Ciccada – The Finest Of Miracles

 [AltrOck, 2015]

Ciccada - The Finest Of Miracles

Εισαγωγή: Π. Γραβουνιώτης & Δ. Καλτσάς
13 / 03 / 2015

Το να πει κάποιος πως η Ελλάδα είχε ανέκαθεν μια πολύ δυνατή σκηνή στον progressive rock χώρο θα είναι μια μεγάλη υπερβολή. Όχι βέβαια ότι δεν υπήρξαν σπουδαίες μπάντες, όπως οι Aphrodite’s Child και (με την ευρύτερη έννοια) οι Socrates Drank The Conium που έλαβαν (και ακόμα λαμβάνουν) τον παγκόσμιο σεβασμό, αλλά και σχήματα όπως οι Ακρίτας, οι Πελόμα Μποκιού, οι Axis και μερικοί ακόμα που μας προσέφεραν εξαιρετικούς δίσκους. Βέβαια, στη δεκαετία του ‘80 υπήρξε η γνωστή παρακμή του είδους, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παγκοσμίως, ενώ στα 90s το σημαντικότερο ίσως σχήμα που εμφανίστηκε δισκογραφικά ήταν οι Will-O-The Wisp. Από ‘κει και πέρα άνθηση υπήρξε μόνο στο prog metal, ενώ στον παραδοσιακό prog rock ήχο η παραγωγικότητα ήταν μηδαμινή. Με αυτά ως δεδομένα, δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πώς το ντεμπούτο “A Child In The Mirror” των Αθηναίων Ciccada το 2010 ταρακούνησε τα εγχώρια νερά και εντυπωσίασε με το υψηλότατο συνθετικά και εκτελεστικά επίπεδο του, όντας πλούσιο σε ιδέες και πειστικό ως προς την vintage αισθητική του.

Όσο κι αν τελευταία στην Ελλάδα εμφανίζονται πολλά νέα συγκροτήματα με ηχητικές κατευθύνσεις που είναι εντυπωσιακά εξειδικευμένες και καθόλου εμπορικά συμβατικές, ακόμα και μόλις πριν λίγα χρόνια η εικόνα δεν ήταν καθόλου παρόμοια. Ο «σκληροπυρηνικός» progressive rock χαρακτήρας του ντεμπούτου των Ciccada (απόντος μάλιστα του ευρέως αποδεκτού ψυχεδελικού στοιχείου) ήταν εντυπωσιακός για τα ελληνικά δεδομένα και η αποδοχή του album κυρίως εκτός συνόρων ήταν θερμότατη.

Ο δημιουργικός πυρήνας των Ciccada, με τον πολυοργανίστα Νίκο Νικολόπουλο (φλάουτο, πλήκτρα, σαξόφωνο) και τον Γιώργο Μούχο (ηλεκτρική & ακουστική κιθάρα) και φυσικά την Ευαγγελία Κοζώνη (φωνητικά) είναι και πάλι εδώ, ενώ η θέση πίσω από τα drums ανήκει πλέον στον Γιάννη Ηλιάκη (Strovili), ο οποίος επιμελήθηκε και το υπέροχο εξώφυλλο του “The Finest Of Miracles”, το οποίο κυκλοφόρησε από την AltrOck, που είναι παραγωγικότατη στο χώρο του ποιοτικού και underground prog. Ο πήχης για τους Ciccada είναι (και θα είναι) ψηλά, κυρίως γιατί οι ίδιοι έχουν απ’ ό,τι φαίνεται μία μοναδική ικανότητα να τον υπερβαίνουν κάθε φορά.

[bandcamp width=550 height=120 album=876429808 size=large bgcol=ffffff linkcol=0687f5 tracklist=false artwork=small]   


 

The finest of their two fine miracles

Ήδη από το τέλος της ακρόασης  του πρώτου album των πατριωτών Ciccada περιμέναμε το διάδοχο του “A Child In The Mirror”. H αλήθεια είναι ότι το ντεμπούτο τους μου είχε κάνει εξαιρετική εντύπωση καθώς χωρίς να ανακαλύπτουν τον τροχό, το συγκρότημα αξιοποιούσε με πολύ εμπνευσμένο τρόπο τις επιρροές του.

