The Reticent – The Oubliette

Sorry, this entry is only available in Greek.

[Heaven and Hell Records, 2020]

Intro: Meletis Doulgergoglou

The Reticent from North Carolina, USA is a special case as it is the one-man band of the extremely talented and relatively little-known Chris Hathcock who does pretty much everything; he sings, he plays all instruments, and also does the production (he’s accompanied by session musicians in concerts). From 2008 to date, Chris Hathcock has made 4 albums. His releases are solitary journeys adorned with inner quests, the expression of the canvas of negative emotions, but also love. This progressive project caught the attention of many with the forerunner of The Oubliette, titled On the Eve of a Goodbye (2016). The next step that The Oubliette aspires to achieve is the establishment of Chris Hathcock in the closed club of diverse musicians, and as you will read below, he has good chances to achieve this.

[bandcamp width=100% height=120 album=1732459871 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]


 

A soul deposit for those who experience their personal nightmare

Usually you don’t start a review with the lyrical theme, but in this case it is important to emphasize that this is a concept album centered on a patient suffering from Alzheimer’s neurodegenerative disease. Although there’s a plethora of prog metal concept albums and usually I don’t expect much, in this case I must congratulate Hatchcock, because he dives into a delicate issue that is unknown to most people in terms of the severity and anxiety experienced by these patients. In addition to pleasing the ears, music must also stimulate the brain. The Oubliette achieves all these key points.

Initially, I was reminded of the masterpiece Operation: Mindcrime, due the narration of the protagonist’s story (Henry) and his situation in a hospital. The similarities, however, are only in the setting. Musically, it’s mainly progressive metal with rich instrumentation and the almost established now double vocals, clean and brutal. The brutal vocals represent the confusion and pain that Henry’s deteriorating brain experiences. As a pure nostalgic for the Opeth prog death era, I have to say that many parts are heavily influenced by Blackwater Park. The changes, the atmosphere and the riffs pay tribute to the Swedes. Fortunately, we hear a lot more than that here.

The compositions are extremely mature and multifaceted while the addition of saxophone, jazz aesthetics and some unconventional percussion sculpt the progressive character of this release. The effect of the modern trend is evident in the roughness that is employed mainly to convey Henry’s stress and experiences. But the most important thing in a record is to make you listen to it again and again, and discover what was originally missed. In this regard, The Oubliette succeeds masterfully. The narrative interludes (which are included in the compositions) allow you to relax but also prepare you for the next composition having assimilated the previous one. The listener’s emotions pulsate due to the fragile and the most aggressive and dark vocals which are both effective but not really impressive. Due attention has been paid to the unfolding of the story which is really sad and makes you feel compassion for the protagonist, something that proves the indisputable connection of the music with the concept and the consequent aesthetic effects. The compositions are long, averaging 9-10 minutes and technically, everything is perfectly played. Although it is ideal to hear all the pieces in a row as they are integral parts of the puzzle, I will personally single out Stage 5-The Nightmare which is the longest, the most aggressive and most epic, with riffs out of icy Scandinavian landscapes.

However, in my opinion the production is not ideal, and there are some repeated parts, but fortunately these are minor mistakes. The music is very interesting and although it is not innovative enough to be characterized as a masterpiece, it is the most pleasant surprise in 2020, characterized by what is missing in today’s prog metal: lyrical and musical depth, sincerity and freshness. I cannot judge if The Oubliette can be played live just as convincingly, but it can certainly be played many times through our speakers. In summary, although reticent is the one who has difficulty expressing his feelings, Hathcock was able to sensitize the listener through Henry’s gloomy journey, and give us a truly remarkable record.

8.5 / 10

Meletis Doulgergoglou

 

2nd opinion

 

What makes us human? What is it that keeps us in touch with the world and determines our view of it, if not the memory of the people we love and the memory of the good and bad moments of our lives? The fourth album of The Recitent is about the situation in which Alzheimer’s disease progresses in 7 progressively heavy stages (which are the songs on the album) to finally erasing the sufferer’s memory.

The band – that is, Chris Hathcock who takes over all the instruments – based on the influence of Opeth (their metal period) adds several elements to progressive metal, such as jazz, black metal, clean vocals that alternate with death metal vocals, employed in the narrative of a man, Henry, who becomes a victim of memory loss. An extremely dramatic narrative with him facing a world that he can no longer recognize.

The drama in is very emotional concept translates into extreme changes in sound reminding us of genius bands such as Maudlin of the Well. The album has a genuinely progressive spirit, not very original, but able to describe such a special and at the same time ordinary human condition. Musically promising and demanding, The Oubliette is a very good record of heavy progressive music.

