by Giorgos Tsopotos
Music has always been inextricably linked to cinema, so it was only natural that the progressive rock movement, which flourished and peaked in the 1970s, would penetrate the fields of the seventh art with quite remarkable or even magnificent results.
Well-known and less famous directors of the time often entrusted the music of their films in great bands of the field of melodic hard sound of that era.
A very typical example of such a collaboration was that of the krautrock pioneers Can with their compatriot Roland Klick for his film, Deadlock. Deadlock is a modern, unconventional western thriller starring Mario Adorf and Anthony Dawson, in which a man walks around with a suitcase full of money in his hand and when he is found, he becomes an “apple of discord” in the hot desert. Throughout the film the scenes are accompanied by the amazing music of Can.
While cinema produced, in both Europe and America, new genres, new trends and pioneering ideas, a new wave of cinematic horror emerged in Italy, with films mainly based on pulp Italian crime / mystery books. The result, of course, was the birth of giallo. The leading figure of the genre was the talented Dario Argento, who was a rock fan, and wanted to capture this passion in his cinematic creations. So for his third film, Four Flies on Grey Velvet, he approached Deep Purple for the needs of the soundtrack, but in the end the collaboration did not take place and the music was once again taken over by Ennio Morricone. Although this collaboration did not take place, progressive rock dominated the Italian maestro’s next films, as the Italian band Goblin undertook to best adorn both Deep Red (Profondo Rosso) and Argento’s magnum opus with those stifling melodies, the amazing Suspiria, in which the Italian progsters deliver dark, spooky compositions that perfectly match the film’s mysticism.
Both films are typical examples of the giallo genre and are truely progressive, both cinematically and musically. Horror, dark atmosphere and music go hand in hand in a much more crude and clearly charming way than, for example, in the productions of American studios of that time and films with millions of dollars invested.
And as Argento’s love for music could not be hidden, the great Keith Emerson of Emerson, Lake and Palmer undertook the soundtrack of Inferno, which combines progressive rock with symphonic / polyphonic music in a strange but very appealing result. Suspiria, Inferno and the relatively recent but rather mediocre Mother of Tears (2007) are the three parts of a trilogy known as “Three Mothers”.
These are the most illustrative examples of progressive music in Italian cinema, but they are not the only ones. In France, the great Serge Gainsbourg, although he certainly can not be considered a purely progressive rock artist, delivered incredible music to French works of the 1960s and 1970s, such as Cannabis, Le Pacha and La Horse, where his music is close to pop psychedelia, but there are quite a few progressive elements with fancy orchestrations with violins and keyboards. I would not say that these films are something special, but it should be noted that Jean Gabin stars in both of them, who at that time was probably at the final phase of his career.
England, the country that gave birth to progressive rock, was saved for last. In this country, the most well-known bands in the field acted and thrived, and this also happened in cinema. In 1978, Polish-born director Jerzy Skolimowski shot the horror film The Shout in England, a strange and very special horror film, the music for which was written by two members of Genesis, Tony Banks and Michael Rutherford. In this horror film, the star, Alan Bates, known from the Greek film Zorba the Greek, experiments with sounds that are electronically played by two thirds of Genesis at that era. This music is definitely not the highlight of Bank’s and Rutherford’s career, but on the other hand it can not go unnoticed, as it is more electronic / ambient, but the film is one of the best examples of horror films of this decade in which Alan Bates kills his victims with his deafening voice.
Two years later, in 1980, an exemplary gangster film was shot in England, one of the best of its kind in my opinion, The Long Good Friday by John McKenzie, in which the music was written by the founding member of Curved Air, Francis Monkman. His music here is somewhat liberated from music genres. Monkman delivers a really very characteristic score whose basic melody literally sticks to mind, while Bob Hoskins, in his first steps, impersonates a Cockney mobster trying to upgrade London before the theoretically possible, upcoming Olympic Games.
To be continued…
Από τον Γιώργο Tσοποτό
Ανέκαθεν η μουσική ήταν αρραγώς συνδεδεμένη με τον κινηματογράφο, οπότε ήταν φυσικό κι επόμενο το κίνημα του progressive rock, που άνθισε και κορυφώθηκε τη δεκαετία του 1970, να εισχωρήσει και στα χωράφια της έβδομης τέχνης με αρκετά αξιόλογα έως θαυμαστά αποτελέσματα.