Ακολούθως, κάπως έτσι κινούνται τα πράγματα κι εδώ με τα βιολιά, τα φλάουτα, τα moog organs κι όλα αυτά τα λατρεμένα 70’s  μουσικά τερτίπια που τόσο έχουμε αγαπήσει να κατέχουν εξέχοντα ρόλο στο “The Finest Of Miracles”. Στο εναρκτήριο ορχηστρικό κομμάτι του album με τίτλο “A Night Ride” μεταφέρθηκα αυτομάτως (θέλοντας και μη) στο prog των 70s με τις χαρακτηριστικές μελωδίες του βιολιού και των λοιπών οργάνων  να ανοίγουν το χορό και τον χώρο για ένα αξιοπρεπέστατο, αξιολογότατο και εξαιρετικά καλοπαιγμένο 70’s prog tribute πανηγύρι.

Πιο συγκεκριμένα στο album είναι σαφέστατα διάχυτη μια retro ατμόσφαιρα που προσωπικά την αποζητώ κιόλας, για να είμαι ειλικρινής, μια και η μπάντα έχει αποφασίσει από το πρώτο τους κιόλας δισκογραφικό βήμα να αποτίσουν φόρο τιμής στις μπάντες με τις οποίες μεγάλωσαν, μπάντες οι οποίες τους σημάδεψαν και είναι προφανέστατο.

Έτσι λοιπόν οι φίλοι των Genesis, Jethro Tull, Gentle Giant, Camel, Renaissance, Gryphon και λοιπών τεράτων του progressive rock της δεκαετίας -κατά την οποία σύμφωνα με το γράφοντα παίχτηκαν τα πάντα- μπορείτε να σπεύσετε άφοβα και να αφεθείτε στα πολύ εναρμονισμένα με τη μουσική φωνητικά της τραγουδίστριας Ευαγγελίας Κοζώνη, αλλά και στην πολύ φροντισμένη μουσική που έχει συνθέσει με μεγάλη μαεστρία κυρίως το δίδυμο Γιώργου Μούχου και Νίκου Νικολόπουλου.

Αν με ρωτάτε αναφορικά με τις δυνατές στιγμές του δίσκου, κατ’αρχήν απαντάω ότι δεν υπάρχουν αδύναμες. Άρα, σε ένα άξια ισορροπημένο δίσκο χωρίς fillers με δυσκολία μπορεί κανείς να απονείμει το χρυσό μετάλλειο σε ένα και μόνο κομμάτι. Αν όμως πρέπει να το κάνω, τότε θα επέλεγα το “A Night Ride” και το “Wandering”, χωρίς όμως, επαναλαμβάνω, να υπάρχει καμία αδύναμη μουσική στιγμή στο δίσκο. Και φυσικά να μην ξεχάσω το ελληνόφωνο “Αs Fall The Leaves” που πιστεύω ότι, αν το είχε βγάλει αυτό το κομμάτι μια πιο γνωστή μπάντα, πολλοί αδαείς θα το ονόμαζαν «έντεχνο». Αυτό το αναφέρω για να τονίσω ότι πολλά έντεχνα κομμάτια έχουν και progressive rock στοιχεία, αλλά κανείς δεν το έχει πάρει χαμπάρι και χρησιμοποιούνται εντελώς άστοχα ταμπέλες που το μόνο που εξυπηρετούν είναι μια απαρχαιωμένη λογική του στυλ «εμείς οι από ΄δω κι εσείς οι από ‘κει».

Mε παραγωγή καλύτερη από το πρώτο album, με σαφώς πιο προσεγμένο ύφος και με συμμετοχές από τον Johan Brand, μπασίστα των Änglagård, αλλά και άλλων αξιόλογων πρώην μελών του σχήματος, το “The Finest Of Miracles” στέκεται στο ύψος του ντεμπούτου. Συνεπώς, η ετυμηγορία μου είναι…

 

8 / 10

Γιώργος Τσοποτός

 