8 / 10

Christos Minos

[Heaven and Hell Records, 2020]

Εισαγωγή: Μελέτης Δουλγκέρογλου

Οι The Reticent από τη Βόρεια Καρολίνα στις ΗΠΑ είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση καθότι πρόκειται για τον Reticent και συγκεκριμένα για τον εξαιρετικά ταλαντούχο και σχετικά άσημο Chris Hathcock, ο οποίος επιμελείται τα πάντα, από τη φωνή, τα οργανικά μέρη αλλά και την παραγωγή (στις ζωντανές εμφανίσεις τον πλαισιώνουν session μουσικοί). Έως σήμερα, ο Chris Hathcock έχει παράξει 4 LP από το 2008 έως και σήμερα. Οι κυκλοφορίες του είναι μοναχικά ταξίδια διανθισμένα με εσωτερικές αναζητήσεις, την έκφραση του αρνητικού καμβά των συναισθημάτων αλλά και την αγάπη. Πολλά μάτια στράφηκαν στο προοδευτικό αυτό project με τον προπομπό του The Oubliette, το On the Eve of a Goodbye (2016). Το επόμενο βήμα που το The Oubliette φιλοδοξεί να επιτύχει, είναι η εγκαθίδρυση του Chris Hathcock στο αναγνωρισμένο κλειστό club των πολυσχιδών μουσικών και όπως θα διαβάσετε παρακάτω, υπάρχουν σοβαροί λόγοι για αυτό.

[bandcamp width=100% height=120 album=1732459871 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]


 

Μια κατάθεση ψυχής για όσους βιώνουν τον προσωπικό τους εφιάλτη

Συνήθως δεν ξεκινάει μια κριτική με τη στιχουργική θεματολογία, αλλά εν προκειμένω είναι σημαντικό να τονισθεί πως πρόκειται για ένα concept album με βασικό άξονα έναν ασθενή που υποφέρει από τη νευροεκφυλιστική ασθένεια του Alzheimer. Παρότι το prog metal έχει λιμνάσει από την υπερπληθώρα concept albums και συνήθως ένα σαρδόνιο χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπο μου μόλις διαβάζω για concept, εν προκειμένω αξίζουν συγχαρητήρια στον Hatchcock, γιατί καταπιάνεται με ένα λεπτό ζήτημα που είναι και άγνωστο στην πλειοψηφία όσον αφορά στην δριμύτητα και την αγωνία που βιώνουν οι ασθενείς αυτοί. Η μουσική πέραν από την τέρψη των ώτων, οφείλει να ερεθίζει τον εγκέφαλο και ιδανικά να πληροφορεί. Tο The Oubliette επιτυγχάνει και τα τρία αυτά κομβικά σημεία.

Αρχικά, λόγω της συμμετοχής αφηγηματικών φωνών που εξιστορούν τον πρωταγωνιστή Henry και την συγκεχυμένη του αντίληψη εντός νοσοκομείου, θυμήθηκα το αριστουργηματικό Operation: Mindcrime. Οι ομοιότητες είναι όμως μόνο στο σκηνικό. Μουσικά, βρισκόμαστε κυρίως σε προοδευτικό metal με πλούσιες ενορχηστρώσεις και τα σχεδόν καθιερωμένα πλέον διπλά φωνητικά, καθαρά και brutal. Τα brutal υπηρετούν τον σκοπό της παρουσίασης της σύγχυσης και του πόνου που βιώνει ο επιδεινούμενος εγκέφαλος του Henry.  Ως νοσταλγός της prog death εποχής των Opeth, οφείλω να πω πως πολλά σημεία γεννήθηκαν στη σκέψη του Hathcock ακούγοντας με ευλάβεια το Blackwater Park. Η μετάβαση, η ατμόσφαιρα και τα riffs αποτίουν φόρο τιμής στους Σουηδούς. Ευτυχώς όμως, ακούμε πολλά περισσότερα στο The Oubliette.

