτης Δουλγκέρογλου
Be the first to comment