Δεν ήταν, λοιπόν, λίγες οι φορές που γνωστοί και μη σκηνοθέτες της εποχής εμπιστεύτηκαν τη μουσική επένδυση των ταινιών τους σε σχήματα που μεσουρανούσαν στο χώρο του μελωδικού σκληρού ήχου της συγκεκριμένης δεκαετίας.
Ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας συνεργασίας ήταν η αυτή των πρωτοπόρων για το krautrock Γερμανών Can με τον συμπατριώτη τους Roland Klick για την ταινία του τελευταίου, Deadlock. Το Deadlock είναι ένα σύγχρονο, αντισυμβατικό western thriller με πρωταγωνιστές τον Mario Adorf και τον Anthony Dawson, στο οποίο ένας άντρας τριγυρνάει με μια βαλίτσα στο χέρι γεμάτη λεφτά και όταν εντοπίζεται γίνεται “μήλον της έριδος” μέσα στην καυτή έρημο. Σε όλη την ταινία οι σκηνές συνοδεύονται από την εκπληκτική μουσική των Can.
Στη συνέχεια κι ενώ το σινεμά παρήγαγε, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική, καινούρια είδη, νέες τάσεις και πρωτοποριακές ιδέες, στην Ιταλία για παράδειγμα κάνει την εμφάνισή του για τα καλά ένα ρεύμα κινηματογραφικού τρόμου με ταινίες βασισμένες κυρίως σε pulp ιταλικά βιβλία μυστηρίου κι αγωνίας. Αποτέλεσμα φυσικά είναι η γέννηση του giallo. Ηγετική μορφή του είδους ήταν ο Dario Argento, ο οποίος ων ο ίδιος fan του rock της εποχής, ήθελε να αποτυπωθεί αυτό του το πάθος και στις κινηματογραφικές του δημιουργίες. Έτσι λοιπόν για την τρίτη του ταινία, το Four Flies on Grey Velvet, πλησίασε τους Deep Purple για τις ανάγκες του soundtrack, αλλά τελικά η συνεργασία δεν έγινε και τη μουσική ανέλαβε για άλλη μια φορά ο Ennio Morricone. Aν και αυτή η συνεργασία δεν προχώρησε, το progressive rock κυριάρχησε στις επόμενες ταινίες του Ιταλού maestro, καθώς το ιταλικό σχήμα Goblin ανέλαβε με τον καλύτερο τρόπο να στολίσει με τις πνιγηρές μελωδίες του τόσο το Deep Red (Profondo Rosso) όσο και το magnum opus του Argento, το εκπληκτικό Suspiria στο οποίο οι Ιταλοί progsters παραδίδουν σκοτεινές, απόκοσμες και με διάφορα όργανα παιγμένες συνθέσεις που ταιριάζουν απόλυτα με το μυστικιστικό ύφος της ταινίας.
Αμφότερες οι ταινίες είναι όπως προείπαμε ενταγμένες στο giallo και και είναι πραγματικά προοδευτικές, τόσο κινηματογραφικά, όσο και μουσικά. Τρόμος, ατμόσφαιρα και μουσική πηγαίνουν χέρι χέρι με πολύ πιο ακατέργαστο και σαφώς γοητευτικότερο τρόπο απ’ ό,τι συνέβαινε για παράδειγμα στα αμερικάνικα studios των εκατομμυρίων δολαρίων.
Κι επειδή η αγάπη του Argento για τη μουσική δεν μπορούσε να κρυφτεί, ο μέγας Keith Emerson των Emerson, Lake and Palmer ανέλαβε το soundtrack του Inferno, όπου συνδυάζεται το progressive rock με τη συμφωνική / πολυφωνική μουσική σε ένα περίεργο, αλλά πολύ θελκτικό στο αυτί αποτέλεσμα. Το Suspiria, το Inferno και το σχετικά πρόσφατο, αλλά πολύ μέτριο Mother of Tears του 2007 αποτελούν λόγω θεματολογίας μια τριλογία η οποία ονομάζεται “Three Mothers”.
