[Taklit Music, 2015]
Εισαγωγή: Χρήστος Μήνος
26 / 01 / 2015
Οι Subterranean Masquerade αυτοπαρουσιάστηκαν ως ξεχωριστή περίπτωση συγκροτήματος και η αλήθεια είναι πως αυτό δεν απέχει πολύ από τη πραγματικότητα. Με διακηρυγμένο όραμα του Ισραηλινού ιδρυτή και κύριου συνθέτη της μπάντας Tomer Pink την απόλυτη καλλιτεχνική ελευθερία η οποία θα του επέτρεπε να δημιουργήσει μουσική που θα υπερπηδούσε τις τυπικές οριοθετήσεις τoυ metal η μπάντα είχε θέσει από συστάσεώς της ένα πολύ υψηλό στόχο.
Το πρώτο τους ημιακουστικό ΕP “Temporary Psychotic State” του 2004 δημιουργούσε προσδοκίες παράλληλα η διασκευή στους Dead Can Dance για το δίσκο διασκευών προς τιμήν τους για λογαριασμό της ελληνικής εταιρίας Black Lotus αποκάλυπτε το εύρος των επιρροών τους. Η πρώτη τους ολοκληρωμένη δουλειά που κυκλοφόρησε ένα χρόνο αργότερα το 2005, το “Suspended Animation Dreams” ήταν μια μικρή αποκάλυψη που επικύρωνε τις μεγαλόπνοες προθέσεις τους. Δεν ξέρω αν πρόκειται για έναν «από τους εκλεπτυσμένους δίσκους στην ιστορία του metal» όπως οι ίδιοι φιλάρεσκα δηλώνουν στην ιστοσελίδα τους. Το σίγουρο είναι πως πρόκειται για ένα εξαιρετικό δείγμα avant-garde μουσικής που αφομοιώνει ένα πλήθος ετεροειδών επιρροών παρουσιάζοντας την μπάντα να κινείται με μαεστρία από τις ανατολίτικες κλίμακες στη jazz, από το metal στην ψυχεδέλεια ακολουθώντας το δημιουργικό σφυγμό των σύγχρονων ομότεχνών της όπως οι Arcturus, οι Winds, οι Μaudlin Οf Τhe Well, οι Οpharned Land και άλλων επιφανών εκπροσώπων του ανανεωτικού metal. Ένας αξιομνημόνευτος δίσκος χωρίς αμφιβολία.
Η μπάντα μετά τη κυκλοφορία του δίσκου θα αποσυρθεί εν μέσω διθυραμβικών κριτικών για αρκετά χρόνια από το μουσικό προσκήνιο.Το 2013 θα επανέλθει με τη κυκλοφορία του EP “Home” και φέτος στη συμπλήρωση των 10 χρόνων από την πρώτη τους κυκλοφορία, οι Subterranean Masquerade επανέρχονται με νέο δίσκο, το “The Great Bazaar”.
Ανεκπλήρωτες ανατολίτικες ελπίδες Στην προοδευτική μουσική πολλές φορές διάφορα ιδιώματα μπλέκονται μεταξύ τους και δη ethnic στοιχεία συνδυάζονται με προοδευτικές δομές. Οι Subterranean Masquerade αποτελούν τέτοια περίπτωση με τη μίξη των ανατολίτικων μουσικών στοιχείων με το προοδευτικό rock και metal. Όντας φίλος αυτού του κράματος δε θα μπορούσε να μου ανατεθεί καλύτερη αποστολή από την ακρόαση του “The Great Bazaar”. Το επταμελές πολυεθνικό συγκρότημα μας παρέδωσε ένα δίσκο που αποτελείται από 7 συνθέσεις, εκ των οποίων η μία (το “Nigen”) είναι ορχηστρική και η συνολική διάρκεια του εγχειρήματος ανέρχεται στα 38 λεπτά, διάρκεια μάλλον μικρή για προοδευτική μουσική. Ευτυχώς όμως το περιεχόμενο έχει τις καλές στιγμές του και δεν είναι σαν το εξώφυλλο του δίκου, δηλαδή τραγικό. Αυτό που θα ακούσετε εδώ είναι κυρίως προοδευτικό rock/metal με τις ολοφάνερες ανατολίτικες προσμίξεις