[Self Released, 2015]
Εισαγωγή: Νίκος Φιλιππαίος
09 / 10 / 2015
Αναμφισβήτητα, η χώρα μας αποτελεί έναν από τους προμαχώνες του post-rock. Οι φανατικοί φίλοι του από τον χώρο της ροκ μουσικής και όχι μόνο είναι πολυάριθμοι, ενώ τα πιο σημαντικά ονόματα του είδους έχουν επισκεφτεί πάνω από μία φορά της εγχώριες μουσικές σκηνές. Παράλληλα, τα ελληνικά post-rocκ συγκροτήματα φτάνουν σε έναν σεβαστό αριθμό, κάποια από τα οποία μας έχουν κατά καιρό απασχολήσει με σοβαρές και ποιοτικές δουλειές. Ανάμεσα σε αυτά, πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν οι adolf plays the jazz, μια κολεκτίβα μουσικών και καλλιτεχνών, οι οποίοι δραστηριοποιούνται από το 2002. Από το 2005 και την κυκλοφορία του πρώτου τους EP “Cognac or Brandy” ως σήμερα, η αθηναϊκή μπάντα έχει παρουσιάσει πέντε ολοκληρωμένα άλμπουμ και κάμποσα EPs. Σε αυτές τις δουλειές διακρίνεται η προσπάθεια των adolf plays the jazz να δημιουργήσουν προχωρημένο και ενδιαφέρον post-rock, το οποίο αντλεί στοιχεία από το progressive rock, το ambient, το folk και την ευρύτερη πειραματική μουσική. Μάλιστα, από κυκλοφορία σε κυκλοφορία, το όραμα τους εξελίσσεται και συγκροτείται ολοένα πιο ολοκληρωμένα. Είναι, λοιπόν, επόμενο το τελευταίο τους άλμπουμ, με τίτλο “Tinder”, να αποτελεί το πιο ώριμό τους ως σήμερα.
[bandcamp width=550 height=120 album=393650144 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]
How to play the post-rock Στα δέκα τελευταία χρόνια που βρίσκονται στο δισκογραφικό προσκήνιο οι adolf plays the jazz, αποτελούν αδιαμφισβήτητα μια από τις πιο σοβαρές εγχώριες προτάσεις πάνω στον post-rock ήχο. Παρόλα αυτά οι τέσσερις full-length δίσκοι που είχαν κυκλοφορήσει έως τώρα, αν και κάτι παραπάνω από αξιόλογοι, δεν τους τοποθετούσαν στον παγκόσμιο χάρτη του είδους. ενός είδους που τα τελευταία χρόνια μοιάζει, με ελάχιστες εξαιρέσεις, να έχει τελματώσει. Με το φετινό “Tinder” οι Adolf επιμένουν στο ύφος των προηγούμενων κυκλοφοριών τους. Παρόλα αυτά ανεβαίνουν τουλάχιστον ένα επίπεδο και μας παρουσιάζουν τον καλύτερo δίσκο τους μέχρι σήμερα. Η μεγαλύτερη τους κατάκτηση είναι ότι το καταφέρνουν χωρίς να πέφτουν στις παγίδες που ταλανίζουν το post-rock στις μέρες μας. Από το εναρκτήριο “Woven Cloud” γίνεται σαφές το επίπεδο στο οποίο θα κινηθεί ο δίσκος. Μια σύνθεση που πραγματώνει τέλεια το διαβόητο post-rock «χτίσιμο». Το σαξόφωνο επιπλέει πάνω σε ένα τοίχο ήχων, ενώ το κομμάτι εντείνεται βαθμωτά με ένα διάλειμμα στην μέση του. Ο mid-tempo χαρακτήρας δεν διατηρείται όμως σε όλη τη διάρκεια του album. Το “Tendency Τo Fall” ξεκινά φουριόζικο πριν βουτήξει στο ανατριχιαστικό του τελείωμα, όντας μάλλον το καλύτερο Adolf κομμάτι μέχρι σήμερα. Την ίδια ποικιλία συναντούμε και στα μικρότερα κομμάτια, τα οποία προσφέρουν και στην καλύτερη ροή του δίσκου. Το “Collapse” ρίχνει ιδανικά την αυλαία και παρά τα 26 λεπτά του δεν κουράζει καθόλου τον ακροατή. Ακόμα και το ήσυχο πεντάλεπτο στο τέλος έχει λόγο ύπαρξης, αποσυμπιέζοντας την ένταση. Ένα από τα μεγάλα συν του δίσκου είναι η ατμόσφαιρά του (το ότι αυτή η λέξη έχει χρησιμοποιηθεί πολλάκις για να καλύψει μουσικές μετριότητες είναι μια άλλη συζήτηση). Το σαξόφωνο καταφέρνει να δώσει αυτό το noir feeling που είχε η μπάντα ως πρόθεση εδώ, δικαιολογώντας απόλυτα τη χρήση sample από το αριστουργηματικό “The Tenant” του Roman Polanski. Η χρήση των samples είναι κάτι παραπάνω από πετυχημένη, αφού η μπάντα είναι ικανή να τα κάνει κομμάτι των συνθέσεων. Ένα ακόμη βασικό χαρακτηριστικό της ατμόσφαιρας του δίσκου είναι το «θολό» μουσικό υπόστρωμα που δημιουργεί η χρήση των ηλεκτρονικών, αλλά και η κιθάρα. Η παραγωγή συνηγορεί προς αυτή τη θολούρα και παρόλο που θα μπορούσε να είναι λίγο καλύτερη, ταιριάζει γάντι στο τελικό αποτέλεσμα. Αυτό το φλερτάρισμα με τις παρυφές του noise rock, χωρίς όμως να το αγκαλιάζει, καταδεικνύει το ταλέντο αλλά και την μουσική γνώση της μπάντας. Μπορεί η βάση του ήχου τους να είναι το post-rock της Godspeed You! Black Emperor σχολής, αλλά πάνω του συνάπτουν επιδέξια και άλλες επιρροές, με βασικό σκοπό την εξυπηρέτηση της σύνθεσης και του ήχου. Οι adolf plays the jazz κατάφεραν με το “Tinder” να κάνουν την υπέρβαση κυκλοφορώντας πιθανότατα τον καλύτερο ελληνικό post-rock δίσκο ever και έναν από τους καλύτερους της τελευταίας πενταετίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