Οι συνθέσεις είναι εξαιρετικά ώριμες και πολύπτυχες ενώ η προσθήκη σαξοφώνου, jazz αισθητικής και κάποιων μη συμβατικών κρουστών σμιλεύουν τον προοδευτικό χαρακτήρα της εν λόγω κυκλοφορίας. Η επίδραση της μοντέρνας τάσης γίνεται φανερή με την τραχύτητα που επιστρατεύεται κυρίως για να αποδώσει το άγχος και τα αντιπαλεύοντα βιώματα του Henry. Το πιο σημαντικό όμως σε μια κυκλοφορία είναι να σε ωθεί για περισσότερες ακροάσεις και την ανακάλυψη όσων παραλήφθηκαν αρχικά. Στο σκέλος αυτό, το The Oubliette τα καταφέρνει περίφημα. Τα αφηγηματικά ιντερλούδια (τα οποία περιλαμβάνονται στις συνθέσεις) επιτρέπουν την χαλάρωση αλλά και την προετοιμασία για την ακρόαση της επόμενης σύνθεσης έχοντας αφομοιώσει την προηγούμενη. Τα συναισθήματα του ακροατή πάλλονται από τα εύθραυστα ανά τόπους φωνητικά αλλά και τα πιο επιθετικά και σκοτεινά και παρεμπιπτόντως αμφότερα είναι αποτελεσματικά δίχως όμως να εντυπωσιάζουν. Δέουσα προσοχή έχει δοθεί στο ξετύλιγμα της ιστορίας η οποία πράγματι είναι θλιβερή, με αποτέλεσμα να νιώσω συμπόνοια για τον πρωταγωνιστή κάτι που αποδεικνύει την αδιαμφισβήτητη σύνδεση του μουσικού αυτού πονήματος με το θεματικό περιεχόμενο και τις συνεπακόλουθες αισθητικές επιδράσεις. Αναφερόμενοι στη δόμηση, οι συνθέσεις είναι μακροσκελείς, με μέσο όρο 9-10 λεπτά και τεχνικά μιλώντας, κατά τα ισχύοντα στο παρόν ιδίωμα, τα πάντα είναι άψογα παιγμένα. Μολονότι ιδανικό είναι να ακούγονται όλα τα κομμάτια μαζί καθότι αποτελούν αναπόσπαστα κομμάτια του παζλ, προσωπικά θα ξεχωρίσω τo Stage 5-The Nightmare που είναι τo μεγαλύτερo σε διάρκεια, τo πιο επιθετικό και επικό με riffs βγαλμένα από παγωμένα σκανδιναβικά τοπία.

Ωστόσο, η παραγωγή δεν είναι ιδανική κατά τη γνώμη μου, ενώ υπάρχουν και κάποια σημεία επαναλαμβανόμενα, αλλά αυτά αποτελούν ευτυχώς πταίσματα. Η μουσική είναι πολύ ενδιαφέρουσα και παρότι δεν καινοτομεί τόσο ώστε να χαρακτηρισθεί ως αριστούργημα, αποτελεί όμως την πιο εντυπωσιακή έκπληξη για φέτος και χαρακτηρίζεται από αυτά που λείπουν στο σημερινό prog metal,:στιχουργικό και μουσικό βάθος, ειλικρίνεια και φρεσκάδα. Δε μπορώ να κρίνω αν το The Oubliette μπορεί να αναπαραχθεί live εξίσου πειστικά, αλλά σίγουρα μπορεί να αναπαραχθεί πολλάκις στα ηχεία μας. Συνοψίζοντας, παρότι στην αγγλική reticent είναι αυτός που με δυσκολία εκφράζει τα συναισθήματα του, ο Hathcock μπόρεσε να ευαισθητοποιήσει τον ακροατή διαμέσου του ζοφερού ταξιδιού του Henry και να μας χαρίσει έναν πολύ αξιόλογο δίσκο.

8.5 / 10

Μελέτης Δουλγκέρογλου

 

2η γνώμη

 

Τι μας κάνει ανθρώπους; Τι είναι αυτό που μας κρατάει σε επαφή με το κόσμο και καθορίζει την άποψή μας για αυτόν, αν όχι η μνήμη των ανθρώπων που αγαπάμε και η ανάμνηση των καλών και άσχημων στιγμών της ζωή μας; Ο τέταρτος δίσκος των Τhe Recitent σχολιάζει την κατάσταση στην οποία η αρρώστια του Alzheimer επελαύνει σε 7 προοδευτικά σε βαρύτητα στάδια (όσα είναι και τα τραγούδια του δίσκου) για να αλώσει τον παθόντα από τη μνήμη του.

Η μπάντα – δηλαδή ο Chris Hathcock ο οποίος αναλαμβάνει όλα τα όργανα – με βάση την επιρροή των Opeth (της metal περιόδου) δίνει στο προοδευτικό του metal πολλά επιπλέον στοιχεία, όπως jazz, black metal, καθαρά φωνητικά που εναλλάσσονται με death που επιστρατεύονται στην αφήγηση ενός ανθρώπου, του Henry, που γίνεται έρμαιο της απώλειας της μνήμης. Μια αφήγηση εξόχως δραματική που οδηγεί νομοτελειακά στο να αντικρίζει ένα κόσμο που δεν μπορεί πλέον να αναγνωρίσει.

Πολύ φορτισμένο concept που η δραματικότητα του μεταφράζεται σε ακραίες μεταβολές του ήχου που ίσως παραπέμπουν σε ιδιοφυείς μπάντες όπως οι Maudlin of the Well. O δίσκος διαθέτει ένα γνήσιο προοδευτικό πνεύμα, όχι πολύ πρωτότυπο, ικανό όμως να περιγράψει μια τόσο ιδιαίτερη και συνάμα συνήθη ανθρώπινη κατάσταση. Ελπιδοφόρο μουσικά και απαιτητικό, το The Oubliette είναι ένας πολύ καλός φετινός δίσκος σκληρής προοδευτικής μουσικής.

8 / 10

Χρήστος Μήνος