και συνδυασμό καθαρών και brutal φωνητικών με τα τελευταία όμως να μην είναι πάντα ταιριαστά με την υπόλοιπη μουσική. Το καλωσόρισμα γίνεται με το “Early Morning Mantra” το οποίο δίνει ξεκάθαρη αντίληψη της φύσης του συγκροτήματος. Το πρώτο λεπτό είναι σαν να έχεις βάλει κάποιον Ισραηλίτικο δίσκο με λίγο σκληρότερο ήχο, ενώ στη συνέχεια ακούμε τα καλά παραδόξως καθαρά φωνητικά, τα κρουστά και τα πλήκτρα με τον εξωτικό αέρα τους, κάποια σημεία με brutal φωνητικά, και τις μεταλλικές κιθάρες να χτίζουν το κομμάτι. Ακούμε επίσης ήχους πνευστών και πιάνου που συνεισφέρουν σε μια προοδευτική rock ατμόσφαιρα. Στη συνέχεια θα έλεγα πως η πολυπλοκότητα υπολείπεται έναντι πιο μελωδικών και στην τελική μάλλον εύπεπτων για τα δεδομένα του συγκροτήματος συνθέσεων. Το “Reliving The Feeling” είναι ένα τέτοιο παράδειγμα στο οποίο τα brutal φωνητικά κρίνονται ως αχρείαστα, το “Tour Diary” εμφανίζει μια μικρή βελτίωση λόγω του βιολιού που ακούμε (μάλλον από τα πλήκτρα), της εναλλαγής ηλεκτρικών κιθάρων και ακουστικών και λόγω της πολύ καλής φωνητικής ερμηνείας του, αλλά αισθάνεσαι και πάλι πως κάτι λείπει, ενώ το “Blanket Of Longing” μάλλον θα ξεχαστεί και αυτό εύκολα.Στο ενδιάμεσο, το instrumental “Nigen” με οδηγό τα ανατολίτικα στοιχεία θα μπορούσε μεν εύκολα να ακουστεί ως ένα σύγχρονο τσιφτετέλι σε κάποια σημεία του αλλά είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες συνθέσεις του δίσκου. Ευτυχώς το “Specter” με το μυστηριακό χαρακτήρα του και τα φολκλόρ στοιχεία του επαναφέρει το δίσκο στα καλά του επίπεδα και η διφωνία συνδυάζεται σωστά, ενώ τα drums παραδίδουν μαθήματα ορθού παιξίματος, ακροβατώντας από το metal, στο rock, το ethnic και τούμπαλιν. Για το τέλος μας κράτησαν την πιο πολυσύνθετη δημιουργία τους, το “Father and Son”. Ένα ποιοτικό τραγούδι που συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία των Subterranean Masquerade. Ατμόσφαιρα, πλήκτρα, brutal φωνή, τεχνική, αλλαγή ρυθμού, τους «μιναρέδες» τους, τα πολύ καλά κρουστά τους και φυσικά το φόρο τιμής στο prog rock. Η διαφορά είναι πως όλα εδώ γίνονται πιο τεχνικά και πιο δυναμικά και επιτέλους απελευθερώνουν τις δυνατότητές τους, αγγίζοντας τα εννέα λεπτά χωρίς να βαριέσαι στιγμή. Επί συνόλω, αν είστε φίλοι του συγκερασμού του metal/rock με τα ανατολίτικα στοιχεία θα σας αρέσει το “The Great Bazaar” γιατί είναι αρκετά πιασάρικο, έχει ωραίες ιδέες και καλή εκτέλεση. Αυτό όμως είναι και το αδύναμο χαρτί, δηλαδή ότι εμμένει στις πιασάρικες φόρμες του χωρίς να προσεγγίζει την ποιότητα των Orphaned Land ή την πιο προοδευτική προσέγγιση των Myrath. Επιπροσθέτως, η διάρκεια του δίσκου είναι μικρή και φαίνεται σαν να κράτησαν δυνάμεις οι μουσικοί οι οποίοι στις άλλες μπάντες τους (Green Carnation, Orphaned Land) έχουν δώσει πολύ ποιοτικές δουλειές.