8.5 / 10 Κώστας Μπάρμπας | Ένα soundtrack για την κρίση Ο τίτλος του πέμπτου και πιο πρόσφατου άλμπουμ των adolf plays the jazz είναι ενδεικτικός ενός θεμελιώδους χαρακτηριστικού αυτής της δουλειάς: οι Έλληνες post-rockers φιλοδοξούν ν’ ανάψουν το φιτίλι (tinder), να δώσουν δηλαδή το έναυσμα για σοβαρή σκέψη και έντονο συναίσθημα. Επομένως, η προειδοποίηση που διαβάζουμε στην περιγραφή της μπάντας, ότι «οι adolf plays the jazz δεν σχετίζονται με την πολιτική», μόνο ως παραπλανητική μπορεί να εκληφθεί, ειδικά αν λογαριάσουμε ως πολιτική, όχι μόνο όσα διαδραματίζονται μέσα σε ένα κοινοβούλιο, αλλά τις μεταξύ μας σχέσεις, οικονομικές, επαγγελματικές, ακόμα και προσωπικές. Μπορούμε να πούμε ότι το αργόσυρτο και υπόγειο post-rock του “Tinder” αποτελεί μια ηχητική καταγραφή της ψυχολογίας μιας κρίσης, η οποία ξεκίνησε ως οικονομική και κατέληξε κοινωνική, αξιακή και ηθική. Οι adolf plays the jazz εκφράζουν όχι μόνο τον φόβο και την αμφιβολία αυτής της δύσκολης περιόδου, αλλά και τις στιγμές ελπίδας και θάρρους. Το μουσικό τους ύφος, έχοντας διαμορφωθεί εδώ και 15 περίπου χρόνια, είναι αρκετά προσωπικό. Χωρίς αμφιβολία η μουσική τους εντάσσεται στο post-rock, με βασικές επιρροές από τους Godspeed You Black Emperor! και τους Mogwai, από δύο δηλαδή μεγαθήρια του ιδιώματος, που συχνότατα δίνουν στην τέχνη τους μία πολιτική διάσταση. Έτσι, στο “Tinder” κυριαρχούν οι λαβυρινθικές μελωδίες, οι αργόσυρτοι ρυθμοί και τα δραματικά κιθαριστικά κρεσέντο. Επίσης, τα πυκνά εφέ, κυρίως το reverb, μπλέκονται με samples από ταινίες του Roman Polanski και του Terry Gilliam. Ωστόσο, το post-rock των adolf plays the jazz εμπλουτίζεται και από στοιχεία dark ambient, space/progressive rock, ακόμα και jazz, όπως άλλωστε φανερώνει και σουρεαλιστικό τους όνομα. Κατ’ αναλογία, η ενορχήστρωση εμπλουτίζεται από σαξόφωνο, όπως στη σύνθεση “Natural Born Maniac”, ακόμα και βιολί, όπως στο κομμάτι “Panic”, έτσι οι ανάσες πολύχρωμων μελωδιών ελαφραίνουν μια ατμόσφαιρα κατά βάση βαριά και μουντή. Αλλά, σε αυτή την απόπειρα απόδοσης μιας τέτοιας ατμόσφαιρας εντοπίζονται τα μειονεκτήματα του “Tinder”. Οι adolf plays the jazz προσπαθώντας να αιχμαλωτίσουν στον ακροατή σε έναν συναισθηματικό κόσμο μοναξιάς και οργής, δύσκολης ελπίδας και ανάτασης, κάποιες φορές χάνουν την ουσία. Στο δωδεκάλεπτο “Tendency To Fall” αυτή η αντίφαση είναι εμφανής: η αρχικά πρωτότυπη “jazzy post-rock” προσέγγιση σταδιακά αναλώνεται σε κουραστικά μοτίβα. Ακόμα περισσότερο, τα 26 λεπτά του καταληκτικού “Collapse”, βρίθουν περιττών στοιχείων και επαναλήψεων, αποκαλύπτοντας μια μπάντα δυσκίνητη και τελικά αμήχανη. Συνεπώς, το ζητούμενο για τους adolf plays the jazz είναι η μεγαλύτερη προσοχή στη δομή και στην ανάπτυξη των συνθέσεων, καθώς κατά τ’ άλλα έχουν όλα τα φόντα ώστε να καταθέσουν μία σοβαρή post-rock πρόταση, ακόμα περισσότερο μία ανοιχτόμυαλη τέχνη με πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνιστώσες: φαντασία, πολυσυλλεκτικότητα επιρροών και ωραίες αναφορές στον κινηματογράφο και τη λογοτεχνία. Στο κομμάτι “Words” μπορούμε να πούμε πως καταφέρνουν μια τέτοια σύνθεση στοιχείων, όπου η ταυτόχρονα οργισμένη και αφαιρετική ροκ μουσική αποτελεί το soundtrack ενός ποιήματος που θα χαρακτηρίζαμε ως και συγκλονιστικό.
7.5 / 10 Νίκος Φιλιππαίος |
Be the first to comment