Αυτά είναι τα πιο ενδεικτικά παραδείγματα προοδευτικής μουσικής από τη γειτονική Ιταλία αλλά δεν είναι τα μόνα. Λίγο πιο δίπλα, από γεωγραφικής άποψης, στη Γαλλία, η τεράστια αυτή μορφή που λέγεται Serge Gainsbourg, αν και σίγουρα δεν μπορεί να θεωρηθεί αμιγώς progressive rock καλλιτέχνης, παρέδωσε απίστευτη μουσική σε γαλλικά έργα της δεκαετίας του 1960 και του 1970, όπως το Cannabis, το Le Pacha και το La Horse όπου η μουσική του πιο πολύ ρέπει προς την pop ψυχεδέλεια, αλλά δεν είναι λίγα τα προοδευτικά ψήγματα με τις φαντεζί ενορχηστρώσεις με βιολιά και πλήκτρα. Οι συγκεκριμένες ταινίες δεν θα έλεγα ότι είναι κάτι το ιδιαίτερο, αν και στις δύο εξ αυτών πρωταγωνιστεί ο Jean Gabin, που τότε βρισκόταν μάλλον στη δύση της καριέρας του.
Άφησα, όπως παρατηρείτε, τελευταία τη χώρα που γέννησε το progressive rock, την Αγγλία, για να κάνω μια λίγο πιο εκτενή αναφορά. Στη χώρα αυτή κυριολεκτικά έδρασαν και μεγαλούργησαν τα πιο ηχηρά ονόματα του χώρου κι έτσι δεν θα μπορούσε αυτό να μην ευοδωθεί κινηματογραφικά. Το 1978 ο πολωνικής καταγωγής σκηνοθέτης Jerzy Skolimowski γυρίζει στην Αγγλία την ταινία τρόμου The Shout, ένα περίεργο και πολύ ιδιαίτερο horror film, τη μουσική του οποίου υπογράφουν δύο μέλη των Genesis, ο Tony Banks και ο Μichael Rutherford. Σε αυτό το film τρόμου, ο πρωταγωνιστής Alan Bates, γνωστός από το ελληνικό Zorba the Greek, πειραματίζεται με ήχους οι οποίοι είναι ηλεκτρονικά παιγμένοι από τα δύο τρίτα των Genesis τότε. Η μουσική αυτή σίγουρα δεν είναι η κορυφαία στιγμή αυτών των μουσικών, αλλά από την άλλη δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη, καθώς κινείται λίγο περισσότερο σε πιο ηλεκτρονικό / ambient ύφος, η ταινία όμως είναι ένα από τα καλύτερα δείγματα ταινίας τρόμου της δεκαετίας αυτής στην οποία ο Alan Bates σκοτώνει τα θύματά του με την εκκωφαντική φωνή του.
Δύο χρόνια αργότερα, το 1980, γυρίζεται στην Αγγλία ένα υποδειγματικό gangster film, από τα καλύτερα του είδους κατά τη γνώμη μου, το The Long Good Friday του John McKenzie, στο οποίο τη μουσική ανέλαβε το ιδρυτικό μέλος των Curved Air, Francis Monkman. Με κάπως πιο απελευθερωμένη από μουσικές ταμπέλες διάθεση, ο Μοnkman παραδίδει ένα πραγματικά πολύ χαρακτηριστικό score του οποίου η βασική μελωδία “καρφώνεται” κυριολεκτικά στο μυαλό, ενώ ο Βοb Hoskins, στα πρώτα του βήματα, υποδύεται έναν Cockney μαφιόζο που προσπαθεί να αναβαθμίσει το Λονδίνο εν όψει θεωρητικά πιθανών, επικείμενων Ολυμπιακών Αγώνων.
Θα αναρωτηθεί εύλογα κανείς, αν οι στιγμές στις οποίες συναντήθηκαν προοδευτική μουσική και κινηματογράφος είναι μόνο τόσες. Αυτόματα εντελώς απαντώ αρνητικά, καθώς έπεται και συνέχεια…
Κάντε το πρώτο σχόλιο