6.5 / 10 Μελέτης Δουλγκέρογλου | Aυθεντικό δείγμα καλής μουσικής Δέκα χρόνια μετά την κυκλοφορία του πρώτου τους δίσκου, οι Subterranean Masquerade επανακάμπτουν με ανανεωμένη, πολυεθνική σύνθεση και με σαφώς φιλόδοξη διάθεση να επανέλθουν αξιοπρεπώς στα μουσικά δρώμενα. Δίπλα στον ακρογωνιαίο λίθο της μπάντας, Tomer Pink, προστίθενται ο drummer των Orphaned Land, Matan Shmuely, και οι συμπατριώτες του, Golan Farhi στο μπάσο και οι Οr Shalev και Shai Yallin στην κιθάρα και στα πλήκτρα αντίστοιχα. Καινούργια επίσης προσθήκη είναι ο Νορβηγός Kjetil Nordhus των Green Carnation και Tristania ο οποίος συνυπάρχει στα φωνητικά με τον Aμερικανό Paul Kuhr (November’s Doom) και εκ των ιδρυτικών μελών της μπάντας. Η μουσική των Subterranean Masquerade είναι ένα προνομιακό πεδίο συνάντησης διαφορετικών μουσικών ειδών: jazz, metal, 70s rock, ορχηστρική και ανατολίτικη μουσική ενώνονται με απρόβλεπτο τρόπο, καταρρίπτoντας τα όποια κατάλοιπα συμβάσεων και περιορισμών που υπάρχουν πλέον στη μουσική. Όπως και στον πρώτο τους δίσκο, είναι πρόδηλη η ικανότητα της μπάντας να κινείται σε αχαρτογράφητα νερά επιχειρώντας ευφάνταστες μουσικές συζεύξεις, μόνο που αυτή τη φορά το αποτέλεσμα είναι πιο άμεσα προσβάσιμο και λιγότερο avant-garde. Ο δίσκος ανοίγει με ανατολίτικες κλίμακες στο “Early morning Mantra” το οποίο μετά από λίγο θυμίζει Opeth και Septic Flesh στα ακραία φωνητικά (και καθόλη τη διάρκεια του δίσκου) που εναλλάσσονται με καθαρή φωνή για να καταλήξει σε ethnic… Το “Reliving The Feeling” ακούμε μελωδικό prog με συνοδεία ορχηστικής μουσικής στο ρεφραίν και Sceptic Flesh στα δυνατά σημεία αναμφίβολα το πιο δυναμικό κομμάτι του δίσκου. Βασισμένο στην ορχηστρική μουσική, το επόμενο “Τour Diary” με ένα ωραίοτατο ηλεκτρικό σόλο. Jazzy με ethnic πινελιές το όμορφο “Nigen” το όποιο οδηγεί στο αγαπημένο μου κομμάτι, το “Βlanket Of Longing” το οποίο αρχίζει ορχηστρικά θυμίζοντας Μaudlin Οf Τhe Well (και λίγο Χατζηδάκι…) έχοντας ένα λανθάνον 80s στοιχείο στις φωνητικές μελωδίες των καθαρών φωνητικών. Δυναμικά αρχίζει το “Specter” -σαν να ακούω Therion εμβαπτισμένους σε ανατολίτικες κλίμακες- και ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στην πολύ καλή κιθάρα από τη μέση και μετά του τραγουδιού το οποίο κλείνει πάλι με ανατολίτικους ρυθμούς που θυμίζουν Orphaned Land. Μάλιστα, ο Kobi Farjhi, τραγουδιστής των Orphaned Land, συμμετέχει στο επόμενο και τελευταίο κομμάτι “Father And Son” που είναι το μεγαλύτερο σε διάρκεια του δίσκου. Μια μίξη 70S prog rock και death metal στα πρότυπα των Οpeth αρκετά αξιόλογη, με μοναδική παραφωνία τα ακραία φωνητικά που σε σημεία ακούγονται παράταιρα. Οι Subterranean Masquerade δείχνουν το απαιτούμενο σθένος που χρειάζεται μια μπάντα για να επανέλθει μετά από μια παρατεταμένη απουσία και μας προσφέρουν έναν καλό δίσκο, άξιο συνεχιστή του προγενέστερου έργου τους. Δέκα χρόνια μετά τον πρώτο τους δίσκο η μουσική τους παραμένει ανανεωτική, γιατί αφενός μιλάμε για καλούς μουσικούς και αφετέρου η κάμψη του προοδευτικού metal γίνεται απροκάλυπτα ορατή με δίσκους σαν το “The Great Bazaar” που παρά τις όποιες αδυναμίες του (συμπεριλαμβανομένης μεταξύ αυτών της μικρής του διάρκειας) είναι ένα αυθεντικό δείγμα καλής μουσικής.
8 / 10 Χρήστος Μήνος |
Be the first to comment