Somewhere back in time

Πέντε ολόκληρα χρόνια πέρασαν από το πρώτο album των Ciccada, “A Child In The Mirror”, μέχρι να φτάσουμε στον φετινό, δεύτερο δίσκο τους με τίτλο “The Finest Of Miracles” και οι προσδοκίες που δημιουργήθηκαν από το ντεμπούτο τους να είναι υψηλές. Κατ’αρχάς διαπιστώνουμε μια μικρή αλλαγή στο line-up των Ciccada εκτός από την ραχοκοκκαλιά τους που είναι ο Νίκος Νικολόπουλος στα πλήκτρα, φλάουτο και σαξόφωνο, η Ευαγγελία Κοζώνη στα φωνητικά και ο Γιώργος Μούχος στις κιθάρες, με τον Γιάννη Ηλιάκη ως νέο μέλος να αναλαμβάνει τα drums και τους πρώην μπασίστες τους Όμηρο Κομνηνό και Γιώργο Λαμπάδη καθώς και την Λυδία Μπουντούνη στο βιολί να βοηθούν σημαντικά ως guests.

Η μπάντα συνεχίζει ηχητικά να κινείται στα γνωστά βρετανικά της πρότυπα με τη μελωδία και την ατμόσφαιρα να είναι οι δυο βασικοί της άξονες. Θα λέγαμε ότι η μίξη του symphonic prog των Genesis, Camel,  Curved Air και Renaissance με το prog folk των Jethro Tull, Gryphon και Spyrogyra βρίσκει τον τέλειο εκφραστή της. Στα εναρκτήριa “A Night Ride” και “Eternal” (όπου συμμετέχουν στο μπάσο οι Γιώργος Λαμπάδης και Johan Brand των Änglagård αντίστοιχα) περικλείεται όλη η μουσική ταυτότητα των Ciccada. Συμφωνική ατμόσφαιρα, folk μελωδίες και πολύπλοκες δομές συνυπάρχουν και δένουν αρμονικά. Το βασικό συνθετικό δίδυμο των Νικολόπουλου και Μούχου συνδυάζεται μοναδικά σε πλήκτρα/φλάουτο και κιθάρα αντίστοιχα, εκπλήσσοντας με το άρτιο παίξιμο τους.

Το ήπιο “At The Death Of Winter” και το εντελώς folk “Around The Fire” παρεμβάλονται ως δυο πιο μελαγχολικές και γλυκές στιγμές μέχρι τις επόμενες έξι συνθέσεις του δίσκου που ουσιαστικά αποτελούν μία σουΐτα. Εδώ εκτός από το γνωστό στυλ των Ciccada συναντούμε και κάποιες Canterbury πινελιές καθώς και αρκετά στοιχεία εμπευσμένα από τα έργα των Gentle Giant και King Crimson (της “In The Court…” – “Lizard” περιόδου τους), τα οποία προσδίδουν μία επιπλέον πειραματικότητα και έναν πιο jazz χαρακτήρα στο τελικό αποτέλεσμα.

Μία ειδική αναφορά σίγουρα αξίζει στον νέο drummer της μπάντας, Γιάννη Ηλιάκη, ο οποίος με το πλούσιο παίξιμό του εντυπωσιάζει και αναδεικνύει τα κομμάτια του δίσκου. Εξάλλου, το πρόσφατο παράδειγμα των Solaris (κλικ) μας απέδειξε πόσο κενή μπορεί να ακουστεί μια σύνθεση αν έχεις στις τάξεις σου έναν μέτριο drummer. Εκτός αυτού βέβαια, ο ίδιος είναι υπεύθυνος και για το πανέμορφο εξώφυλλο του νέου album, ταιριάζοντας απόλυτα στην ηχητική αισθητική των Ciccada. Στα της παραγωγής δεν μπορεί να γίνει το παραμικρό αρνητικό σχόλιο, εν αντιθέσει με τους ελληνικούς στίχους που ομολογώ ότι εξακολουθούν να μην μου κάθονται καλά στο αυτί.

Συνολικά πάντως, αναμφισβήτητα έχουμε να κάνουμε με έναν ακόμη εξαιρετικό δίσκο από τους Ciccada, στον οποίο μπορεί να μην καινοτομούν ή να ρισκάρουν, ωστόσο υπηρετούν με μοναδικό τρόπο το αγαπημένο τους (και μας) symphonic/folk/jazz/ progressive rock και μας αναγκάζουν για άλλη μια φορά να τους βγάλουμε το καπέλο, οπότε…

 

8.5 / 10

Πάρης Γραβουνιώτης

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης